Φιλοσοφία | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 1865
Ανάμεσα στο αύριο και το χτες:
Αναλύοντας τις όψεις του σύγχρονου κόσμου
άρθρο
του Χάρη Πεϊτσίνη
Παρ, 16 Ιούλ 2004

Η αυγή μιας καινούργιας εποχής ανατέλλει φορτωμένη με ελπίδες και όνειρα. Στα μεγάλα της σταυροδρόμια η ιστορία δεν αφήνει περιθώρια για σκεπτικισμό. Σαρώνει όσους διστάζουν και προσπερνά αυτούς που αποφασίζουν ν απέχουν από τις προκλήσεις των νέων καιρών. Η καθημερινότητα με τον άκαμπτο, τυποποιημένο της χαρακτήρα επικαλύπτει τις μεταβολές που παράγονται αργά μέχρις ότου οδηγηθούν σε απότομα ξεσπάσματα. Η αλλαγή σπάει το περίβλημα της προϋπάρχουσας τάξης πραγμάτων και η πραγματικότητα διαυγάζεται μπροστά μας με μια ξαφνική εκτυφλωτική λάμψη. Μια τέτοιου τύπου θεαματική εξέλιξη ύστερα από χρόνια ζυμώσεων και συνθέσεων εισέβαλε στην πραγματικότητα μας δυναμικά. Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι ουτοπία ή κίνδυνος που «ενδέχεται» να αντιμετωπίσουμε. Τη ζούμε και μάλιστα στην πιο άγουρη φάση της. Τη βιώνουμε εν τη γενέσει της, στα πρώτα βήματα της εξέλιξης της καθώς αναπτύσσεται αποτινάζοντας τα απομεινάρια του παλιού κόσμου, τους θεσμούς και τις βάσεις του που δεν έχει πια ανάγκη.

Αυτή λοιπόν η νέα κατάσταση μοιραία σχεδόν, εκκινώντας από το πεδίο της οικονομίας και την μεταβιομηχανική τεχνολογική έκρηξη διεισδύει στο εποικοδόμημα, τις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις, τις καθημερινές συναναστροφές και την κουλτούρα. Προχωρούμε δηλαδή σ ένα ποιοτικό άλμα που επιδρά στον πολιτισμό συνολικά. Τούτη η επιλογή κρύβει πολλές παγίδες και σκοτεινά μονοπάτια αλλά ταυτόχρονα διανοίγει νέες προοπτικές γεννώντας συναρπαστικές προσδοκίες σ όσους μέλλουν να τη ζήσουν. Φυσικά κανείς δε μπορεί να ισχυριστεί ότι η νέα τάξη πραγμάτων είναι καρπός κάποιου ρομαντικού ιδεολογήματος για πανανθρώπινη ευτυχία και ευημερία. Οι ρίζες της είναι οικονομικές, η φύση της κερδοσκοπική. Πολλοί μάλιστα φτάνουν στο σημείο να ταυτίζουν την παγκοσμιοποίηση με την απελευθέρωση της αγοράς. Ο νεοφιλελευθερισμός όμως δεν είναι τόσο "νέος". Ακμάζει ως σύστημα εδώ και δεκαετίες, από τότε που ο στασιμοπληθωρισμός, απότοκος της έντονα παρεμβατικής κρατικής πολιτικής οδήγησε τους ηγέτες της δύσης σε μία διαφορετική επιλογή στον τομέα της οικονομίας. Ο Χάγιεκ επανήλθε στο προσκήνιο, η απόλυτη ελευθερία της αγοράς έγινε ο κανόνας και συνακόλουθα το μέσο για την ένωση των χωρών σ ένα υπερεθνικό οικονομικό δίκτυο. Τώρα πια ζούμε τις συνέπειες του συστήματος αυτού, τα προβλήματα και τις ευκαιρίες του. Η ελεύθερη οικονομία του σήμερα, όμηρος μονοπωλίων και τραστ, οικολογικών προβλημάτων και κοινωνικών κρίσεων παίρνει όλο και πιο απάνθρωπη όψη. Σε μια εντυπωσιακή αντιστροφή του ξεπερασμένου κρατικού παρεμβατισμού, τώρα είναι οι ιερουργοί της παγκόσμιας αγοράς, (εταιρίες μεγαθήρια και πολυεθνικές) αυτοί που παρεμβαίνουν, συχνά ωμά και απροκάλυπτα, τόσο στην κρατική πολιτική όσο και στην κοινωνία. Αλλά κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο νεοφιλελευθερισμός έδωσε τη βάση για την παγκοσμιοποίηση, την εγγύηση για το άνοιγμα των συνόρων και την κατάργηση του κρατισμού. Ο ιστορικός του ρόλος πρέπει να αποτιμηθεί σε σχέση και μ αυτές του τις συνέπειες. Η αδικία και η εκμετάλλευση που ξεγεννήθηκαν απ' τα σπλάχνα του δεν ήταν οι μοναδικοί του καρποί. Ταυτόχρονα παρήγαγε και τις υλικές βάσεις για την πρακτική δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινωνίας που κάτω απ τις κατάλληλες συνθήκες μπορεί να κυοφορήσει έναν πιο ανθρώπινο κόσμο.

