Φιλοσοφία | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 1926
Κρίσεις για την «κρίση της εξουσίας»
άρθρο του Χάρη Πεϊτσίνη
Τριτ, 15 Μαρτ 2005

Αυτές οι σελίδες οφείλουν την επιτυχία τους σ έναν εξαίρετο άνθρωπο, τον Κωστή Παπαϊωάννου με τον οποίο με συνδέουν δεσμοί προσωπικής φιλίας, βαθιάς εκτίμησης και σεβασμού. Στάθηκαν μάλιστα η αφορμή της γνωριμίας μας πριν αρκετούς μήνες, όταν βρίσκονταν ακόμα στα σπάργανα. Από τότε ο Κωστής τις περιέβαλε με το μεράκι και την αγάπη του δημιουργού δίνοντας τους την απαραίτητη ώθηση για να εξελιχθούν σε ένα από τα πιο έγκυρα site πολιτικού προβληματισμού. Και να που τώρα το www.critici.gr φιλοξενεί έναν ανοιχτό διάλογο, τον μοναδικό ίσως πανελληνίως. Πάνω στο πιο σημαντικό ίσως θέμα των τελευταίων χρόνων. Η εξουσία μπαίνει στο μικροσκόπιο και οι πρόσφατες κρίσεις, οι διακυμάνσεις, τα ζιγκ ζαγκ της εξετάζονται από ιστορική σκοπιά. Το ερώτημα προβάλει καυτό και αγωνιώδες: πού κατευθυνόμαστε σαν κοινωνία; Φυσικά σ αυτό το δρόμο οι διαφωνίες μεταξύ ελεύθερων ανθρώπων είναι αναπόφευκτες. Ο Κωστής κράτησε αποστάσεις από τους δικούς μου συλλογισμούς ως προς την έννοια της «κρίσης εξουσίας» και καλώς το έπραξε εφόσον εκείνος την εννοεί διαφορετικά. Με το κείμενο του επιχείρησε να οριοθετήσει τις διαφορετικές προσεγγίσεις μας διατυπώνοντας ταυτόχρονα κάποιες καίριες απορίες πάνω στη βάση των ιδεών μου. Ζητά από μένα όπως γράφει «διευκρινήσεις». Με μεγάλη χαρά του απαντώ σήμερα αναπτύσσοντας περαιτέρω τις ήδη εκτεθείσες σκέψεις μου πάνω στο φλέγον θέμα της εξουσιαστικής κρίσης.

Για ποια εξουσία μιλάμε τέλος πάντων;

Ο πανάρχαιος όρος εξουσία προέρχεται ετυμολογικά από το ρήμα «έξεστι» δηλαδή «είναι δυνατό». Η δύναμη, η θέληση, η επιβολή συμπλέκονται εννοιολογικά συνθέτοντας τελικά τα εξουσιαστικά νήματα. Είτε μιλάμε για αγέλες των πιθήκων «primatus», είτε για τους ανθρωποπιθήκους, είτε για την σύγχρονη κοινωνία, το φαινόμενο της εξουσίας φαίνεται αξεδιάλυτο με την κοινωνία προσώπων. Πρόκειται για ένα αναπόφευκτο προϊόν της, του οποίου η δομή καθορίζεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κοινωνίας στην οποία αναπτύσσεται. Η κυριαρχία μεταξύ ανθρώπων μέσω της δουλοκτησίας ή της έμμισθης «δουλείας», η στυγνή υποταγή του ενός στα συμφέροντα του άλλου αποτελεί κύρια έκφραση της τυρρανικής εξουσίας όπως εκδηλώθηκε σ όλες σχεδόν τις φάσεις της ιστορίας. Αλλά αυτό το αναμφισβήτητο γεγονός δεν θα πρέπει να συσκοτίσει ούτε στιγμή την πρακτική αναγκαιότητα μιας εξουσίας έστω ελευθεριακής και χαλαρής, που άλλωστε διαπιστώνεται εύκολα. Η κοινότητα για την επιβίωση της χρειάζεται μια στοιχειώδη διοικητική οργάνωση και κατανομή αρμοδιοτήτων. Παράλληλα έχει ανάγκη την έστω και έμμεση επιβολή της πλειοψηφίας επί των αντικοινωνικών στοιχείων, ώστε να εξασφαλιστεί η ομαλή διαβίωση και η ίδια η διαιώνιση της ύπαρξης της. Τέλος χρειάζεται κάποιος βαθμός πειθαρχίας και συντονισμού των μελών της για την αντιμετώπιση εξωτερικών κινδύνων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες αν συμψηφιστούν μας δίνουν στο άθροισμα τις προϋποθέσεις γέννησης εξουσιαστικών σχέσεων.

