Η συζήτηση για την οικονομική κρίση της Ελλάδας έχει τελματώσει στην ανάλυση της σπατάλης του δημοσίου χρήματος για την πληρωμή των μισθών των υπαλλήλων του, άντε και στο θέμα της φοροδιαφυγής. Η μανία με την οποία τα ΜΜΕ επικεντρώνονται στον αριθμό και το ύψος των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων σχετίζεται με πολλές από τις νευρώσεις της ελληνικής κοινωνίας, με πιο ενδιαφέρουσα ίσως την έλλειψη κοινωνικής συνοχής.
Σε ένα πιο αφηρημένο επίπεδο όμως αυτό που κεντρίζει το ενδιαφέρον είναι ο χαρακτήρας της όλης συζήτησης. Αν σκύψετε με προσοχή πάνω από την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία συζητιέται, θα ανακαλύψετε τεράστιες ομοιότητες με το κλίμα των συζητήσεων του άλλου μεγάλου προβλήματος, της λεγόμενης «κλιματικής αλλαγής»: και τα δύο προβλήματα, μας λένε, έχουν προκύψει από τη συσσώρευση ετών κακοδιαχείρισης, συνεπικουρούμενη από μία κάποια αφέλεια και ανικανότητα να αντιμετωπισθεί η τρέχουσα πραγματικότητα καθώς και μία αναβλητικότητα, η οποία ορίστε που μας έχει οδηγήσει. Και στις δύο περιπτώσεις ο δράστης της κακοδιαχείρισης είναι ένα συλλογικό κοινωνικό υποκείμενο στο οποίο συμμετέχουν ανεξαιρέτως όλοι. Όπως φερ' ειπείν σε επίπεδο συνεισφοράς στην περιβαλλοντική κατάντια, υπολογίζονται με το ίδιο ακριβώς βάρος, η κατανάλωση ρεύματος κοινών λαμπτήρων ενός διαμερίσματος 67 τ.μ. με τα απόβλητα μίας αυτοκινητοβιομηχανίας, έτσι και στο επίπεδο της συνεισφοράς της ελληνικής κοινωνίας στην οικονομική κρίση συνυπολογίζονται οι πλασματικές υπερωρίες κάποιων δημοσίων υπαλλήλων, με την αποφυγή πληρωμής προστίμου 5,5 δις από κάποια εταιρία, για φορολογικές ατασθαλίες προφανώς μεγαλύτερης αξίας. Με παρόμοιο τρόπο, όπως και στην περίπτωση των κλιματικών αλλαγών, το κάλεσμα για συνειδητοποίηση και επίλυση του προβλήματος απευθύνεται σε όλους ανεξαιρέτως, έτσι και στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης στην οικονομία, το κάλεσμα για συμμετοχή στην επίλυση απευθύνεται σε όλη την ελληνική κοινωνία.
Ο τρόπος που γίνεται η συζήτηση για τα δύο θέματα έχει πολλά κοινά στοιχεία, αλλά κυρίως ο τρόπος επίλυσης που προτείνεται είναι που έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Καθώς μας λένε ότι, για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής, όλοι μπορούμε και οφείλουμε να αλλάξουμε νοοτροπία και συμπεριφορά, με τον ίδιο τρόπο στη συζήτηση για την έξοδο από την οικονομική κρίση η βασική απαίτηση, μας λένε εξ ίσου ότι είναι, να συνειδητοποιήσουμε όλοι μας πως όλοι οφείλουμε κάτι να κάνουμε. Κυρίως δε θυσίες. Αυτή η αντιμετώπιση είναι που έχει πείσει το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας περί της αναγκαιότητας των σκληρών μέτρων. Όλοι φαίνεται να είναι έτοιμοι να δεχτούν κάποια μείωση στο μισθό τους και κυρίως οι δημόσιοι υπάλληλοι. Καθώς προωθείται με βίαιο τρόπο ο εθελοντισμός ως μόνη πιθανή λύση των προβλημάτων, του περιβαλλοντικού πρωτοστατούντος, αφού βασίζεται σε ένα επίπεδο συνειδητοποίησης πέραν του ατομισμού, ο οποίος κατηγορείται ασυζητητί για όλα τα προβλήματα, των οικονομικών και περιβαλλοντικών συμπεριλαμβανομένων, έτσι η συζήτηση ρέπει επικίνδυνα στο «τι μπορείς να κάνεις εσύ για την οικονομία του κράτους σου κι όχι στο τι μπορεί να κάνει το κράτος για την οικονομία σου». Τρελά πράγματα δηλαδή.
