Ιστορία | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 1693
Συνέδριο για τις Μνήμες των Εμφυλίων Πολέμων
άρθρο
του Κωστή Παπαϊωάννου
Δευτ, 24 Απρ 2006

 

Σημείωση:
Το επόμενο συνέδριο του Δικτύου για την Μελέτη των Εμφυλίων Πολέμων (ΔΜΕΠ) θα διεξαχθεί στην Καστοριά στις 30/6 και 1/7/2006 και θα έχει σαν τίτλο: «Μνήμες των εμφυλίων πολέμων. Τόποι και εργαλεία». Θα προσπαθήσω με μια σειρά κειμένων, αρχίζοντας από το παρόν κείμενο και μέχρι την έναρξη του εν λόγω συνεδρίου να διατυπώσω μερικές σκέψεις πάνω στα ζητήματα που τίθενται εν όψει αυτού είτε ρητά, όπως το ζήτημα της ιστορικής μνήμης, είτε εκ των πραγμάτων, όπως το ζήτημα του πολιτικού ρόλου που έπαιξε ή επιδιώχθηκε να παίξει το ΔΜΕΠ, στο πλαίσιο του οποίου διοργανώνεται το συνέδριο. Ζητήματα δηλαδή που αφορούν την προσπάθεια για την μελέτη της πρόσφατης Ελληνικής Ιστορίας αλλά και το πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται αυτή η προσπάθεια.


Το πολιτικό πλαίσιο του συνεδρίου

Το ζήτημα του πολιτικού πλαισίου μέσα στο οποίο κινείται η σημερινή ιστοριογραφία, είναι το σημαντικότερο, αν όχι το μοναδικό, καινούριο ζήτημα που τίθεται εκ των πραγμάτων, από την προσπάθεια, να διερευνηθεί η πρόσφατη Ιστορία. Ακριβώς όμως γι αυτό, επιχειρείται να εμποδιστεί η αποκάλυψη της πολιτικής φυσιογνωμίας της διαφωνίας που παρουσιάζεται σαν "επιστημονική", δήθεν στο όνομα της αποφυγής της πόλωσης. Και ενώ στην παράκαμψη της πολιτικής συμφωνούν οι δύο πόλοι όπως αυτοί έχουν σχηματιστεί στην κορυφή της επιστημονικής κοινότητας, η οποία έχει συγκροτηθεί με άξονα ακριβώς την πολιτική διαφωνία, η συμφωνία της αποσιώπησης βρίσκει -- παραδόξως εκ πρώτης όψεως -- εύφορο έδαφος ανάμεσα στους πολλούς και εκλεκτούς επιστήμονες που αποτελούν την βάση της επιστημονικής κοινότητας και επομένως το σώμα της. Χωρίς να μιλήσουμε για την πραγματική νάρκη της μερίδας της νεολαίας που σπουδάζει κοινωνικές επιστήμες, σχετικά με τα πραγματικά και θεωρητικά ζητήματα που θέτει η πρόσφατη ιστορία. Το ζήτημα επομένως του πολιτικού πλαισίου της ιστοριογραφίας, αν και όχι απαραίτητα χρονικά επείγον, είναι το πρώτο σε σημασία, που ουσιαστικά θα απασχολήσει τον παρατηρητή της ιστοριογραφικής δραστηριότητας, είτε αυτός βρίσκεται μέσα είτε βρίσκεται έξω από την επιστημονική κοινότητα.

