Στα δυο χρόνια που μεσολάβησαν, από την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, τα πραγματικά δεδομένα της κρίσης έχουν πλέον βγει στο φως και ήδη από τις πρώτες μέρες του 2011 έχει γίνει φανερό ότι αυτός ο χρόνος θα είναι κρίσιμος για την ελληνική κοινωνία. Οι επιτελείς που χειρίζονται σήμερα το εξουσιαστικό σύστημα, καθώς και οι επιτελείς της Αριστεράς που τους αντιπολιτεύονται επιδιώκοντας να τους διαδεχτούν, κάτω από μια γελοία ρητορική, περί σωτηρίας, της πατρίδας οι μεν του λαού οι δε, έχουν ουσιαστικά υποχρεωθεί να ομολογήσουν τον πραγματικό τους ρόλο. Δεν είναι ανταγωνιζόμενοι συγκυβερνήτες αλλά ανταγωνιζόμενοι συνεπιβάτες του εξουσιαστικού πολιτικού οχήματος, που θεωρείται ότι κυβερνιέται από αυτή την διαβολική θεότητα των "αγορών" αλλά ουσιαστικά σέρνεται ακυβέρνητο, σε μια πορεία προς την καταστροφή, σέρνοντας πίσω του την κοινωνία.
Το ερώτημα που γεννιέται σήμερα αμείλικτο για κάθε άνθρωπο και ιδιαίτερα για κάθε αριστερό άνθρωπο είναι: Είμαστε λοιπόν ανίκανοι εμείς οι άνθρωποι, να σώσουμε την κοινωνία μας από την καταστροφή;
Η κοινωνική προοπτική
Υπάρχει σήμερα η απελπιστική κατάσταση θεσμικού κοινωνικού συστήματος της κοινωνίας, εξαθλίωση των εξουσιαστικών σχέσεων, υπάρχει όμως αντίθετα και η ελπιδοφόρα κατάσταση του πραγματικού κοινωνικού συστήματος η τελειοποίηση των πραγματικών κοινωνικών σχέσεων με τις αφάνταστες τεχνικές και οργανωτικές δυνατότητες και την τεράστια πολιτιστική παράδοση. Αυτή η αντιφατική υπόσταση της κοινωνίας επιδρά με δύο διαφορετικούς τρόπους στην κοινωνική συνείδηση σε σχέση με την κοινωνική προοπτική:
Στην πλευρά του θεσμικού κοινωνικού συστήματος δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι τεχνολογικές δυνατότητες της κοινωνίας για ενταθεί η εξουσιαστική καταπίεση και να αποτραπεί η καταστροφή του κοινωνικού συστήματος με την διατήρηση και την ένταση της εξουσιαστικής πολιτικής.
Στην πλευρά του πραγματικού κοινωνικού συστήματος δημιουργείται η αίσθηση ότι δεν μπορεί παρά να υπάρχει κάποια πολιτική που θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει τις σημερινές τεχνολογικές δυνατότητες για να αποτρέψει την καταστροφή του κοινωνικού συστήματος χωρίς να καταφύγει στην καταπίεση και την βία.
Η παραπάνω διαλεκτική αντίθεση, ανάμεσα στην πραγματική και στην θεσμική πλευρά του κοινωνικού συστήματος, είναι πάντοτε υπαρκτή και αναμενόμενη, είναι η κινητήρια δύναμη της κοινωνίας. Είναι επομένως αναμενόμενη και επιθυμητή η αντίστοιχη διαλεκτική αντίθεση στην κοινωνική συνείδηση σχετικά με την κοινωνική κατάσταση και την κοινωνική προοπτική. Η αντίφαση δημιουργείται από την υπερδιόγκωση της εξουσιαστικής πλευράς αυτής της αντίθεσης και την εξάλειψη της επαναστατικής πλευράς που οδηγεί το θεσμικό σύστημα στην απώλεια της ισορροπίας του και στο συνειδητό ή υποσυνείδητο γκρέμισμα. Η κοινωνία αντιλαμβάνεται την σημασία της παρέμβασης του κόσμου της κοινωνικής βάσης, και όλοι λένε πως «πρέπει ο κόσμος να βγει στους δρόμους» για να αποτρέψει την κοινωνική καταστροφή, αλλά κανείς δεν μπορεί να αναλογιστεί τι ακριβώς θα κάνει, τι πολιτική θα ασκήσει ο κόσμος βγαίνοντας στους δρόμους.
Η έλλειψη επαναστατικής πολιτικής μετατρέπει την διαλεκτική αντίθεση ανάμεσα στην συντηρητική και στην διαλεκτική τάση της κοινωνίας σε καταστροφική αντίφαση. Τελικά αυτή η αντιφατική αντίληψη για την "έξοδο από την κρίση" γίνεται μια αντιφατική επιθυμία, σχετική με την κοινωνική προοπτική (να μείνουν όλα ίδια ή να αλλάξουν όλα), επιθυμία που λόγω έλλειψης μιας σύγχρονης επαναστατικής αντίληψης δεν μπορεί να ανέβει και να ισορροπήσει σε ένα ψηλότερο επίπεδο διαλεκτικής λογικής. Αυτή η αντιφατική επιθυμία δημιουργεί την κρισιμότητα των εξελίξεων σε βραχυπρόθεσμη κλίμακα χρόνου.