Σε κοινωνικό επίπεδο οι κύριες συλλογικές μορφές εξουσίας είναι υπό φυσιολογικές συνθήκες οι θεσμοποιημένες δομές (π.χ. κράτος). Η γιγάντωση και η απολίθωση τους τις μετέτρεψε από όργανα στην υπηρεσία του συνόλου σε μηχανισμούς εκμετάλλευσης. Οι λαϊκές μάζες αποξενωμένες υλικά και ηθικά από την εξουσία ήρθαν πολλές φορές σε ρήξη με τις ανώτερες κάστες ή τάξεις για να την ξαναπάρουν στα χέρια τους.

Αν εξετάσουμε τον πυρήνα της φιλοσοφίας των μεγάλων επαναστατών αλλά και την πορεία τους στα σκληρά μονοπάτια της επανάστασης, θα διαπιστώσουμε ότι σε κανένα ιστορικό στάδιο, σε καμιά εποχή δεν έθεσαν πρακτικά το ζήτημα της απόλυτης κατάργησης κάθε εξουσίας. Αργά και σταθερά ο προβληματισμός τους μετακυλίστηκε από το δίλημμα «εξουσία ή αναρχία» στο ορθότερο ερώτημα, «εξουσία από ποιον ενάντια σε ποιον και για ποιον σκοπό». Γιατί φυσικά οι «επίτροποι του λαού», «οι εργατικές επιτροπές», τα «σοβιέτ», «οι μαζώξεις της αναρχικής κομμούνας» κλπ κλπ όσο ελκυστικές κι αν ακούγονται δεν παύουν να αποτελούν δομές εξουσίας, λαϊκής ή προλεταριακής βεβαίως αλλά πάντα εξουσίας. Ακόμα κι ο Λένιν του οποίου το όνομα αναφέρθηκε στο άρθρο του Κωστή δε μιλάει καθόλου στο έργο «κράτος και επανάσταση» για αυτόματο μαρασμό κάθε εξουσίας, αλλά για αργή απονέκρωση του συγκεντρωτικού κράτους υπό συγκεκριμένες αυστηρές προϋποθέσεις και μετά από διαδοχικά επαναστατικά στάδια.

Ο φίλος Κωστής προτού ζητήσει διευκρινήσεις για τις κρίσεις μου εκθέτει μέσα σε 2 σύντομες παραγράφους τον πυρήνα των απόψεων του, ότι δηλαδή βαίνουμε προς την κατάργηση του «εξουσιαστικού φαινομένου» και σε μία θέσμιση ενός κοινωνικού συστήματος απαλλαγμένου από τον παράγοντα εξουσία. Τη μορφή, τη δομή, την εικόνα αυτής της αναρχικής κοινωνίας δεν την περιγράφει ούτε σε αδρές γραμμές καθώς όπως γράφει αφ ενός δεν υπάρχουν «λεκτικοί όροι περιγραφής της» αφετέρου χρειάζεται «τεράστια θεωρητική δουλειά» για να επιλυθούν οι εύλογες απορίες που γεννιούνται. Στο βαθμό που δεν αναλύει τις ιδέες του είναι αδύνατο να τις υποβάλω σε κάποια μορφή λεπτομερούς κριτικής. Αλλά οι ερωτήσεις που προκύπτουν αβίαστα είναι πολλές. Με ποιο τρόπο πιστεύει ότι θα εκδηλωθεί η κατάρρευση της εξουσίας; Πάνω σε ποια βάση και από ποιον θα επέλθει αυτός ο κοινωνικός μετασχηματισμός; Πώς θα επιλύονται τα αναπόφευκτα προβλήματα της νέας κοινωνίας χωρίς έστω κάποιους στοιχειώδεις κανόνες που φυσικά από μόνοι τους συνιστούν μια μορφή εξουσίας;