Το ζήτημα του πολιτικού πλαισίου της σημερινής ιστοριογραφίας, δεν μπορεί να διερευνηθεί ερήμην της ιστορίας του Δικτύου για την Μελέτη των Εμφυλίων Πολέμων, αφού είναι η καινοφανής στην μορφή, επιστημονικά πρωτότυπη και εργώδης προσπάθεια για την αναμόρφωσή της, πέρασε μέσα από την ίδρυση και λειτουργία του ΔΜΕΠ, την εξειδίκευση και διοχέτευση, του γενικό (παγκόσμιου) πολιτικού πλαισίου, στην ελληνική ιστοριογραφική κοινότητα. Από την έναρξη της αντιτρομοκρατικής εκστρατείας μέχρι σήμερα που εμφανίζεται η προσπάθεια για την στροφή του προσανατολισμού της αυτοκρατορικής πολιτικής στην εκστρατεία ενάντια στην μνήμη του κομμουνισμού, τα συνέδρια του ΔΜΕΠ ανταποκρίνονται πιστά -- αν και όχι απαραίτητα αποτελεσματικά -- στις ιδεολογικές ανάγκες της αυτοκρατορικής πολιτικής. Η υπερβολικά εύκολη, αν λάβει κανείς υπ' όψη την χαμηλή επιστημονική τους στάθμη, των μεθοδολογικών προτάσεων των ιδρυτών του ΔΜΕΠ, από την επιστημονική κοινότητα, είναι ένας επιπλέον λόγος να θεωρεί κανείς ιδιαιτέρως επείγουσα την ανάγκη διερεύνησης του πολιτικού πλαισίου μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η ιστοριογραφική δραστηριότητα, όσο και η πολιτική της σημασία.

Ασφαλώς το πολιτικό πλαίσιο δεν μπορεί να διαχωριστεί πραγματικά από τα ζητήματα περιεχομένου των ιστοριογραφικών κειμένων τα οποία παράγονται, ούτε από το ίδιο το αντικείμενο της ιστοριογραφίας, που είναι τα ιστορικά γεγονότα, εν προκειμένω τα γεγονότα των Εμφυλίων Συγκρούσεων. Στην έκθεση, ωστόσο των απόψεων, ή στην κριτικής τους ο διαχωρισμός είναι υποχρεωτικός και άλλωστε η παραγωγή διακρίσεων, και άρα διαχωρισμών, ταυτίζεται ουσιαστικά με την παραγωγή γνώσης. Οι προτάσεις για μια "φρέσκια ματιά στην ιστορία", για την υιοθέτηση δηλαδή νέων μεθόδων στην ιστοριογραφία, δεν είναι παρά προτάσεις για αλλαγή των κριτηρίων στην παραγωγή διακρίσεων. Εξετάζοντας επομένως το πολιτικό πλαίσιο θα καταλήξουμε να εξετάζουμε, πώς οι προσπάθειες που αναπτύσσονται μέσα στο πλαίσιο, καταλήγουν να ορίζουν το πλαίσιο που τις ορίζει, δίνοντας έτσι έναν δυναμικό, δηλαδή ιστορικό, χαρακτήρα τόσο στην ιστοριογραφία όσο και στο πλαίσιο της ύπαρξής της.


Σύγχρονη αντίληψη για την ιστορία

Από αυτό το σημείο όμως, δηλαδή από την αλληλεπίδραση και τον αλληλοκαθορισμό πλαισίου και περιεχομένου της ιστοριογραφίας, αρχίζει η διαμόρφωση μιας σύγχρονης αντίληψης της γενικής κοινωνικής ιστορίας, του αντικειμένου δηλαδή της ιστοριογραφίας, καθώς και των διαφορετικών θεωρητικών σχημάτων που την συγκροτούν. Πολιτικών θεωριών που αφορούν την ιστοριογραφική θεώρηση των πολιτικών γεγονότων και ιστορικών θεωριών που αφορούν την πολιτική θεώρηση της ιστοριογραφίας. Με άλλα λόγια ένα από τα ζητήματα που θέτει το συνέδριο για τις "ιστορικές μνήμες" είναι η συνδυασμένη επανεξέταση των εννοιών της Ιστορίας και της Ιστοριογραφίας. Η επανεξέταση της έννοιας της Ιστορίας για την σημερινή κοινωνία, καθώς και η επανεξέταση του ρόλου της Ιστοριογραφίας μέσα στην σημερινή κοινωνία.