Βρισκόμαστε σήμερα σαν κοινωνία σε μια ιστορική φάση αντίστοιχη με αυτήν της δεκαετίας του '30. Από την κρίση του '29 μέχρι την παραμονή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αναπτύχθηκαν δύο αντίθετες πολιτικές σχετικά με την επίλυση της κρίσης και την κοινωνική προοπτική: Με δεδομένη και για τις δύο πολιτικές σημασία του κράτους σ' εκείνη την περίοδο, η μεν συντηρητική πολιτική αναζητούσε μια διέξοδο από την κρίση προς την "νέα τάξη" μιας παγκόσμιας φασιστικής δικτατορίας. Αναπτυσσόταν όμως παράλληλα η επαναστατική πολιτική που επεδίωκε την παγίωση της σοσιαλιστικής τάξης με την ενίσχυση της προλεταριακής και αλλού της λαϊκής δικτατορίας.
Η σύγκρουση της Δεκαετίας του '40 ελάχιστα έχει μελετηθεί και οι ερμηνείες που έχουν δοθεί στην έκβαση της σύγκρουσης με τις σημερινές αντιλήψεις δεν είναι καθόλου πειστικές. Σήμερα η Αριστερά έχει την δυνατότητα αλλά και το καθήκον να επανέλθει στην βαθύτερη ιστορική ανάλυση της σύγκρουσης και την βαθύτερη ερμηνεία της έκβασής της. Το βέβαιο πάντως είναι ότι στην δεκαετία του '40 αντιπαρατέθηκαν η συντηρητική και η επαναστατική άποψη για την φυσική προοπτική της κοινωνίας. Κατά την γνώμη μου η ερμηνεία της έκβασης της σύγκρουσης είναι σαν νίκη της συντηρητικής αντίληψης για την κοινωνική προοπτική, είναι εντελώς αβάσιμη.
Σήμερα έχουμε την δυνατότητα, εμείς οι αριστεροί, να επανεξετάσουμε τις δύο σημαντικές ιστορικές φάσεις στην σύγχρονη ιστορία που είναι οι πολιτικές συγκρούσεις των δεκαετιών '40 και '60. Η τοποθέτηση αυτών των πολιτικών συγκρούσεων μέσα στο ιστορικό τους πλαίσιο θα καταδείξει ότι η παγκόσμια κοινωνία έχει αρχίσει μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση να κατανοεί ότι ο επόμενος μεγάλος ιστορικός της σταθμός μετά από την Αστική Επανάσταση είναι η τεράστια κοινωνική αλλαγή που θα επιφέρει η κατάργηση της εξουσίας. Η σημερινή κρίση δεν είναι μια "άλλη" κρίση, μεγαλύτερη ή μικρότερη, αλλά η συνέχεια της κρίσης του '29 και δεν πρόκειται να τελειώσει αν δεν απαλειφθεί ο εξουσιαστικός χαρακτήρας από το θεσμικό κοινωνικό σύστημα.
Ο επόμενος μεγάλος ιστορικός σταθμός δεν μπορεί να είναι ούτε επιλεκτικός, ούτε διπλός ούτε αντιφατικός. Η αίσθηση της διπλότητας δημιουργείται από το γεγονός ότι στην διάρκεια της ιστορικής πορείας που έχει αρχίσει μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, το υπολειπόμενο τμήμα αυτής της πορείας, μέχρι τον επόμενο μεγάλο σταθμό, μπορεί να έχει άπειρες παραλλαγές, όσο άπειροι μπορούν να είναι οι συνδυασμοί της συντηρητικής και της επαναστατικής πολιτικής τάσης για την απόσταση που απομένει.
Μέχρι σήμερα, όλοι οι παράγοντες της ευρύτερης πολιτικής σκηνής είχαν πιστέψει ότι η κρίση του εξουσιαστικού κοινωνικού συστήματος έχει ξεπεραστεί, με την συγχώνευση των φορέων της επαναστατικότητας στον συντηρητισμό και ότι επομένως η αιωνιότητα του συστήματος είναι εξασφαλισμένη. Μετά την πτώση του τείχους, νόμιζαν ότι θα έχουν για πάντα την άνεση, στρογγυλοκαθισμένοι στο ενιαίο πια εξουσιαστικό σύστημα, να παίζουν αμέριμνα με τις δοσολογίες συντηρητισμού και επαναστατικότητας που έβαζαν στην πολιτική και στον ακαδημαϊσμό τους, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τον μεταξύ τους ανταγωνισμό.
Με την πτώση του τείχους όμως, αντίθετα από τις προσδοκίες τους, τα παιχνίδια έχουν ήδη τελειώσει και σήμερα όλοι αντιλαμβάνονται ότι κάποια στιγμή θα αναγκαστούν να διαλέξουν ανάμεσα στην επαναστατική πολιτική και στην συντηρητική πολιτική. Οι επιτελείς του εξουσιαστικού συστήματος αναζητούν τρόπους να αποφύγουν αυτή την αναγκαστική επιλογή αλλοιώνοντας τόσο την συντηρητική πολιτική όσο και την επαναστατική πολιτική. Τελικά η αμβλυμμένη λογική αντιπαράθεση ανάμεσα σε μια δήθεν συντηρητική πολιτική και σε μια δήθεν επαναστατική πολιτική καταλήγει με μαθηματική ακρίβεια στην πραγματική όξυνση της σύγκρουσης, μεταφέροντας το παιχνίδι της πολιτικής αντίθεσης στο πολιτειακό πεδίο του φασισμού.