Βασικό πρόβλημα παραμένει η ανάγκη/απαίτηση/κατάντια της ελληνικής κοινωνίας να δέχεται την παρούσα κατάσταση ως δεδομένη και να μην μπορεί ούτε καν να διανοηθεί να αμφισβητήσει τα βασικά δεδομένα που τίθενται. Κάθονται όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι σαν ηλίθιοι και ακούνε από στόματος τηλεοπτικών κυρίως δημοσιογράφων να κατηγορούνται ως κατσικοκλέφτες του δημοσίου χρήματος, λες και παίρνουν τον απίστευτα υψηλό μισθό τους, που δεν τους αξίζει σε καμία περίπτωση, κατευθείαν από την τσέπη των φορολογούμενων (λες και αυτοί δεν φορολογούνται) και το μόνο που σκέφτονται είναι πως θα γίνει κάποιος να σταματήσει τους δημοσιογράφους να τα λένε όλα αυτά.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Τα ιδιωτικά κανάλια τηλεόρασης στην Ελλάδα εκχωρήθηκαν χωρίς ουσιαστικό αντάλλαγμα σε μερικούς χωρίς το ελληνικό δημόσιο (εμείς οι άλλοι δηλαδή) να ωφεληθεί καθόλου και χωρίς να έχει μόνιμα και σοβαρά οφέλη από την εκμετάλλευση ενός δημοσίου αγαθού, που είναι οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες. Η ληστρική και χωρίς ανταποδοτικότητα εκμετάλλευση ενός δημοσίου αγαθού και η τηλεθέαση του ελληνικού κοινού είναι που επιτρέπει σε αυτούς του δημοσιογράφους να αμείβονται παχυλά με χιλιάδες ευρώ για να κατηγορούν τους δημοσίους υπαλλήλους και τις πενιχρές αμοιβές τους. Είναι οι διαφημίσεις κρατικών φορέων, διαφημίσεις πληρωμένες με κρατικά δημόσια χρήματα που αποφέρει απίστευτα κέρδη στους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς και επιτρέπει στους παχυλά αμειβόμενους αστέρες της ενημέρωσης να καταφέρονται κατά των δημοσίων υπαλλήλων και της ληστείας που κάνουν με τους μισθούς τους. Και για να εξηγούμαστε: πείτε μου ποιο είναι το νόημα διαφημιστικών σποτ της κοινωνικής-πολιτιστικής-και-δεν-ξέρω-εγώ-ποιας-άλλης δραστηριότητας του ΟΠΑΠ που ανέκαμψε τις τελευταίες εβδομάδες στα ιδιωτικά κανάλια; Αλλά μόνο αν σκεφτεί λίγο παραπάνω κάποιος θα καταλάβει ότι ο μόνος λόγος που επιβιώνουν και με το παραπάνω ΤΟΣΑ πολλά κανάλια σε μία πολύ μικρή χώρα, ΤΟΣΑ πολλά κανάλια με τόσους ΠΟΛΛΟΥΣ ακριβοπληρωμένους αστέρες της ενημέρωσης σε μία τόσο μικρή χώρα, είναι επειδή υπάρχει ΤΟΣΗ ΠΟΛΛΗ διαφήμιση. Και ποιος την πληρώνει αυτή τη διαφήμιση και κατ' επέκταση τα ληστρικά κέρδη των καναλιών και τους παχυλούς μισθούς των αστέρων δημοσιογράφων που κατηγορούν τους δημοσίους υπαλλήλους; Μα οι ίδιοι οι τηλεθεατές/δημόσιοι υπάλληλοι/καταναλωτές που δέχονται να πληρώνουν το ακριβότερο γάλα στην Ευρώπη διότι το διαφημίζουν ανελλιπώς στην τηλεόραση λες και πρόκειται για καμία καινοτομία. Και έτσι πληρώνουν τους ακριβούς μισθούς των αστέρων δημοσιογράφων για να τους κατηγορούν ότι με τους πενιχρούς μισθούς τους ληστεύουν το κράτος και διαλύουν την οικονομία. Την επόμενη φορά απλά κλείστε την ηλίθια την τηλεόραση. Έλεος.