Η ελληνική περίπτωση

Κατ αρχάς η γνώμη μου για τη μορφή της κρίσης εξουσίας, ότι δηλαδή είναι «δομική» εξειδικεύει την ιδιαίτερη φύση της. Ότι η κρίση αυτή έχει κατ αρχάς χαρακτήρα πολιτικό είναι - πίστευα μέχρι τώρα - αδιαμφισβήτητο. Η διαφωνία του Κωστή όμως με αναγκάζει να εμβαθύνω στους χρησιμοποιούμενους όρους. Η συνηθισμένη έννοια λοιπόν του όρου «πολιτική κρίση» δεν είναι απλώς «κυβερνητική αστάθεια» όπως γράφει, στο βαθμό που η πολιτική ζωή μιας χώρας δεν μπορεί να ταυτίζεται απλοικά με τις προτιμήσεις μιας ντουζίνας υπουργών. Αντίθετα κρίση πολιτική σημαίνει σε γενικό πλαίσιο κρίση κρατική και διοικητική, κρίση στο κοινοβούλιο αλλά και στο επίπεδο της ιδεολογίας, στην πολιτική ηθική, στις συνειδήσεις των μαζών. Είναι με λίγα λόγια πλατιά κρίση του πολιτικού συστήματος, και όχι απλά μιας δράκας ανθρώπων που προσωρινά εγκαταβιούν στην κορυφή του.

Οι Ολυμπιακοί αγώνες στάθηκαν ένα μοναδικό γεγονός στην Ιστορία απ όλες τις απόψεις. Συμβολικά αποτέλεσαν την αποθέωση της κρατικής και οικονομικής εξουσίας με την παγκόσμια προβολή τους και την ομαλή διεξαγωγή τους. Ουσιαστικά αποτέλεσαν την αποθέωση της οικονομικής σπατάλης, της διασπάθισης του δημοσίου χρήματος, της γραφειοκρατικής κωλυσιεργίας, της εξάντλησης των πόρων της χώρας σε βαθμό εφιαλτικό. Από τη διεξαγωγή τους και μετά περίεργα και «ανεξήγητα» φαινόμενα άρχισαν να λαβαίνουν χώρα. Συσσωρευμένα σκάνδαλα είδαν το φως της δημοσιότητας στο χώρο της πολιτικής. Σκάνδαλα που μαρτυρούσαν την ηθική υποκρισία και την απαράμιλλη σαπίλα του κοινοβουλευτικού κόσμου. Λίγο αργότερα ένας ακόμα πυλώνας εξουσίας σκεπασμένος ως τότε με το πέπλο της αγνότητας, η δικαιοσύνη, πλημμύρισε την κοινωνία με τις τοξικές του αναθυμιάσεις, καθώς η διαφθορά, σιωπηλή και μυστική μέχρι τότε έγινε απότομα γνωστή στο πανελλήνιο. Και τώρα η εκκλησία, το τελευταίο καταφύγιο του ιδεαλισμού άνοιξε τις πύλες της για να γίνουν όλοι μάρτυρες αποτρόπαιων και φρικτών θεαμάτων. Για τον άξεστο τηλεοπτικό δημοσιολόγο, τον μισθωμένο καλαμαρά, τον συμφεροντολόγο δημοκόπο αυτά τα φαινόμενα ήταν αδιανόητα και σ ένα βαθμό παράλογα. Οι απτές αποδείξεις όμως τους εμπόδισαν οριστικά να τα απορρίψουν ως ψεύδη. Η αποσπασματική λογική, τους απαγόρευσε να τα αντικρύσουν ως μέρη ενός ομοιογενούς συνόλου.