Από την άλλη μεριά η έννοια της κοινωνικής επανάστασης έχει διαστρεβλωθεί παίρνοντας στο πλαίσιο της Αριστεράς πολύ νερό και στο πλαίσιο της "αναρχίας" πολλή βενζίνη. Η καταστροφικότερη πλευρά της διαστρέβλωσης είναι ότι δεν γίνεται στον πολιτικό λόγο καμιά διάκριση ανάμεσα στο ιστορικό φαινόμενο της κοινωνικής επανάστασης και στο πολιτικό εγχείρημα της επαναστατικής σκέψης και δράσης. Όπως και να έχει όμως το πράγμα μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι η Αριστερά δεν έχει κανένα λόγο ύπαρξης από την πλευρά της κοινωνίας, αν δεν έχει μια ενιαία επαναστατική πολιτική και αν δεν έχει μια σωστή θέση απέναντι στις παραλλαγές της συντηρητικής πολιτικής, ακόμα και απέναντι σ' αυτές που εμφανίζονται σαν επαναστατικές.
Πρέπει τέλος να υπογραμμιστεί εδώ ότι αυτό που δημιουργεί, εκ των πραγμάτων, την σύγχυση στην Αριστερά είναι η σχέση ανάμεσα στην αστική επανάσταση και στην επόμενη επανάσταση που ονομάστηκε προλεταριακή. Η μεταβλητότητα της σχέσης αυτών των επαναστατικών αλλαγών καθώς έτσι κι αλλιώς η μια διαδέχεται την άλλη μέσα στο συνεχές της επαναστατικής ιστορικής λειτουργίας προκαλεί αντιθέσεις ανάμεσα στους φορείς της αστικής επαναστατικής πολιτικής και τους φορείς της επόμενης επαναστατικής πολιτικής που ήταν ο μπολσεβικισμός.
Η σχέση ανάμεσα στις δύο διαδοχικές επαναστατικές αλλαγές και στις δύο διαδοχικές επαναστατικές πολιτικές, έχει απασχολήσει στο παρελθόν τους θεωρητικούς της κοινωνικής επανάστασης, σήμερα όμως χρειάζεται περαιτέρω μελέτη σε βάθος. Μπορούμε πάντως να πούμε εκ των προτέρων ότι η ονομαζόμενη σήμερα Αριστερά, η Υπαρκτή Αριστερά, δεν έχει καμιά συνάφεια ούτε με το αστικό ούτε με το προλεταριακό μοντέλο της Επαναστατικής Αριστεράς.
Η διάλυση της Αριστεράς
Έχει ήδη γίνει σαφές ότι δεν είναι δυνατό να υπάρξει η κοινωνία αν δεν εκφράζεται στην πολιτική της λειτουργία τόσο η συντηρητική όσο και η επαναστατική πολιτική. Αυτό οι επιτελείς της Αριστεράς δεν το συζητούν και δεν φαίνεται να το αντιλαμβάνονται. Οι ίδιοι έχουν δυσφημίσει βαρύτατα την επαναστατική πολιτική, αποδεχόμενοι την ταύτισή της με την βία και αφήνοντας τον ρόλο του επαναστάτη στους λεγόμενους αναρχομπάχαλους. Οι τελευταίοι από την μεριά τους, παρότι έχουν μια πολιτική απέχθεια στην Υπαρκτή Αριστερά, προκειμένου να επιβιώσουν έχουν αναλάβει το επαγγελματικό καθήκον της τραγικής διακόσμησης των διαδηλώσεών με πυροτεχνήματα, προκειμένου να ελκύσουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ένα κομμάτι από την κοινή γνώμη.
Έχει μείνει εν τέλει να υπηρετεί την ουσία της κοινωνικής επανάστασης ο φασιστικός συντηρητισμός, τον οποίο παρακολουθούμε να γκρεμίζει νυχθημερόν τους συντηρητικούς θεσμούς, χωρίς βεβαίως να έχει ιδέα περί του τι θα τους αντικαταστήσει. Πρόκειται ουσιαστικά για μια παρανοϊκή εξέγερση από την μεριά της εξουσίας. Απέναντι σ' αυτή την εξέγερση η λεγόμενη Αριστερά παίρνει έναν συντηρητικό ρόλο αγωνιζόμενη να φέρει την εξουσία στα συγκαλά της να αναστυλώσει τους απαρχαιωμένους θεσμούς, παραβλέποντας ότι αυτοί έχουν πια σαπίσει οριστικά και τελεσίδικα.
Κατηγορούν οι επιτελείς της Αριστεράς τους χειριστές του εξουσιαστικού συστήματος, εν χορώ για επιστροφή στον εργασιακό μεσαίωνα αλλά ουσιαστικά είναι οι ίδια που θέλουν την επιστροφή στον εργασιακό μεσαίωνα της μισθωτής εργασίας. Δεν αντιλαμβάνονται ότι αφού παρέλειψαν να γράψουν στις σημαίες τους "κάτω η μισθωτή εργασία" όπως τους συμβούλευε 150 χρόνια πριν ο Μαρξ, αποφάσισαν να το γράψουν οι φασίστες αστοί στις δικές τους σημαίες. Όχι βέβαια για να απελευθερώσουν τους εργάτες αλλά για να μεταβάλουν την κοινωνία σε μια στρατιά σύγχρονων δούλων που αντί για μισθό θα τρέφονται με συσσίτιο και θα ζουν με αυστηρούς κανόνες υγιεινής στην αποστειρωμένη επιφάνεια του πλανήτη. Αυτή η κατάργηση της μισθωτής εργασίας βρίσκεται σήμερα σε κρίση και τελικά τα πολιτικά συμφραζόμενα της κρίσης αυτού του υπό κατασκευή συστήματος, δεν είναι μόνο η πολιτική επίθεση του συντηρητισμού αλλά είναι κυρίως η πολιτική επίθεση των επιτελών της μεταπολεμικής Υπαρκτής Αριστεράς ενάντια στην επαναστατική πολιτική.