Αλλά, μέσα σε όλο αυτό το μπάχαλο θα πρέπει κανείς να επανεξετάσει τη συνολική του αντιμετώπιση απέναντι στην πραγματικότητα. Διότι αυτό που καταδείχνει αυτή η ανάλυσή είναι ότι ενώ η αντιμετώπιση του προβλήματος της οικονομικής κρίσης ομοιάζοντας σε χαρακτήρα με τις προτεινόμενες ως μοναδικές λύσεις του περιβαλλοντικού προβλήματος, καταφέρνει να αποκτήσει μία επίφαση συνειδητοποίησης του κοινού καλού και αποφυγή του ατομικισμού τελικά και ουσιαστικά οδηγεί αναγκαστικά σε διάλυση της κοινωνικής συνοχής διότι τα οικονομικά στοιχεία είναι μετρήσιμα. Έτσι είναι προφανές ότι οι ταμίες στις αλυσίδες ταχυφαγείων, μέσα σε έναν κυκεώνα ηλίθιων αποκαλύψεων για τους τρόπους με τους οποίους οι δημόσιοι υπάλληλοι καταφέρνουν να υπερδιογκώσουν τον ήδη παράλογα υψηλό μισθό τους, θα καταφερθούν εναντίον της τάξης (των δημοσίων υπαλλήλων), η οποία όμως δεν φταίει για την ήδη εκχωρημένη ικανότητα του κράτους να παρεμβαίνει στη διαμόρφωση των μισθών του ιδιωτικού τομέα, άσχετα από το τι κάνει για τους δημοσίους υπαλλήλους, στα πλαίσια της ελεύθερης αγοράς και του καπιταλιστικού συστήματος το οποίο όλοι βλέπουν σαν μονόδρομο. (Και άσχετα με το γεγονός ότι τα ταχυφαγεία τα συντηρούν τα μεσαία στρώματα των δημοσίων υπαλλήλων). Διότι και η οικονομία είναι ένα συνολικό σύστημα και δεν είναι άσχετη από την κοινωνία. Αν παγώσουν ή μειωθούν και άλλο οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων η αγορά θα καταρρεύσει και θα κλείσουν πολλές ιδιωτικές επιχειρήσεις. Αν αντιθέτως, αυξηθούν οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα προκειμένου να φτάσουν αυτούς των δημοσίων υπαλλήλων θα κοπεί η ασύδοτη κερδοφορία των μεγάλων εταιρειών οι οποίες τότε ανάμεσα στα άλλα θα πρέπει να μειώσουν δραστικά και τη διαφήμιση οπότε θα πεινάσουν εντέλει και οι αστέρες δημοσιογράφοι της τηλεόρασης. Έτσι καταλαβαίνει κανείς γιατί αυτή η λύση δεν προωθείται ούτε ως εναλλακτική. Μας λένε άλλωστε ότι πρόκειται για κάτι που είναι αντίθετο με τη θεότητα της ελεύθερης αγοράς, του ελεύθερου ανταγωνισμού και όλων των ελευθεριών που έχουν οδηγήσει στην κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας., και ΟΛΟΙ έχουμε καταλάβει μέχρι τώρα ότι αυτό είναι κάτι κακό (το να είσαι κατά της ελεύθερης αγοράς). Λες βρε;