Η αναφορά μου στο καλοκαίρι του 2004 λοιπόν έγινε με αξονα την αρχή αυτής της διαδικασίας γενικευμένης απαξίωσης των θεσμών που πιστεύω ότι συμβατικά τουλάχιστον χρονολογείται από τότε. Κανείς δεν ισχυρίζεται -προσοχή- ότι το καλοκαίρι πρωτοεμφανίστηκαν τα κρούσματα διαφθοράς και αποσάρθρωσης της εξουσίας. Αλλά τους τελευταίους 6 μήνες -και αυτό είναι το σημαντικό- παρατηρούμε μια αξιοσημείωτη αλλαγή στην αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων. Οι μαζικές αποκαλύψεις «αμαρτωλών» μυστικών, σκανδάλων,συνομωσιών, κρουσμάτων διαφθοράς αυξήθηκαν με γεωμετρική πρόοδο και επεκτάθηκαν σταδιακά σ όλες τις θεσμισμένες δομές. Οι δεσμοί αλληλεγγύης, οι όρκοι σιωπής που δέσμευαν μέχρι πρόσφατα τους νομείς της εξουσίας πάνω στη βάση των κοινών συμφερόντων φανηκαν να χαλαρώνουν σε επικίνδυνο γι αυτούς βαθμό. Μια ατέλειωτη και επίπονη διαδικασία αποκαλύψεων και ξεσκεπάσματος βρήκε το δρόμο για την κοινή γνώμη που την περιέβαλε με απαράμιλλο ενδιαφέρον. Η ιλιγγιώδης ταχύτητά της υπερφαλάγγισε κάθε προσπάθεια συγκάλυψης πλήττοντας το κύρος των θεσμών όσο λίγες φορές στην ελληνική ιστορία...

Τα χρέη και το εθνικό έλειμμα οξυμμένα, από τους ολυμπιακούς, τα επείγοντα οικονομικά προβλήματα και η κρισιμότητα της ιστορικής συγκυρίας σιγόκαιγαν, σα λάβα στην βάση της κοινωνίας και της πολιτικής. Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο από αυτό το σημείο και μετά να διαλευκάνουμε τα ανεπανάληπτα παιχνίδια της διαλεκτικής της ιστορίας. Η κρίση επεκτάθηκε σχεδόν ταυτόχρονα στην πολιτική υπερ-δομή και από αυτό το βάθρο απλώθηκε στη δικαιοσύνη και την εκκλησία. Η παρακμή των θεσμών από απλή υπόνοια μετατράπηκε σε απτή αποδεδειγμένη πραγματικότητα. Φυσικά αυτή η διαδικασία είναι απίστευτα πολυπλοκότερη από την απλοική παρουσίαση της εδώ. Το κύριο ζήτημα όμως είναι ότι μιλώντας για δομική κρίση εξουσίας, αναφέρομαι σε κρίση των θεσμοποιημένων δομών εξουσίας και όχι σε κρίση της εξουσίας ως γενικής συμπεριφοράς, μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, ή τρόπου διαβίωσης.

1, 2, 3, πολλές εξουσίες!