Κατ' αρχήν λοιπόν, το προσεχές συνέδριο δεν έχει σαν θέμα ένα ζήτημα ιστορίας αλλά ένα θέμα πολιτικής. Ήδη η επιλογή του τίτλου "Μνήμες Εμφυλίων Πολέμων", αποτελεί συνέχεια και συμπλήρωση μιας πολιτικής πρόκλησης που αποτελεί η χρήση του πληθυντικού (Εμφυλίων Πολέμων αντί Εμφυλίου Πολέμου) στον τίτλο του ΔΜΕΠ, καθώς και σε όλες γενικά, τις μέχρι σήμερα δραστηριότητές του Δικτύου (1) και που απευθύνεται στην μέχρι τώρα πολιτική αντίληψη για την ιστορία. Με τον πληθυντικό στον τίτλο του επικείμενου συνεδρίου, η πρόκληση προχωράει από την υποκατάσταση του ιστορικού γεγονότος (ως αντικειμένου της ιστοριογραφίας) με ένα σύνολο εξατομικευμένων γεγονότων, στην υποκατάσταση της έννοιας της Ιστορικής Μνήμης με την έννοια ενός συνόλου εξατομικευμένων ιστορικών μνημών. Επιχειρείται δηλαδή η μεταφορά της "ανακατασκευής" της ιστορίας από την στατιστική επεξεργασία των ίδιων των εξατομικευμένων ιστορικών γεγονότων, στην στατιστική επεξεργασία των εξατομικευμένων ιστορικών μνημών.

(1) Εξαίρεση αποτέλεσε το συνέδριο για τους πολιτικούς πρόσφυγες. Εκεί δεν μπορούσε να γίνει λόγος για "πολιτικές προσφυγιές" δεδομένου αυτό το ελληνικό φαινόμενο, είναι μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία. Εκεί όμως η εξαίρεση εντάχθηκε στον κανόνα, με το επίσης πρωτοφανές να μη γίνει ουσιαστικά λόγος για την μοναδικότητα ενός φαινομένου που είναι θέμα ενός συνεδρίου.


Η επικαιρότητα μιας αντεπιστημονικής πρόκλησης

Η πρόκληση πάντως είναι εξαιρετικά επίκαιρη. Δεν είναι άλλωστε τυχαία η σύμπτωση της στροφής του ΔΜΕΠ, από την μελέτη της "εμφύλιας τρομοκρατίας" στην μελέτη της "εμφύλιας μνήμης", με την μεθοδευόμενη πολιτική στροφή της παγκόσμιας πολιτικής εξουσίας, από την εκστρατεία ενάντια στην τρομοκρατία στην εκστρατεία ενάντια στην μνήμη, που μεθοδεύεται μέσω κινήσεων όπως το πρόσφατο μνημόνιο του Συμβουλίου της Ευρώπης. Πρόκειται ωστόσο για μια πρόκληση που δεν είναι μόνο επίκαιρη αλλά και εύστοχη. Γιατί έχει αρχίσει να γίνεται κατανοητό ότι η ιστορία είναι σημαντική, όχι τόσο ως γνώση των ιστορικών γεγονότων, όσο κυρίως ως ιστορική πείρα που συσσωρεύεται από την επεξεργασία των ιστορικών γεγονότων μέσα στο "κοινωνικό εργαστήριο" της ιστορικής μνήμης. Αυτό άλλωστε είναι επακόλουθο της συνειδητοποίησης ότι η ίδια η ιστορία (πάντα ως αντικείμενο της ιστοριογραφίας) συνίσταται πράγματι στην δράση των λεγομένων, στο πλαίσιο της "φρέσκιας ματιάς" στην ιστορία, "ανώνυμων πρωταγωνιστών". Ο αγοραίος τρόπος με τον οποίο μπορούν να αντιληφθούν τόσο την λειτουργία του "κοινωνικού εργαστηρίου", όσο και την δράση των "ανώνυμων πρωταγωνιστών", οι οργανωτές του συνεδρίου, και η επακόλουθη φαντασίωση τους, ότι θα μπορέσουν να διευθύνουν την λειτουργία του εργαστηρίου κατά βούληση, δεν ακυρώνει την επικαιρότητα της στροφής που επιχειρούν αλλά αντίθετα την υπογραμμίζει.

