Ο κ. Αντώνης Καρκαγιάννης από τις στήλες της "Καθημερινής" (Τετάρτη 21 Ιουνίου 2006) έσπευσε να καταδικάσει τους φοιτητές που "παρανομούν", να αντιμετωπίσει "σοβαρά" την φοιτητική αναταραχή σαν μέρος της πολιτικής ζωής της χώρας και να "αναρωτηθεί" αν κάνουν καλά τα κόμματα που εν ονόματι του ψηφοθηρικού τους συμφέροντος, ανέχονται ή και υποθάλπουν τις νεανικές παρανομίες. Από τις πολιτιστικές στήλες της ίδιας εφημερίδας ο κ. Νίκος Ξυδάκης τέσσερις μέρες αργότερα (Ένα Βλέμμα. Είναι παλιόπαιδα - παιδιά παλιανθρώπων, Κυριακή, 25 Ιουνίου 2006) σπεύδει να πάρει το μέρος των παλιόπαιδων της φοιτητικής νεολαίας που οι "άλλοι" παλιάνθρωποι καταδικάζουν:
«Δεν μπορώ να αποφύγω το θέμα: τους νέους. Θυμηθήκαμε ότι υπάρχουν νέοι, επειδή μυρίσαμε τον καπνό των καταλήψεων, και πολλοί μαζί πέσαμε πάνω τους. Όχι για να διακρίνουμε τη φωτιά πίσω από τον καπνό, όχι για ν' αφουγκραστούμε τι λένε, τι ψιθυρίζουν και τι εννοούν, αλλά για να τους πούμε τι πρέπει να λένε, πώς πρέπει να σκέφτονται, ακόμη και πώς πρέπει να αισθάνονται.»
Διαβάζοντας αυτή την πρώτη παράγραφο στο κείμενο του κ. Ν. Ξυδάκη, στην αρχή μας κατέλαβε μια συγκίνηση. Ανατριχιάσαμε μπροστά στο πνεύμα κατανόησης και σεβασμού προς την ζωντάνια της νεολαίας που τρέφει ένας ενήλικας. Όταν μάλιστα τον βλέπουμε, πιο κάτω, να τραβάει ελαφρώς πλην σαφώς το αυτάκι των επικριτών της, όπως είναι και ο συνάδελφός του ο κ. Καρκαγιάννης:
«Μια κοινωνία που αποθεώνει και λιγουρεύεται και εμπορεύεται τη νεότητα, πώς τα γυρνάει και τη λοιδορεί όταν αυτή η νεότης ξεφεύγει απ' τις νόρμες; Με ποια λογική, μάλλον ποιο θράσος, ζητάμε από τους νέους να αποδεχθούν το μέλλον που τους ετοιμάζεται λαμπερό και κούφιο; Να μην είναι αρνησίες και ρέμπελοι στα είκοσί τους χρόνια; Μα κανείς από τους ορθοτομημένους επικριτές τους δεν υπήρξε είκοσι χρόνων; Όλοι γέροι και σοφοί γεννήθηκαν;»
Μετά όμως που το ξανασκεφτήκαμε (ρητορικά το λέμε -- από την αρχή εκεί πήγε το μυαλό μας) ανακαλύψαμε ότι σήμερα το παιχνίδι του "κακού ασφαλίτη" και του "καλού ασφαλίτη" που έπαιζε στα νιάτα μας το σπουδαστικό τμήμα της ασφάλειας το παίζουν σήμερα οι "κακοί" και "καλοί" δημοσιογράφοι, πολιτικοί, πανεπιστημιακοί, επιστήμονες, ακτιβιστές, ειδικοί των ΜΚΟ και ... Συμπληρώστε τον κατάλογο με όποιο δημόσιο ρόλο βάζει το μυαλό σας.
Καταλαβαίνει τους νέους ο κύριος Ξυδάκης, κι αυτός νέος ήταν στα νιάτα του και ίσως τότε να έβαλε κι αυτός κανένα μπουρλώτο. Αλλά ακόμα δεν πρόλαβε να γεράσει (αν κρίνουμε από την φωτογραφία του) και έπαψε να βάζει μπουρλώτα εκεί που συχνάζει. Και για να μην βαυκαλίζεται, το ίδιο το άρθρο του, παρά την ταρατατζούμ αρχή του, δεν λέει τίποτα διαφορετικό από το άρθρο του συναδέλφου του κ. Καρκαγιάννη:
«Δεν δικαιολογώ τα σπασίματα και τους βανδαλισμούς, αλλά να, υποψιάζομαι ότι η κοινωνία είναι και πεδίο συγκρούσεων, δεν είναι γήπεδο σκουός για αγγέλους,...»