Το σύστημα εξουσίας είναι όντως σ ένα βαθμό ενιαίο υπό την έννοια ότι αναπτύσσεται συνολικά πάνω στη βάση της βίας και της επιβολής. Αυτή η άποψη για το ενιαίο της εξουσίας δεν μας εμποδίζει όμως να τη θεωρήσουμε ένα σύστημα πολυπολικό. Και φυσικά μ αυτό το δεδομένο δεν μπορούμε να συμψηφίσουμε όλες τις μορφές εξουσίας. Εξάλλου μέσα στους κόλπους τους αδιαμφισβήτητα υπάρχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα και δυνάμεις που παλεύουν λυσσασμένα μεταξύ τους. Το συμπέρασμα μου στα προηγούμενα κείμενα ήταν ότι η επίσημη εξουσία στην Ελλάδα μπήκε σε τροχιά σύγκρουσης με την ανεπίσημη εξαιτίας της κρίσης που ξέσπασε στα σπλάχνα της... Μιλώντας για «επίσημη εξουσία» εννοούμε τα θεσμισμένα όργανα διοίκησης, την πολιτική ηγεσία, τους νομικά αναγνωρισμένους φορείς εξουσίας. Αναφερόμενοι σε «ανεπίσημη εξουσία» υπονοούμε τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, τα παράνομα ή ημινόμιμα κυκλώματα, τον υπόκοσμο της εξουσίας , τις κρυπτοδομές που φωλιάζουν κάτω από το κέλυφος των θεσμισμένων δομών. Ασφαλώς δεν μπορούμε να συνταυτίσουμε την επίσημη εξουσία με την ανεπίσημη έτσι απλά. Να επιλέξουμε αυτό το δρόμο είναι σα δεχόμαστε ή ότι η επίσημη εξουσία έχει τις ίδιες επακριβώς ιδιοτελείς και «σατανικές» σκοπιμότητες με την ανεπίσημη, ή ότι η δεύτερη έχει εξανδραποδίσει πλήρως την πρώτη. Και οι δυο απόψεις είναι το δίχως άλλο απογοητευτικά απλοικές. Αν η πρώτη γνώμη ίσχυε στην πραγματικότητα τότε η χώρα θα είχε καταρρέυσει προ πολλού μέσα στον ωκεανό των ατομικών συμφερόντων όσων νέμονται και διαχειρίζονται την εξουσία. Αν πάλι ίσχυε η δεύτερη τότε μετακομίζουμε αυτόματα στα πεδία της μεταφυσικής, της αοράτου δύναμης, της μαύρης χειρός που κινεί όλα τα νήματα ανεξαιρέτως. Η θέση μας σ αυτήν την τελευταία περίπτωση δε θα διέφερε πολύ από τις θεωρίες της άκρας δεξιάς περί σιωνισμού. «Δηλαδή» θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς «εξουσία και παραεξουσία δεν είναι συγκοινωνούντα δοχεία ή χειρότερα δίδυμα αδέρφια;» Φυσικά και ισχύει ως ένα βαθμό -επαναλαμβάνουμε- αυτή η άποψη αλλά τίποτα, και επαναλαμβάνω, τίποτα δεν μπορεί να μας οδηγήσει από εδώ στο απόλυτο συμπέρασμα ότι επίσημη εξουσία = ανεπίσημη παραεξουσία. Δυο δίδυμα αδέρφια συχνά συγκρούονται μεταξύ τους, έρχονται σε ρήξεις και μπορεί υπό συγκεκριμένες συνθήκες να γίνουν θανάσιμοι εχθροί.

Κόβωντας το γόρδιο δεσμό:
Το μαχαίρι της Ιστορίας σε ανθρώπινα χέρια.