Υπάρχει επομένως ένα ερώτημα που τίθεται ήδη από την κοινωνία και θα γίνει πιεστικό μέσα στο επόμενο διάστημα, ένα ερώτημα που θα είναι δύσκολο να το αποφύγουν οι άνθρωποι της Αριστεράς: Ποιος είναι ο ρόλος αυτού του συνονθυλεύματος της Υπαρκτής Αριστεράς που έχει επιβάλει η Αριστερά των Επιτελείων στην δίνη της κρίσης του εξουσιαστικού κοινωνικού συστήματος; Παίζει η Υπαρκτή Αριστερά τον ανεξάρτητο πολιτικό ρόλο της Αριστεράς ή μήπως παίζει τον δήθεν επαναστατικό πολιτικό ρόλο που υπαγορεύουν, στους επιτελείς της Υπαρκτής Αριστεράς οι χειριστές του συστήματος;
Κατά την άποψή μου ακόμα και ο δισταγμός να δοθεί μια σαφής και υπεύθυνη απάντηση σ' αυτό το ερώτημα είναι για τον κάθε άνθρωπο της αριστεράς επικίνδυνη αφέλεια. Άλλωστε η απάντηση είναι φανερή. Η απάντηση που χρεωνόμαστε εμείς οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης είναι η απάντηση στο ερώτημα πως φτάσαμε μέχρι την Υπαρκτή Αριστερά και πώς θα ξεφύγουμε από αυτήν.
Τα μεγάλα αριστερά λόγια των δήθεν ριζοσπαστών του λεγόμενου αριστερού πόλου και των δήθεν ορθόδοξων που περνώντας από τον πιο κυνικό αντισταλινισμό ανένηψαν στον σταλινισμό, δεν είναι παρά ένα ιδεολογικό θέατρο που όχι απλά εξυπηρετεί το σύστημα αλλά το υπηρετεί συνειδητά. Η λεγόμενη σήμερα Αριστερά ούτε είναι Αριστερά ούτε έχει την δυνατότητα να ξαναγίνει Αριστερά. Να αναρωτιόμαστε πάνω σ' αυτό είναι το ίδιο σαν να αναρωτιόμαστε μήπως μπορεί η σοσιαλδημοκρατία του Παπανδρέου να ξαναγίνει η σοσιαλδημοκρατία του Λένιν.
Πρέπει λοιπόν να ειπωθεί καθαρά: η αφελής προσμονή των αριστερών της κοινωνικής βάσης για την ανάνηψη της Αριστεράς των Επιτελείων είναι επικίνδυνο να παραταθεί περισσότερο. Εμείς οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης πρέπει να ελπίζουμε (και να συμβάλουμε να γίνει η ελπίδα μας πραγματικότητα) πως μέσα στο 2011 θα γίνει φανερό το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα μπορέσει να αναπτυχθεί ένας σύγχρονος φορέας αριστερής πολιτικής. Πρέπει επειγόντως να σκεφτούμε πώς μπορεί να υπάρξει ένα εμείς για μια σύγχρονη Αριστερά και τι μπορούμε να κάνουμε για να λέμε και πάλι: "εμείς οι αριστεροί", χωρίς να ντρεπόμαστε.
Αυτό είναι το σύνθετο ερώτημα που προσπαθώ να θέσω σ' αυτό το κείμενο και προσπαθώ να το απαντήσω με έναν γενικό τρόπο, αφήνοντας ανοιχτές τις πάμπολλες λεπτομέρειες της απάντησης για επόμενα κείμενα και ελπίζοντας ότι υπάρχουν ήδη και θα εμφανιστούν και άλλοι αριστεροί της κοινωνικής βάσης που θα ενδιαφερθούν να συμπληρώσουν τις απαντήσεις που ζητούνται.
Εμείς οι αριστεροί
Όταν κάποιος λέει "εμείς οι αριστεροί" καθορίζει έμμεσα ένα πλαίσιο που περιλαμβάνει τους ανθρώπους που εννοεί ως αριστερούς μαζί με τον εαυτό του. Θεωρητικά, το σύνολο των αριστερών αποτελεί την Αριστερά, και επομένως έχει σημασία ποιους εννοεί κάποιος όταν λέει "εμείς οι αριστεροί", γιατί όταν το λέει εννοεί έμμεσα και κάποια Αριστερά. Σ' αυτό το κείμενο, όπου χρησιμοποιώ το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, λέγοντας "εμείς οι αριστεροί" θα εννοώ τους αριστερούς που απαντούν με τον ίδιο τρόπο στα εξής τρία ερωτήματα:
Το πρώτο ερώτημα είναι αν χρειάζεται ακόμα στην κοινωνία μια Επαναστατική Αριστερά που θα είναι η ουσιαστική και όχι η τυπική συνέχεια της Επαναστατικής Αριστεράς που κατακτούσε την θέση της στο πολιτικό σύστημα, προσαρμοσμένη όμως στις σημερινές πραγματικές συνθήκες της κοινωνίας.
Το δεύτερο ερώτημα είναι αν υπάρχει κάποια, έστω και μικρή, πιθανότητα να μεταβληθεί η Υπαρκτή Αριστερά, μέσα από τις δικές της ενσυνείδητες εσωτερικές διαδικασίες, και με την θέληση των επιτελών της, στην σύγχρονη Επαναστατική Αριστερά που χρειάζεται η κοινωνία.
Το τρίτο ερώτημα είναι αν η Επαναστατική Αριστερά μπορεί να προκύψει μέσα από την δημιουργία μιας νέας οργάνωσης, με το οργανωτικό σχήμα των υπαρχουσών, που είτε θα αποτελεί μετεξέλιξη κάποιας από τις υπάρχουσες οργανώσεις της Υπαρκτής Αριστεράς είτε θα ιδρυθεί από την αρχή ξεχωριστά από αυτήν.