Όμως η τεχνολογία ήταν αυτή που πρακτικά έδωσε τη χαριστική βολή στις κλειστές κοινωνίες. Η διαρκής της ανάπτυξη οξυγονώνει τους κοινωνικούς ιστούς. Διαποτίζει τις πολιτείες του κόσμου μ ένα αίσθημα παγκοσμιότητας εκμηδενίζοντας τις αποστάσεις. Σπάει φράγματα και στεγανά, διανοίγοντας πρωτόγνωρους ορίζοντες. Όσο η τεχνολογία των υπολογιστών, του διαδικτύου και του αυτοματισμού συνεχίζει την φρενήρη της πορεία τόσο φουντώνουν οι τάσεις της να διαχυθεί στο σύνολο των πολιτών αντί να παραμείνει προνόμιο μερικών υπερεξειδικευμένων ομάδων του πληθυσμού. Ας μην αφήσουμε τα κερδοσκοπικά κίνητρα αυτής της εξέλιξης να συσκοτίσουν τις θεαματικές προοπτικές. Ο εκδημοκρατισμός της πληροφορίας, η ολοκληρωτική απελευθέρωση της γνώσης ανατρέπει καθοριστικά τις ισορροπίες ανάμεσα στην εξουσία και την κοινωνική βάση. Η γνώση είναι δύναμη. Μετά από τη ανατροπή των ιστορικών ελίτ με τις επαναστάσεις των τελευταίων αιώνων και τον κατά Αλμπέρ Καμύ συμβολικό φόνο του ιερέα-βασιλιά, νέες κυρίαρχες κάστες αντικατέστησαν τις παλιές σε μια θλιβερή διαδικασία επιβεβαίωσης της θεωρίας του Βεμπλέν περί αργόσχολης τάξης. Στηριγμένες στην άγνοια των μαζών, και τη συνακόλουθη εξασθενημένη τους αντίσταση σε κάθε μορφής προπαγάνδα άσκησαν εξουσία «εις το όνομα του κυρίαρχου Λαού» αλλά ερήμην του. Τώρα αυτές οι τακτικές μπαίνουν από την ιστορική εξέλιξη στο περιθώριο. Η ψηφιοποιημένη τεχνολογία, το κλειδί για τη δημοκρατία του αύριο, δε λειτουργεί μονόπλευρα ως διαβιβαστής εντολών από την κορυφή στη βάση. Ανυψώνει τη βάση αποκαθιστώντας μια σχέση αλληλεπίδρασης ανάμεσα σ αυτήν και την εξουσία.