Ούτε την αποκήρυξη των σπασιμάτων και των βανδαλισμών δεν κατάφερε να παραλείψει ο κ. Ξυδάκης και πως η κοινωνία είναι και (προσέξτε "και") πεδίο συγκρούσεων μόλις που το "υποψιάζεται" και δεν παραλείπει να πετάξει και ένα καλαμπουράκι του χειρίστου είδους, "δεν είναι γήπεδο σκουός για αγγέλους" για να υποβαθμίσει την ίδια του την "υποψία". Ποιος τάχα του είπε ότι με το που ενηλικιώθηκε ο κ. Ξυδάκης απαλλάχτηκε από την υποχρέωση να λειτουργεί πολιτικά μέσα στην κοινωνία; Δεν είναι γήπεδο σκουός για αγγέλους η κοινωνία, αυτό το γνωρίζαμε, αλλά τότε τί είναι η κοινωνία κατά την γνώμη του;
Μια κοινωνία παλιανθρώπων μας λέει εμμέσως πλην σαφώς ο κ. Ξυδάκης. Ας μιλήσει για τον εαυτό του. Πολλοί, συνάνθρωποί του, μεταξύ των οποίων και ο γράφων, δεν αισθάνονται καθόλου παλιάνθρωποι. Δεν ξέρουν μεν σκουός, ξέρουν όμως αρκετά καλά τί είναι η κοινωνία. Και όσο ξέρουν, το συζητάνε και όσο δεν ξέρουν προσπαθούν να το μάθουν και να το καταλάβουν. Όχι για να "φτιάξουν" την κοινωνία, αλλά για να κάνουν καλύτερη την δική τους ζωή και για να έχουν τον ναρκισσισμό τους καλοθρεμμένο, αντί να τον σιτίζουν με παλιανθρωπιές και με κομπασμούς. Γι αυτό και δεν έχουν κανένα κόμπλεξ που να τους εμποδίζει να χαίρονται γι αυτό που σημαίνουν οι "αταξίες" των νέων. Γι αυτό και δεν έχουν κανέναν φόβο που να τους εμποδίζει να τσακωθούν και να βριστούν μαζί τους όταν πολιτικοποιούν τις "αταξίες" τους όπως χρειάζεται στους διάφορους "ενήλικες" είτε "κακούς" σαν τον κ. Καρκαγιάννη είτε "καλούς" σαν τον κ. Ξυδάκη, για να διατηρήσουν την τάξη του "μαντριού" που τους ... περιμένει!
Να πως τελειώνει το "καλό" άρθρο του ο κ. Ξυδάκης:
«Υποψιάζομαι επίσης ότι ένας 18χρονος ή 20χρονος νιώθει αθάνατος, ικανός να αρνηθεί το «καλό» του, από γινάτι και αποκοτιά, κι όχι από υπολογισμό. Την ύπαρξή του συγκλονίζει ο σπασμός της άρνησης, η μέθη της υπέρβασης (...) ενός ρεμπελιού (...) υπό τη σκέπη του οικογενειακού ψυγείου και του χαρτζιλικιού, αλλά όχι λιγότερο απαιτητού. Το ζητάει ο οργανισμός του. Είναι το μόνον ίσως του βίου τίναγμα, σωματικό και θυμικό, προς εξεγερσιακή τροπή, ένας σπασμός του φαντασιακού προς το ρεμπελιό, μια παράταση ρέμπελης αγελαίας ζωής, λίγο πριν από τον σταβλισμό.»
Η πραγματική θέση του κ. Ξυδάκη είναι το "αναπότρεπτον" του "σταβλισμού". Τα υπόλοιπα είναι λόγια του αέρα. Τόσο οι "καλοί" όσο και οι "κακοί" της εξουσίας, είτε ανήκουν στον τύπο, είτε στην πολιτική, είτε στο πανεπιστήμιο είτε σε διάφορα πεδία της οικονομίας και του πολιτισμού, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να λένε λόγια του αέρα, για να δικαιολογήσουν το αναπότρεπτον της εξουσίας τους. Τα μέλη όμως της κοινωνικής βάσης, οι άνθρωποι, που δεν έχουν ούτε επιδιώκουν να αποκτήσουν εξουσία δεν είναι υποχρεωμένοι ούτε να ακούνε ούτε να λένε λόγια του αέρα. Πρώτοι και καλύτεροι οι φοιτητές και γενικά οι νέοι.
Η πραγματική παγίδα που στήνει στον αναγνώστη του, το άρθρο του "καλού" δημοσιογράφου κ. Νίκου Ξυδάκη, είναι πως παρουσιάζει την νεολαία σαν ένα "ξεχωριστό" κομμάτι της κοινωνίας. Οι νέοι είναι τα "παιδιά των παλιανθρώπων":
«...εμείς τα κάναμε έτσι κακομαθημένα, απείθαρχα και αντιδραστικά, επειδή είμαστε εμείς απείθαρχοι, άρπαγες και λουφαδόροι. Ειδάλλως, να παραδεχτούμε ότι αποτύχαμε σαν γονείς, σαν δάσκαλοι και σαν κοινωνία... προσπαθήσαμε ίσως, αλλά αποτύχαμε...»
Δεν είναι όμως καθόλου έτσι. Αφού του αρέσει το "μαντρί" ας παραδεχτεί ο κ. Ξυδάκης ότι η κοινωνία είναι ένα "μαντρί" και "έξω" από το "μαντρί" δεν υπάρχει. Μέσα στο "μαντρί" γεννιόμαστε και μέσα στο "μαντρί" πεθαίνουμε. Τα φαινόμενα της νεολαίας επομένως, και όχι μόνο αυτά άλλωστε, είναι φαινόμενα του "μαντριού" και αυτό είναι που προσπαθούν να εξορκίσουν τόσο ο "καλός" όσο και ο "κακός" δημοσιογράφος, γιατί είναι φαινόμενα που υπονομεύουν τα θεμέλια του "μαντριού". Απειλούν να το γκρεμίσουν και να στήσουν στη θέση του μια κανονική κοινωνία, στην οποία οι "καλοί" και οι "κακοί" ενήλικες θα "χάσουν" αυτό που τώρα θεωρούν "κερδισμένο": την εξουσία τους.