Οι απαντήσεις σ' αυτά τα τρία ερωτήματα έχουν ήδη φανεί από τα παραπάνω και συνοψίζονται ως εξής: Η Επαναστατική Αριστερά όχι μόνο χρειάζεται αλλά η ανάπτυξή της είναι ο όρος για την αποτροπή της κοινωνικής καταστροφής. Η Υπαρκτή Αριστερά όχι μόνο δεν πρόκειται να μετατραπεί σε επαναστατική με την θέληση των επιτελών της αλλά αντίθετα όσο περνάει από το χέρι τους θα είναι ο κύριος στυλοβάτης του συστήματος. Η Επαναστατική Αριστερά όχι μόνο δεν μπορεί να προκύψει από μια νέα οργάνωση με την ιεραρχική μορφή των υπαρχουσών αλλά θα προκύψει μόνο από την άρνηση της ιεραρχίας και την καταπολέμηση του θεσμού των επιτελείων όλων των "συνιστωσών" της Υπαρκτής Αριστεράς.
Η κοινή απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα δημιουργεί το πλαίσιο μιας δυνητικής κοινότητας που εννοείται σαν Αριστερά της Κοινωνικής Βάσης. Με άλλα λόγια, από την στιγμή που κάποιος αριστερός θα αντιλαμβάνεται την κατάσταση της Υπαρκτής Αριστεράς και θα αποδεσμεύεται συνειδησιακά από αυτήν, θα εντάσσεται στην δυνητική κοινότητα της Αριστεράς της Κοινωνικής Βάσης. Θα αρχίσει να σκέφτεται και να ενεργεί με βάση την αποδέσμευσή του από το ιεραρχικό σχήμα της Υπαρκτής Αριστεράς και θα αρχίσει να αναπτύσσει την αντίθεσή του με την Αριστερά των Επιτελείων. Η γενίκευση της αντίθεσης των αριστερών της κοινωνικής βάσης θα έχει σαν αποτέλεσμα την σταδιακή (αλλά από κάποια στιγμή και μετά ραγδαία) αντικατάσταση του πλέγματος των σημερινών ανταγωνιστικών αντιθετικών σχέσεων μεταξύ ηγεσίας και βάσης με κάποιο (μη προσδιορίσιμο εκ των προτέρων αλλά καθόλου τυχαίο) πλέγμα εποικοδομητικών αντιθετικών σχέσεων που θα συγκροτήσουν μια νέα πραγματικά συντροφική κοινότητα της Επαναστατικής Αριστεράς.
Για την έκφραση "δυνητική κοινότητα" που χρησιμοποιήθηκε πιο πάνω χρειάζεται σοβαρή συζήτηση. Ο όρος "δυνητική" είναι μεταφορά του αγγλικού όρου virtual που χρησιμοποιείται για την πραγματικότητα σαν virtual reality και στα ελληνικά έχει μεταφερθεί στην υποτιμητική έννοια "εικονική πραγματικότητα". Ωστόσο θεωρώ ότι ο όρος είναι πολύτιμος για την κατανόηση της σημερινής πολύπλοκης πραγματικότητας. Μέχρι να γίνει η συζήτηση που απαιτείται, διευκρινίζω ότι θα την χρησιμοποιώ εδώ εννοώντας ένα αντικείμενο που υπάρχει πραγματικά ανεξάρτητα από την γνώση μας αλλά αποκτάει την υπόσταση του πραγματικού, όταν χρειαστεί να λειτουργήσει, ανάλογα με την περίσταση, σαν εν ενεργεία πραγματικό.
Πρέπει να υπογραμμιστεί τέλος εδώ ότι η διαδικασία της μετάβασης από την Υπαρκτή Αριστερά στην Επαναστατική Αριστερά, δεν περιγράφεται εδώ σαν πρόταση για να πετύχουμε την διαδικασία και να κατασκευάσουμε την Αριστερά, αλλά σαν πρόσκληση να παρατηρήσουμε από κοινού την ιστορική διαδικασία, που ήδη έχει ξεκινήσει και είναι φανερό ότι στο επόμενο διάστημα θα γενικευθεί και να συμβάλουμε στην διαδικασία που αργά ή γρήγορα, θα οδηγήσει σε μια νέα σύγχρονη Επαναστατική Αριστερά. Το νόημα της πρότασης επομένως είναι η υπογράμμιση της σημασίας που έχει η έγκαιρη, από την μια μεριά αλλά και ώριμη, από την άλλη, υιοθέτηση από τους αριστερούς της κοινωνικής βάσης, μιας στάσης που αργά ή γρήγορα θα γίνει υποχρεωτική.
Τα καθήκοντα των αριστερών
Η Υπαρκτή Αριστερά έχει ταυτιστεί με το εξουσιαστικό σύστημα στο ιδιαιτέρως βαρύ ολίσθημα της απεμπόλησης της έννοιας του καθήκοντος. Η κοινωνία σαν σύνολο απαιτεί από το πολιτικό σύστημα σαν σύνολο να εκπληρώνει το καθήκον του απέναντι σ' αυτήν προφυλάσσοντας την ύπαρξή της. Το καθήκον του συστήματος συντίθεται από τα πολιτικά καθήκοντα των δύο πολιτικών τάσεων. Η μεν συντηρητική πλευρά έχει το καθήκον να υπερασπίζεται και να βελτιώνει το υπάρχον κοινωνικό σύστημα η δε επαναστατική πλευρά έχει το καθήκον να προωθεί τις αναγκαίες αλλαγές στο ίδιο κοινωνικό συστήματος. Φυσικά τα καθήκοντα των δύο παρατάξεων δεν "συντίθενται" πάντα με φιλικές διαπραγματεύσεις. Η Αριστερά έχει επιπλέον το καθήκον να κρατάει την σύγκρουση σε όσο το δυνατόν ήπια επίπεδα.