Η έννοια της ιστορικής μνήμης είναι μια έννοια που αφορά την λειτουργία της κοινωνικής συνείδησης. Το ερώτημα περί του αν μπορούμε να θεωρήσουμε χρήσιμο το σχήμα της κοινωνικής συνείδησης, είναι επακόλουθο του ερωτήματος αν μπορούμε να θεωρήσουμε χρήσιμο το σχήμα της κοινωνίας σαν οντότητα. Στα δύο αυτά ερωτήματα (στα οποία ο γράφων απαντά βεβαίως θετικά), δεν δίνεται συνήθως ευθεία απάντηση από αυτούς που επανδρώνουν την κορυφή της επιστημονικής κοινότητας. Η έμμεση απάντηση είναι αρνητική και κατά κανόνα ως επιχείρημα χρησιμοποιείται το "κύρος" αυτών που την απαντούν εμμέσως αρνητικά. Η στροφή όμως του ενδιαφέροντος στη ιστορική μνήμη, έστω και με τη μορφή "ιστορικές μνήμες", δείχνει ότι όσο πιο αμήχανη γίνεται η αρνητική απάντηση, στα προηγούμενα ερωτήματα, τόσο πιο αναγκαία αποδεικνύεται η θετική απάντηση. Η στροφή στην προφορική ιστορία που τελευταία χρόνια έχει αποκτήσει σημαντικό ρόλο, ως μέθοδος ιστοριογραφίας, επισύροντας και τις σχετικές διαφωνίες, οι οποίες προς το παρόν ούτε έχουν αρθεί αλλά και ούτε έχουν διευκρινιστεί, μέσω έκθεσης των αμοιβαίων επιχειρημάτων, είναι η βασικότερη αποχρώσα ένδειξη της έμπρακτης γενικής παραδοχής, της κοινωνίας ως οντότητας με το επακόλουθο της παραδοχής της ύπαρξης κοινωνικής συνείδησης.


Το καθήκον του επικείμενου συνεδρίου

Όλα αυτά που ειπώθηκαν πιο πάνω, μπορούν να συνοψιστούν ως εξής: Το επικείμενο συνέδριο θέτει, ρητά ή εκ των πραγμάτων, τρία ζητήματα ουσίας που αφορούν την ιστοριογραφία. Το πρώτο είναι περί του τρόπου με τον οποίο εντάσσεται γενικά αλλά και η συγκεκριμένη ιστοριογραφία, μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Το δεύτερο είναι το κατά πόσο, μέσα από την ιστορική μνήμη, προκύπτει ότι η κοινωνία συνειδητοποιεί την κοινωνική κρίση στην οποία βρίσκεται σήμερα. Το τρίτο είναι αν η κοινωνική σκέψη αντιλαμβάνεται την διαδικασία που αρχίζει με την παρατήρηση των κοινωνικών πραγμάτων, που περνάει από την εξαγωγή συμπερασμάτων και τελειώνει με την κοινωνική πράξη. Τελικά όμως το σοβαρότατο ζήτημα αιχμής που τίθεται εν όψει των σημερινών κοινωνικών δεδομένων και δεν θα μπορούσε, ως εκ τούτου παρά να τίθεται στο εν λόγω συνέδριο, είναι το ζήτημα της θέσης από την οποία παρατηρούν διάφορες πλευρές το κοινωνικό φαινόμενο που ονομάζουμε Ιστορία. Τίθεται με άλλα λόγια το ζήτημα της παρατήρησης ενός φαινομένου από έναν παρατηρητή που βρίσκεται μέσα στο φαινόμενο αποτελώντας στην ουσία μέρος του. Στην συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για την παρατήρηση της πρόσφατης ιστορίας από μια επιστημονική κοινότητα η οποία συμμετέχει στο ιστορικό φαινόμενο. Αυτό είναι το πρόβλημα της ανυπαρξίας του λεγόμενου "αρχιμήδειου σημείου" που απασχολεί όλες τις κοινωνικές επιστήμες, το οποίο όμως είναι φανερό ότι δεν μπορεί να λυθεί με την ισχύουσα "ορθολογιστική" λογική. Γι αυτό και αυτοί που φιλοδοξούν να ποδηγετούν την επιστημονική κοινότητα, το καταργούν ως πρόβλημα εφευρίσκοντας άλλου είδους "αποστάσεις" από το φαινόμενο σε αντικατάσταση της απόστασης των "εκατό χρόνων" που χρειάζονταν κάποτε οι ιστορικοί για να μελετήσουν την ιστορία.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα του επικείμενου συνεδρίου, δεν θα πλησιάζει ούτε κατά μεγάλη προσέγγιση, αυτό που ελπίζουν οι οργανωτές του. Οι ελπίδες τους διαφαίνονται με αρκετή σαφήνεια, μέσα από την διακήρυξη του συνεδρίου αλλά και μέσα από την ιστορία των προηγούμενων συνεδρίων του ΔΜΕΠ, καθώς και από όλη ιστορία των κινήσεων των ιδρυτών του Δικτύου. Είναι αλήθεια ότι η ιστορία τους δείχνει επίσης ότι δεν συνειδητοποιούν πλήρως τί ακριβώς ελπίζουν. Μπορούμε εντούτοις να τους βοηθήσουμε λέγοντας ότι δεν θα "εκμαιευθεί" από το συνέδριο μια μέθοδος επεξεργασίας της κοινωνικής συνείδησης που θα βοηθήσει την αυτοκρατορική πολιτική την οποία υπηρετούν να σταθεροποιήσει την πολιτική της. Πρέπει όμως να υπογραμμισθεί επίσης ότι όπως και τα προηγούμενα συνέδρια του ΔΜΕΠ έτσι και αυτό, σαν αντικείμενο παρατήρησης και μελέτης, είτε εκ μέρους αυτών που θα συμμετάσχουν σαν εισηγητές, είτε εκ μέρους αυτών που το παρακολουθούν από διάφορες αποστάσεις, μπορεί να οδηγήσει σε διαφόρων ειδών, εξαιρετικά ενδιαφέροντα συμπεράσματα.