Αλλά ρωτά εύλογα ο Κωστής, μήπως πιστεύω ότι οι πολιτικές δομές θα μεταλλαχτούν μονάχα με τις κατάλληλες τακτικές των ιθυνόντων; Δηλαδή προσθέτω εγώ επεκτείνοντας την σκέψη του, με πολιτικές μανούβρες, φτηνές στρατηγικές, πολιτικάντικες κομπίνες; Φυσικά όχι. Να υποβιβάζεις τέτοιου είδους ιστορικές περιστάσεις σε ζητήματα αυστηρά εξαρτημένα από τη θέληση ενός ή περισσότερων προσώπων είναι το δίχως άλλο αφελές. Την απάντηση όμως την δίνω ήδη απ το πρώτο άρθρο μου λίγες σειρές πιο κάτω από την επίμαχη φράση μου. «Άλλωστε» γράφω «η Ιστορία εκφράζοντας συνειδητές αλλά και ασυνείδητες δυνάμεις συχνά ακολουθεί πορείες αυτονομημένες από την προσωπική βούληση των πρωταγωνιστών της. Οι ιστορικές συνέπειες μιας πολιτικής πρωτοβουλίας δεν σταματούν στα τυχόν κομματικά κίνητρα που την υπαγόρευσαν.» Με αυτές τις λέξεις εννοώ το αυτονόητο, ότι δηλαδή οι δυσμενείς ιστορικές συνθήκες εξαναγκάζουν την εξουσία να προχωρήσει σε αλλαγές και ριζικά μέτρα που με τη σειρά τους ανοίγουν νέους δρόμους στο ιστορικό process, δρόμοι που γεννούν τις δυνατότητες αναδόμησης του συστήματος . Η Ιστορική διαδικασία καθ εαυτή δεν είναι φαινόμενο πλήρως αυτονομημένο από την βούληση των πρωταγωνιστών του αφού άλλωστε ξεδιπλώνεται γύρω τους και ανάμεσα τους. Οι στρατηγικές της εξουσίας μπορεί να επηρεάσουν την πορεία της ιστορίας πάντα μέσα στα δοσμένα από τις ιστορικές συνθήκες πλαίσια. Τα τελικά αποτελέσματα, βέβαια, καθορισμένα από πλειάδα μεταβλητών συχνά έρχονται σε αντίθεση με τα κίνητρα των εξουσιαστικών ενεργειών. Ο ρόλος του υποκειμένου συμπλέκεται έτσι λιγότερο ή περισσότερο αρμονικά με το ρόλο των αντικειμενικών παραγόντων. Άνθρωπος και Φύση, πολιτική και ιστορία παλεύουν, συνεργάζονται και συντίθενται παράγοντας νέα status, νέες ποιότητες που συνεχίζουν τη σύγκρουση τους στο διηνεκές. Αλλά οι ερωτήσεις του Κωστή γεννούν, με τη σειρά τους, εύλογες απορίες. Προσπαθώντας να διερευνήσει το νόημα των γραπτών μου με ρωτά «η κρίση επομένως δεν είναι ένα ιστορικό φαινόμενο που καθορίζει πολιτικές στάσεις αλλά καθορίζεται από ανεπίσημες εξουσίες...;» και αναρωτιέται πώς είναι δυνατό κάποιος να «μπορεί να αφήσει ή όχι την ιστορική διαδικασία να εξελιχτεί» Αντιστρέφω τις ερωτήσεις. ο Κωστής θεωρεί την κρίση ένα ιστορικό φαινόμενο που καθορίζει αυστηρά μονομερώς τις πολιτικές στάσεις; Δεν ανοίγεται δηλαδή στην πολιτική εξουσία ένα πεδίο πιθανών ενεργειών που η κάθεμια τους χωριστά μπορεί να επηρεάσει διαφορετικά την πορεία και τα αποτελέσματα της κρίσης; Κοινώς οι άνθρωποι είναι απλά όργανα κάποιας σιδερένιας αναγκαιότητας και όχι συνδιαμορφωτές του ιστορικού γίγνεσθαι; Δηλαδή τελικά ανάμεσα στην ιστορία και την πολιτική δεν ισχύει η διαλεκτική των αμοιβαίων αλληλεπιδράσεων αλλά τα ντετερμινιστικά «γραμμένα» του ιστορικού πεπρωμένου;