Οι παραδοσιακές μορφές διακυβέρνησης λυγίζουν κάτω από την πίεση της νέας εποχής. Τουλάχιστον στην Ευρώπη είναι αλήθεια ότι αυτές σβήνουν σταδιακά. Νέες υπερεθνικές δομές αναδύονται σε μια προσπάθεια συλλογικής διαχείρισης των ανθρώπων και των πραγμάτων από τις εθνικές κυβερνήσεις. Βέβαια η κατάσταση είναι ακόμα μεταβατική. Η εξουσία εμφανίζεται διχασμένη, να ισορροπεί ανάμεσα στον οικουμενισμό και σ έναν εθνικό τοπικισμό. Με δεδομένο ότι τα κράτη συνεχίζουν να υφίστανται, συνυπάρχοντας με τους διεθνείς οργανισμούς, οι κυβερνήσεις συντηρούν τους τοπικούς εξουσιαστικούς μηχανισμούς καθώς δε μπορούν ούτε και θέλουν να απολέσουν την εθνική πηγή της κυριαρχικής τους εξουσίας. Αλλά η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας για πανευρωπαϊκούς και παγκόσμιους διοικητικούς θεσμούς που θα διευθύνουν αποτελεσματικότερα την υδρόγειο τις ωθεί σ έναν ομοσπονδιακού τύπου διεθνισμό. Το αποτέλεσμα είναι η όλο και πιο φανερή σύγκρουση ανάμεσα στους υπερεθνικούς αυτούς θεσμούς και τις τοπικές εξουσίες. Οι κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για παράδειγμα εδώ και αρκετά χρόνια θεωρούνται ανώτεροι από τους κρατικούς νόμους. Η σύγκρουση αποτελεί και αυτή μέρος μιας ιστορικής διαδικασίας για το ξεπέρασμα του εθνικού κράτους. Προς το παρόν τη μάχη κερδίζει η παγκοσμιοποίηση.

Η νέα οικουμενική πραγματικότητα εισβάλλει στις κοινωνίες με τρόπο σαρωτικό προξενώντας στην πορεία της τραύματα και φοβίες . Ο μέσος άνθρωπος αντικρίζει έκπληκτος τον κόσμο, όπως τον ήξερε, να καταρρέει. Οι αντιδράσεις δεν άργησαν να έρθουν. Κύματα εθνικισμού χτύπησαν και χτυπούν διαδοχικά τις ανοιχτές κοινωνίες, ο ρατσισμός ελλοχεύει στις σύγχρονες πολιτείες μας και οι απαραίτητοι Χάιντερ και Λεπέν ξεπηδούν, μετεωρίτες στο πολιτικό στερέωμα, για να εκφράσουν τις πιο σκοτεινές πλευρές τις ιστορικής εξέλιξης. Αν και οξυμένες από τις εσωτερικές κρίσεις του εφαρμοσμένου οικονομικού μοντέλου (ανεργία, φτώχεια, κοινωνικές ανισότητες) οι προαναφερθείσες ακραίες τάσεις συνυπάρχουν με τις προσπάθειες κατανόησης των νέων ισορροπιών και συμβιβασμού με αυτές. Αντίθετα με την παρατηρούμενη στροφή στον πολιτικό «εξτρεμισμό», μέσα στη δίνη των εξελίξεων ένα μεγάλο μέρος του κοινωνικού σώματος προσπαθεί να προσαρμοστεί επιλέγοντας το δρόμο της σχεδόν μοιρολατρικής αποδοχής της σημερινής κατάστασης, μ όλους τους κινδύνους και τα προβλήματα της. Εξίσου επικίνδυνος για την ανθρώπινη ελευθερία, ο κομφορμισμός καλλιεργείται συστηματικά από τις κοινωνικές δομές και προβάλλεται ως σημάδι προσωπικής υγείας και προόδου.

Ο σύγχρονος «επιθυμητός» άνθρωπος λοιπόν, ενάντια στις δυστοπικές προβλέψεις των συγγραφέων του παρελθόντος δεν είναι το εκμηδενισμένο άτομο, άβουλο και ευνουχισμένο στην υπηρεσία μιας κοινωνίας-κυψέλης. Ο στόχος είναι να διατηρήσει την κριτική του σκέψη, τη δημιουργικότητα και τις αμφισβητήσεις του αλλά εντός του συστήματος με άξονα το σύστημα και προς όφελος του. Δε μιλάμε λοιπόν για καταστροφή της ανθρώπινης συνείδησης αλλά μάλλον για κυρίευση και κατοχή. Ο καλύτερος τρόπος για να διατηρηθεί ένα status είναι να αναπαραχθεί και να συμπυκνωθεί σε κάθε ατομικότητα. Τα πλοκάμια του πρέπει να προσκολληθούν στην προσωπικότητα του ατόμου ώστε εκείνο να μην μπορεί να νοήσει τον εαυτό του έξω από τις υπάρχουσες δομές ή πέρα από αυτές.