Η χρησιμότητα της ματαιότητας

Εν κατακλείδι το συνέδριο για την ιστορική μνήμη τοποθετείται στην σειρά των συνεδρίων που έχει οργανώσει το ΔΜΕΠ, συσχετίζεται με την όλη ιστοριογραφική δραστηριότητα και εντάσσεται στην όλη προσπάθεια παραγωγής θεωρίας η οποία θα στηρίξει την πολιτική μεταρρύθμιση που επιχειρείται από την πλευρά της αυτοκρατορικής εξουσίας. Τα άλλα θέματα που υπάρχουν στην "ημερήσια διάταξη" αυτής της μεταρρύθμισης είναι:

  • Η αναθεώρηση της έννοιας του Έθνους, προκειμένου να οριστεί το κοινωνικό πλαίσιο της εξουσίας και των υποκειμένων στην εξουσία.
  • Η αναθεώρηση της έννοιας του λεγόμενου Δημόσιου Χώρου προκειμένου να αναπτυχθεί η "τεχνολογία" της κατασκευής κρατών.
  • Η αντικατάσταση της έννοιας του κυρίαρχου λαού με την λεγόμενη "κοινωνία των πολιτών" σαν πολιτικό πλαίσιο της αυτοκρατορικής εξουσίας.

Η αναμόρφωση της ιστοριογραφίας που έχει άτυπα (τουλάχιστον κατά το -- προς το παρόν -- ορατό μέρος των διαδικασιών) ανατεθεί στον ενοποιημένο πλέον κλάδο της Ιστορικής και Πολιτικής Επιστήμης, είναι πρωταρχικής σημασίας για την επιτυχία των παραπάνω εγχειρημάτων. Το ιδιαίτερα σημαντικό καθήκον που έχει να εκπληρώσει η διεπιστημονική επιχείρηση, της αναμόρφωσης της ιστοριογραφίας, είναι να ξαναπιάσει η κοινωνική συνείδηση τον μίτο της ιστορίας από εκεί που τον έχασε, βιασμένη από την ψυχροπολεμική εξουσία, την προκάτοχη της αυτοκρατορικής, στο τέλος του Εμφυλίου Πολέμου. Η σημερινή αυτοκρατορική εξουσία, γεννάει σε ορισμένους επιστήμονες την ελπίδα, ότι θα βοηθήσουν, αυτή την φορά, ο μίτος να οδηγήσει την κοινωνική συνείδηση σε άλλη έξοδο, από την κοινωνική κρίση, αντί αυτής στην οποία την οδηγούσε στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Μπορεί όμως εύκολα να αποδειχθεί ότι κάθε ελπίδα να καρποφορήσει μια τέτοια επιχείρηση είναι μάταια και ότι αντίθετα κάθε προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση οδηγεί αντίθετα στην ενίσχυση της κοινωνικής προοπτικής, που ήταν ήδη ορατή πριν από την έναρξη του αντιφασιστικού πολέμου.