Μια σοβαρή πλευρά της κρίσης εν τούτοις είναι η σύγχυση ανάμεσα στην συντηρητική βελτίωση του συστήματος και στην επαναστατική του αλλαγή. Η σύγχυση αυτή είναι που έχει οδηγήσει στην κατάργηση της έννοιας του πολιτικού καθήκοντος του κάθε ξεχωριστού ανθρώπου, και της κάθε πολιτικής ομάδας απέναντι στο κοινωνικό σύνολο. Η Αριστερά των Επιτελείων δεν λειτουργεί σήμερα και ούτε μπορεί στο μέλλον να λειτουργήσει προς αυτή την κατεύθυνση. Το μοναδικό καθήκον που θεωρούν ιερό και απαράβατο οι επιτελείς της Αριστεράς από κοινού με τους επιτελείς της Δεξιάς είναι η συντήρηση του εξουσιαστικού συστήματος ώστε αυτό να υπάρχει και να ζεσταίνει το όνειρό τους για μια καλύτερη θέση μέσα σ' αυτό, ακόμα και αν καταστραφεί η κοινωνία.
Το καθήκον επομένως της αναγκαίας αλλαγής του κοινωνικού συστήματος με ταυτόχρονη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης, όσο αυτό είναι δυνατόν θα πέσει αναγκαστικά, αργά ή γρήγορα, πάνω στους ώμους των Αριστερών της κοινωνικής βάσης. Η αλλαγή του κοινωνικού συστήματος είναι ήδη ντε φάκτο απαίτηση, αν και αδιαμόρφωτη, της κοινωνίας όπως φαίνεται από τις εξεγέρσεις που γενικεύονται σε όλες τις κοινωνίες του κόσμου. Κάποια στιγμή θα γίνει συνειδητή απαίτηση της επαναστατικής πλευράς της κοινωνίας. Οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης θα οδηγηθούν αναγκαστικά στην αποδέσμευση και στην συνέχεια στην αντιπαράθεση με την Αριστερά των Επιτελείων και στην σταδιακή διαμόρφωση της Αριστεράς της Κοινωνικής Βάσης.
Πρέπει ωστόσο να τονιστεί ότι η έννοια του καθήκοντος, που είναι βασικό στοιχείο του πολιτισμού, είναι μια έννοια ποιοτικά διαφορετική για την επαναστατική πλευρά του πολιτικού συστήματος. Γενικά το πολιτικό καθήκον προκύπτει από την προσαρμογή της υποκειμενικής ηθικής στο καθιερωμένο και γενικά αποδεκτό από την κοινωνία σαν "καλό". Η αίσθηση του καθήκοντος επομένως επιβάλει μια μάλλον συντηρητική ηθική στάση, αφού επιβάλει την προάσπιση των καθιερωμένων στην κοινωνική συνείδηση ως "καλών". Η ριζική αλλαγή του κοινωνικού συστήματος, αλλά και οι επιμέρους άμεσες και επείγουσες αλλαγές σε λεπτομέρειες του συστήματος, οι αλλαγές δηλαδή που αποτελούν το αντικείμενο της επαναστατικής πολιτικής, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από την πλειοψηφία των ανθρώπων της κοινωνίας. Ακόμα κι όταν η ανάγκη συγκεκριμένων αλλαγών καθίσταται αναντίρρητη, η πλειοψηφία θα θεωρήσει τις αλλαγές αυτές καλές μεν θεωρητικά αλλά ανέφικτες πρακτικά και τελικά την προσπάθεια να επιβληθούν αυτές θα την θεωρήσει εγκληματική.
Ωστόσο η αλλαγή του κοινωνικού συστήματος, η αλλαγή των κοινωνικών σχέσεων δεν είναι προαιρετική για την κοινωνία· είναι υποχρεωτική. Άλλωστε κανείς δεν έχει αντίρρηση για τις αλλαγές στο υλικοτεχνικό επίπεδο, οι αντιρρήσεις εγείρονται για τις αλλαγές στο θεσμικό επίπεδο που ακολουθούν υποχρεωτικά τις προηγούμενες. Βρισκόμαστε ήδη σε μια κοινωνία που έχουν συντελεστεί στο υλικοτεχνικό επίπεδο όλες οι αλλαγές που ήταν δυνατόν να γίνουν μέσα στα όρια του εξουσιαστικού συστήματος. Είναι υποχρεωτικό επομένως να ξεπεραστούν τα όρια. Και αυτός είναι ο λόγος που οι χειριστές του εξουσιαστικού συστήματος προσπαθούν να το προσαρμόσουν στις πραγματικές αλλαγές, ενσωματώνοντας την Υπαρκτή Αριστερά.
Η βασική προσπάθεια των χειριστών του εξουσιαστικού συστήματος είναι να αναδείξουν ένα νέο διπολικό πολιτικό σύστημα (με άλλα λόγια έναν νέο δικομματισμό) με δεύτερο πόλο την Αριστερά των Επιτελείων, μέσα στο πλαίσιο του εξουσιαστικού συστήματος. Αυτή είναι βεβαίως μια προσπάθεια μάταια, ως προς την διατήρηση του εξουσιαστικού συστήματος αφού αυτό δεν μπορεί να διατηρηθεί. Αλλά είναι συγχρόνως μια προσπάθεια εξαιρετικά επικίνδυνη αφού, με την παραίτηση της Αριστεράς από τον φυσικό της ρόλο, η πορεία προς την αναπόφευκτη κοινωνική αλλαγή θα γίνει μέσα από έναν δρόμο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του φασισμού.
