Στο θέατρο της αντιτρομοκρατικής εκστρατείας παίχτηκαν μέχρι σήμερα δύο πράξεις: Τέθηκε η συμβολική σύνδεση της τρομοκρατίας με την επανάσταση και παρουσιάστηκαν οι βασικοί ρόλοι. Ολοκληρώνεται τώρα με τις απολογίες και η τρίτη και τελική πράξη: Εκτίθεται η ιδεολογική «πλατφόρμα» των δύο πλευρών και ακολουθεί η επιμέτρηση της ποινής από τον από μηχανής θεό. Η όλη διαδικασία εννοήθηκε ως δράμα, αλλά εξελίχθηκε με ευθύνη της αντιτρομοκρατικής πλευράς σε κωμωδία. Απέτυχε, με άλλα λόγια, η απόπειρα να δημιουργηθεί μια σχέση ψευδούς αντίθεσης αντιτρομοκρατικού και τρομοκρατικού λόγου και επομένως απέτυχε η επιχείρηση ανανέωσης του αστικού πολιτικού λόγου, που έχει φθαρεί στα χρόνια που μεσολάβησαν από το τέλος του εμφυλίου. Η επιχείρηση αυτή ήταν προορισμένη να χρεοκοπήσει. Το ερώτημα που παραμένει είναι με πόση ζημιά θα «ακουστεί» επιτέλους στην πολιτική σκηνή ο λόγος της κοινωνίας που σήμερα είναι απλά θεατής αυτής της «παράλογης» φάρσας.
Το αρμονικό δίπολο τρομοκρατία-αντιτρομοκρατία απέκτησε ένα διπλό ρόλο, συμφωνημένο άρρητα απ' όλες τις πολιτικές τάσεις: Προσέφερε μια «γλώσσα» αντιθετικής επικοινωνίας στο χώρο της ελληνικής εξουσίας και έγινε το αμφίδρομο «κανάλι» πρόσληψης της πλανητικής εξουσίας στον ελληνικό χώρο και επιστροφής των αποτελεσμάτων του «λαλίστατου» ελληνικού εγχειρήματος στη «γλωσσικά» πάμπτωχη πλανητική εξουσία. Ως έδαφος της επιχείρησης προοριζόταν το «τηλεοπτικό ακροατήριο» και αντικείμενο της επιχείρησης ήταν η επαναφορά στο λόγο, η επανάσταση ταυτισμένη συμβολικά με την τρομοκρατία. Αυτή η ταύτιση θα υπηρετούσε ένα διπλό σκοπό: Θα επανέφερε την αναγκαία, αλλά αποβεβλημένη, από το τέλος του εμφυλίου, έννοια της επανάστασης στον πολιτικό λόγο, εμποδίζοντας την ανάπτυξη ενός επαναστατικού πολιτικού λόγου. Θα διευκόλυνε, με άλλα λόγια, την επίθεση στην επανάσταση, που παρουσιάζεται ως επίθεση στην τρομοκρατία, απαγορεύοντας την υπεράσπιση της επανάστασης, που θα φαινόταν ως υπεράσπιση της τρομοκρατίας. Φάνηκε σαν η έγκληση, για πολιτικές ευθύνες, να απευθύνθηκε προς την Αριστερά, επειδή αυτή αποτελεί την παραδοσιακή κοινωνική αντιπολίτευση. Αυτό ήταν ένα μοιραίο λάθος στρατηγικής: Ουδείς είναι δυνατόν να πιστέψει ότι η σημερινή Αριστερά αποτελεί αντιπολίτευση οποιουδήποτε είδους. Οι ηγέτες της όχι μόνο, από το 1949, αποκηρύσσουν μετά βδελυγμίας την επανάσταση, αλλά χρησιμοποίησαν κατά κόρο σαν όχημα για την απομάκρυνσή τους από αυτήν την ψευδή εξίσωσή της με τη βία.
Το λάθος τακτικής ήταν η άρση της απόφασης για δημοσιότητα. Δικαιολογημένα τα στρατηγεία της επιχείρησης δείλιασαν να ρίξουν στη μάχη τη θλιβερή τηλεοπτική ιντελιγκέντσια. Αλλά προπαγάνδα χωρίς προπαγανδιστές δεν γίνεται. Η επιχείρηση, επομένως, ταύτισης της επανάστασης με την «ένοπλη βία» εξελίχθηκε σε μια τεράστια γκάφα, αναπόφευκτη αλλά μοιραία. Αναπόφευκτη διότι η επιστροφή της έννοιας «επανάσταση» στον πολιτικό λόγο είναι απαραίτητη και για την κοινωνία και για την εξουσία. Μοιραία διότι: (α) δεν δυσφήμησε την επανάσταση αλλά τους λαθρόβιους σοσιαλισμούς που θησαύρισαν ως κλεπταποδόχοι των πολιτικών ιματίων της, (β) δεν απομυθοποίησε την απούσα επαναστατική Αριστερά, αλλά την παρούσα αστικοποιημένη Αριστερά και (γ) δεν ζωντάνεψε το νεκρό πολιτικό λόγο στο χώρο της εξουσίας, αλλά προχώρησε ένα βήμα την επαναφορά του επαναστατικού λόγου που «χάθηκε» μέσα στη σύγχυση και τον ορυμαγδό της μάχης του Γράμμου.