Η πηγή της διαφωνίας:
Κρίση θεσμών ή κατεδάφιση κάθε εξουσίας;

Η ουσία της διαφοράς μου με τις απόψεις του φίλου Κωστή είναι ότι δε συμμερίζομαι τον αντιεξουσιαστικό του οπτιμισμό. Η σημερινή κρίση κατά τη γνώμη μου δεν είναι το προεόρτιο για την κατάργηση «του εξουσιαστικού συστήματος ως συστήματος οργάνωσης της κοινωνίας». Δε νομίζω ότι οδηγούμαστε σ αυτό το συμπέρασμα ερευνώντας την πηγή των επαναστατικών αλλαγών, δηλαδή την κοινωνική βάση, τα βαθιά στρώματα του λαού και τις σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους από τις σκοτεινές απαρχές της ανθρώπινης ιστορίας. Η εξουσία αλλάζει μορφές μέσα από τη διαδοχή των ιστορικών σταδίων, μεταβάλλεται, μεταλάσσεται αλλά δεν εξαφανίζεται.

Προσωπικά θεωρώ την παρούσα κρίση ένα φαινόμενο παροδικό του οποίου οι κραδασμοί θα σιγάσουν μετά από μία μακρά περίοδο αναταραχής. Οι αναταράξεις θα κατασταλάξουν τελικά σε μια εύθραυστη ισορροπία. Το ζήτημα είναι ποιον θα ευνοήσει αυτή η ισορροπία, ποιες δυνάμεις θα τονώσει και τι θετικό μπορούμε τέλοσπαντων να αποκομίσουμε ως κοινωνία από αυτή τη δομική κρίση της εξουσίας. Η πιο αισιόδοξη και βιώσιμη δυνατότητα είναι κατά τη γνώμη μου ο περιορισμός της θεσμισμένης εξουσίας. Η οργανική συρρίκνωση της σε επίπεδο ηθικό και υλικό θα ανοίξει το δρόμο στις κοινωνικές δυνάμεις για να εισέλθουν δυναμικά στο ιστορικό προσκήνιο. Αλλά αυτή η «αποστολή αυτοκτονίας» δεν μπορεί να έρθει σε πέρας από την εξουσία υπό φυσιολογικές συνθήκες στο βαθμό που κανείς σχετικά ευτυχής πολίτης δε θα τίναζε τα μυαλά του στον αέρα έτσι απλά. Η ιδιομορφία όμως της συγκυρίας μπορεί να εξαναγκάσει μια τρομοκρατημένη ολιγαρχία να υποχωρήσει ελπίζοντας να παραχωρήσει «χώρο» για να κερδίσει χρόνο, καθιστώντας την κρίση πιο «ανώδυνη». Φυσικά οι ιστορικές συνέπειες αυτών των υποχωρήσεων δε θα έχουν απαραίτητα σχέση με τις μικροσκοπιμότητες των υποκινητών τους. Η διάχυση της εξουσίας στην κοινωνία, η μετατροπή της πρώτης σε υποστήλωμα της δεύτερης αντί για ανάχωμα της με μια ευρεία διαδικασία εκδημοκρατισμού των μηχανισμών, αυτοδιεύθυνσης, διαφάνειας μπορεί να πραγματωθεί έστω εν μέρει σαν προϊόν της κρίσης. Η ελευθεριακή, ανοιχτή κοινωνία είναι μια ρεαλιστική προοπτική, άσχετα αν κρύβεται προς το παρόν πίσω από τα ερείπια των μονολιθικών δομών. Οφείλουμε (εδώ χωρά ο πρώτος πληθυντικός και των προηγούμενων άρθρων, εμείς, η κοινωνία των πολιτών) να ξεριζώσουμε τις σάπιες αποφύσεις των θεσμών μας και υποτάσσοντας τους στην κοινότητα να προχωρήσουμε μπροστά .