Τελικά η κοινωνία σήμερα ασφυκτιά. Κινδυνεύει θανάσιμα από την ίδια της την αδυναμία να αξιοποιήσει, προς όφελός της, τις αλλαγές που έχουν ήδη συντελεστεί. Αφήνει να κυκλοφορεί σαν βρικόλακας, και να ρουφάει το αίμα της, ο θεσμός της εξουσιαστικής σχέσης ο οποίος στο πραγματικό επίπεδο των τεχνικών διαδικασιών έχει προ πολλού καταργηθεί και στο επίπεδο του πολιτικού συστήματος ήδη γίνονται πειραματικές κινήσεις για μια φασιστική εκδοχή κατάργησής του: για ένα είδος μεταβίβασης της εξουσίας σε πολιτικές συμμορίες που θα δρουν εν ονόματι κάποιου "αυτονόητου" στο επίπεδο της κοινωνικής βάσης.
Εμείς λοιπόν οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης βρισκόμαστε ήδη μπροστά στην απαίτηση της κοινωνικής αλλαγής, που άλλωστε εκκρεμεί από το τέλος του Β'ΠΠ και έχει γίνει πιεστική από την στιγμή της κατεδάφισης του Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Βρισκόμαστε ήδη μπροστά σε μια απαίτηση της κοινωνίας που εκφράζεται με εξεγέρσεις, υποχρεωμένοι οι ίδιοι να σεβόμαστε μέσα στον πολιτικό χώρο μας, την χειρότερη έκφραση του εξουσιαστικού συστήματος που είναι η Αριστερά των Επιτελείων.
Οι δυσκολίες
Το καθήκον των αριστερών της κοινωνικής βάσης, όπως διαμορφώνεται σήμερα είναι: ο καθένας ξεχωριστά, και χωρίς να βγαίνει μέσα από τον πολιτικό και κοινωνικό χώρο στον οποίο κινείται, να συνειδητοποιεί και να αναλαμβάνει το πολιτικό καθήκον να προωθήσει την κοινωνική αλλαγή. Ασφαλώς σε κάποιο χρόνο οι ατομικές κινήσεις προς την ανάληψη αυτού του καθήκοντος είναι αναγκαίο να συνδεθούν και να οργανωθούν σε συλλογική βάση: αλλά πάντως όχι στην ιεραρχική συλλογική βάση που είναι σήμερα οργανωμένες οι πολιτικές συλλογικότητες. Θα μπορούμε τότε να μιλάμε για ένα κίνημα κοινωνικής αλλαγής και για μια πραγματική και όχι δυνητική Αριστερά της Κοινωνικής Βάσης. Η προσπάθεια για την οργάνωση και την διευκρίνιση των αρχών της μη ιεραρχικής οργάνωσης θα προστεθεί στο καθήκον της προσπάθειας για την προώθηση της κοινωνικής αλλαγής.
Η σύγχρονη οργάνωση της Αριστεράς δεν μπορεί να είναι ιεραρχική. Θα αντιστοιχεί αναγκαστικά με την σημερινή οργάνωση του πραγματικού κοινωνικού συστήματος. Ας μην ξεχνάμε ότι η κομματική οργάνωση νέου τύπου, το λεγόμενο λενινιστικό κόμμα, αντιστοιχούσε, σύμφωνα με τον ίδιο τον Λένιν, με την πιο ψηλή οργανωτική μορφή του πραγματικού κοινωνικού συστήματος που ήταν τότε η οργάνωση του εργοστασίου και άλλωστε η ουσία του λενινιστικού κόμματος ήταν η παράκαμψη της ιεραρχίας. Είναι η αυταρχική γελοιότητα των πολιτικών και ακαδημαϊκών επιτελών της Αριστεράς που κατάντησε το λενινιστικό κομματικό σχήμα σε αποθέωση της πιο κενής αυταρχικής ιεραρχίας.
Αν ξεκινήσει επομένως από μια "καινούρια" οργάνωση όπως κάνουν οι επιτελείς της Αριστεράς μετά από το κάθε φιάσκο της προηγούμενης οργάνωσης στην οποία πρωτοστατούσαν (βλέπε ΚΟΕ σε σχέση με ΣΥΡΙΖΑ) θα οδηγηθούμε στην δημιουργία μιας ακόμη από τα ίδια, δηλαδή σε μια νέα λυκοσυμμαχία των ίδιων ψωριάρηδων λύκων ή στην καλύτερη περίπτωση στην δημιουργία μιας ομάδας - λόμπι που θα προσπαθεί αδιέξοδα να πιέσει κάποιους από τους επιτελείς.
Οι δυσκολίες που ανορθώνονται μπροστά στην ανάληψη αυτού του καθήκοντος είναι δύο:
Από την μια μεριά, δημιουργεί δυσκολίες το γεγονός ότι η αίσθηση του επαναστατικού καθήκοντος διαμορφώνεται από την προβολή στο παρόν μιας μελλοντικής κοινωνίας. Η μελλοντική κοινωνίας μπορεί από δυναμική άποψη να είναι πιο πραγματική από την υπάρχουσα, δεν είναι όμως ορατή παρά μόνο σαν νοητή προβολή. Και άλλωστε ακριβώς στο μπλοκάρισμα αυτής της προβολής η ενσωμάτωση της Υπαρκτής Αριστεράς στο σύστημα συνίσταται.
Η συνέπεια της απεμπόλησης της επαναστατικής πολιτικής από την Αριστερά και η κατάντια της στην Υπαρκτή Αριστερά σε συνδυασμό με το παγκόσμιο φιάσκο του Υπαρκτού Σοσιαλισμού είναι ότι κατάφερε να τυφλώσει τους ανθρώπους της κοινωνικής βάσης στην κοινωνία του μέλλοντος ακόμα και σήμερα που είναι από υλικοτεχνική άποψη ουσιαστικά παρούσα.