Η παραπάνω άποψη δεν αφήνει ανεξήγητη και την περιβόητη «κρίση ηθικής» του σύγχρονου κόσμου. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται περί κρίσης γιατί απλούστατα ποτέ δεν υπήρξε μια ηθική εφαρμοσμένη στην πράξη από όλες τις κοινωνικές ομάδες. Η δομή του συστήματος ευνοούσε και ευνοεί, υπέθαλπε και υποθάλπει τον κοινωνικό δαρβινισμό, την επιβίωση του καταλληλότερου και τον οικονομικό θάνατο του πιο αδύναμου. Απλά η εποχή μας ξεσκέπασε την υποκρισία, τράβηξε το βέλο της «δέουσας συμπεριφοράς» από την ολότελα διαφορετική κατάσταση της υπαρκτής πραγματικότητας. Παλιότερα οι παιδαγωγικές μέθοδοι διδασκαλίας περιελάμβαναν ατέλειωτα ηθικιστικά κηρύγματα περί αλληλοβοήθειας, αλληλεγγύης και ανθρωπισμού. Βέβαια, αν στη ζωή του το άτομο αντιμετώπιζε τα ηθικά του διλήμματα με τα προαναφερθέντα κριτήρια και κόντρα στο συμφέρον του κινδύνευε να χαρακτηριστεί απ τον κοινωνικό του περίγυρο του ως αφελής ή και ανόητος. Σήμερα δεν χρησιμοποιείται πια η ηθική φενάκη. Το ατομικό συμφέρον, ανυψωμένο σε υπέρτατο και απόλυτο στόχο αποτελεί το κίνητρο μιας διαρκούς πάλης που απαιτεί την ψυχή και σώματι αφοσίωση στο σκοπό. Ήταν λοιπόν θέμα χρόνου να ξεκαθαριστεί το κοινωνικό τοπίο του πολιτισμού της γιγαντωμένης αγοράς από οποιεσδήποτε ανθρωπιστικές αυταπάτες. Η ωμή πραγματικότητα αφανίζει τον ηθικό ιδεαλισμό του μέσου ανθρώπου όπως οι πρώτες βροχές τις ουράνιες πολιτείες των Οσμοφάγων στην θιβετιανή μυθολογία. Καθώς η κοινωνία φαίνεται να πλέει δίχως κανένα ηθικό έρμα, η δύναμη του υλικού κέρδους, αναβιβασμένη σε θεότητα από το οικονομικό σύστημα, δίνει το στίγμα ενός κόσμου γυμνωμένου απ το πανάρχαιο σαγηνευτικό του πέπλο.

Αυτός ο κόσμος όμως όπως περιγράφτηκε παραπάνω δεν είναι τίποτα περισσότερο από το πρακτικό αποτέλεσμα μιας εξουσιαστικής επιλογής που ξεδιπλώνεται άλλοτε αυτόνομα και άλλοτε κατά τη βούληση των διευθυντικών κύκλων. Αλλά απέναντι στα δοσμένα οργανωτικά μοτίβα τι έχουν να αντιπροτείνουν όσοι δεν συμμετέχουν στη διαμόρφωση τους; Αντικρίζοντας το σύμπαν των εχθρών της παγκοσμιοποίησης τα συμπεράσματα που αντλούμε απέχουν πολύ από το να θεωρηθούν ενθαρρυντικά. Οι οργανωμένες αντιδράσεις φαντάζουν κάπως σπασμωδικές ενώ στον τομέα των ιδεών με ελάχιστες εξαιρέσεις επικρατεί ένας τυποποιημένος και απόλυτος αρνητισμός, μια επιφανειακή, συνθηματολογική ανάλυση της παγκόσμιας κατάστασης, ανίκανη να υπερβεί το σύστημα και να προτείνει κάτι καινούργιο. Η πνευματική πρωτοπορία των κινημάτων στο μεγαλύτερο μέρος της προσπαθεί να καλύψει το κενό της πολιτικής σκέψης με ποτάμια αφορισμών ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και φόρμουλες του παρελθόντος, που μεταλλαγμένες σε δόγματα, προβάλλονται ως πανάκεια για τα προβλήματα κάθε εποχής. Οι θύελλες της ιστορίας υπερφαλάγγισαν τους πάλαι ποτέ επαναστάτες και τώρα φαίνονται να τρέχουν πίσω από τις εξελίξεις προσπαθώντας να τις χωρέσουν σε σχήματα που συμπληρώνουν αισίως δυο αιώνες ζωής. Ξεχνούν όμως ότι η ιδεολογία και η θεωρία είναι συνάρτηση των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών κάθε εποχής. Δεν είναι δυνατό να εξηγηθούν σ όλο τους το εύρος τα προβλήματα του σήμερα με τα δεδομένα λ.χ. του 1920. Ο σχηματισμός ενός ισχυρού πόλου γύρω από τον οποίο θα συνασπιστούν τα νέα κινήματα αμφισβήτησης φυσικά και προϋποθέτει την συσσωρευμένη ιστορική εμπειρία του παρελθόντος. Αλλά για να προωθηθεί αυτός στο προσκήνιο της ιστορίας ως η διαλεκτική άρνηση του υπάρχοντος status έχει ανάγκη από επαναστατική, δημιουργική φαντασία, ανοιχτό, ελεύθερο πνεύμα, εναλλακτικές προοπτικές και μια θαρραλέα αντιμετώπιση των προκλήσεων του μέλλοντος. Προς το παρόν το σύνθημα «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός» παραμένει απλά σύνθημα. Το όραμα που υπονοεί είναι ακόμα εξορισμένο στη ρομαντική σφαίρα της αφαίρεσης. Το περιεχόμενο που θα χυθεί στην φόρμα του «άλλου κόσμου», για να αποκτήσει ρεαλιστική χροιά, πρέπει να συναρτά αρμονικά τις διαχρονικές διεκδικήσεις της ανθρωπότητας με τις σύγχρονες εξελίξεις και τις επιταγές των νέων καιρών...

Κανείς βέβαια δεν μπορεί να προκαταλάβει την ιστορία εκφέροντας οριστικές κρίσεις για τα μελλούμενα. Η πραγματικότητα του παγκοσμιοποιημένου πλανήτη προσφέρει τις υλικές βάσεις για την εδραίωση νέων πολιτικών και κοινωνικών δομών. Ο χαρακτήρας και η μορφή τους θα καθοριστούν απ' τις συγκρούσεις στο εσωτερικό των παγκοσμιοποιημένων κοινωνιών. Η τελική έκβαση αυτών των συγκρούσεων είναι που θα σφραγίσει τη μοίρα του πλανήτη και όχι κάποια «σιδερένια ιστορική αναγκαιότητα». Γι αυτό και η ανάγκη ενός καινούργιου προτάγματος καθίσταται περισσότερο επιτακτική από ποτέ. Σε περίπτωση που η νέα εποχή δεν εκδηλωθεί ως άρνηση του σκοτεινού μας παρελθόντος, θα αποδειχτεί τελικά καρπός και προέκταση του. Στο φως αυτής της αλήθειας η εικόνα του μέλλοντος παίρνει την αληθινή της μορφή. Αν η παγκοσμιοποίηση δεν χαλιναγωγηθεί, αν δεν επαναχαραχτεί η τροχιά της με άξονα πραγματικά ανθρώπινες και δημοκρατικές αξίες, το κύμα μιας νέας βαρβαρότητας, ενός ακόμη κύκλου αίματος, βίας, και ωμής εκμετάλλευσης θα μας θυμίσει με τον πιο πικρό τρόπο ότι κατά βάθος τίποτα δεν άλλαξε.