Και εδώ έχει σημασία μια παράπλευρη, γελοία κατά τα άλλα, προσπάθεια μιας ομάδας βάρβαρων σκοταδιστών του ακαδημαϊκού χώρου, που ξεκινώντας από την αντιστροφή του μαρξισμού με την άποψη περί "φαντασιακής θέσμισης της κοινωνίας", αγωνίζονται να επιβάλουν την άποψη ότι αυτό που είναι παρόν από την πραγματική υλικοτεχνική άποψη, είναι από θεσμική άποψη ένα όραμα "χρήσιμο" μεν (κάτι σαν "όπιο του λαού") αλλά τόσο μακρινό και μεταφυσικό όσο και η Δευτέρα Παρουσία.
Από την άλλη μεριά, δημιουργούνται δυσκολίες στην θεώρηση και την ανάληψη του καθήκοντος της κοινωνικής αλλαγής από το γεγονός ότι η Υπαρκτή Αριστερά, εκμεταλλευόμενη την απογοήτευση των ανθρώπων της κοινωνικής βάσης, τις ενοχές τους για την παράλογη δυστυχία που βλέπουν γύρω τους, την πίεση και το άγχος τους για συναισθηματική εκτόνωση, έχει απεμπολήσει την ανάγκη της θεωρίας και έχει ρίξει τους οπαδούς της στην παγίδα του πιο βλακώδους ακτιβισμού. Η Υπαρκτή Αριστερά έχει υποβάλει στους αριστερούς της κοινωνικής βάσης την εξουσιαστική ιδεολογία συμπυκνωμένη στην μορφή του θετικισμού - πραγματισμού που εκφράζεται με την αγοραία ακτιβιστική λογική του "εδώ και τώρα". Αυτή την λογική που εισήγαγε, για την κατασκευή του ΠΑΣΟΚ και προώθησε με την κατασκευή του ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Η λογική αυτή καθιερώθηκε σ' όλο τον κόσμο με την μεταφορά του γραφειοκρατικού συστήματος της Σοβιετικής Ένωσης στην Δύση και την κατεδάφιση, του άχρηστου πια, για το εξουσιαστικό σύστημα, Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Η λογική του "εδώ και τώρα" συνεπάγεται την λογική του: "η θεωρία γεννιέται στο πεζοδρόμιο". Μια λογική που αγνοεί την διαλεκτική λογική για την σχέση θεωρίας και πράξης και έχει αντικαταστήσει τον στοχασμό με την ρητορική που ωθεί σε τυφλή δράση και τον πολιτικό λόγο με τις πολιτικές ατάκες που εντυπωσιάζουν το ακροατήριο.
Η δημιουργία αυτών των δύο δυσκολιών από την Αριστερά των Επιτελείων στηρίζεται στην κατανοητή ψυχολογική αλλά και πολιτική ανάγκη των αριστερών να "ανήκουν" σε μια οργανωμένη πολιτική ομάδα. Από εκεί άλλωστε προκύπτει και η έννοια και το νόημα της Υπαρκτής Αριστεράς όπως παλιότερα και του Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Βεβαίως αυτή η "ευκολία" του "υπαρκτού" της Αριστεράς, είναι δίκοπο μαχαίρι στο βαθμό που η Υπαρκτή Αριστερά έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί ουσιαστικά οργάνωση, είτε στο σύνολό της είτε στις "συνιστώσες" της και άρα αποτυχαίνει να δίνει ακόμα και την αίσθηση της πολιτικής ομάδας στην οποία αξίζει κανείς να ανήκει.
Οι χειριστές του εξουσιαστικού συστήματος μετά από την κατεδάφιση του "υπαρκτού" σοσιαλιστικού συστήματος κατεδαφίζουν το "υπαρκτό" αστικό σύστημα. Μέρος της κατεδάφισης του, άχρηστου πλέον, "υπαρκτού" αστικού συστήματος είναι και η κατεδάφιση της οργάνωσης της Υπαρκτής Αριστεράς.
Ο αριστερός της κοινωνικής βάσης έχει ήδη ανακαλύψει (εξ ου και το κίνημα των ανένταχτων) ότι "ανήκει" στην Υπαρκτή Αριστερά με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που "ανήκει" στο εξουσιαστικό κοινωνικό σύστημα. Ότι "ανήκει" δηλαδή σε ένα κράτος που δεν είναι κράτος, και "ανήκει" σε μια "Αριστερά" που δεν είναι Αριστερά. Έχει ανακαλύψει επίσης, ακόμα και αν δεν θέλει να το παραδεχτεί, ότι η Υπαρκτή Αριστερά είναι στην πραγματικότητα το πεδίο ανταγωνισμού μιας μεγάλης μερίδας επιτελών που προέρχονται από τα επιτελεία κάποιων πρώην αριστερών κομμάτων και αριστερών οργανώσεων και που τώρα έχουν μετατραπεί σε συνεργεία κατεδάφισης της αριστερής πλευράς του εξουσιαστικού θεσμικού πλαισίου.
Ο κάθε αριστερός της κοινωνικής βάσης θα αντιληφθεί σε κάποια στιγμή των προσεχών πολιτικών εξελίξεων ότι η κατάσταση της Αριστεράς, δεν είναι μόνο απολύτως αδιέξοδη αλλά και εξαιρετικά επικίνδυνη. Ο κίνδυνος δεν είναι η απληστία του καπιταλισμού όπως παρουσιάζεται από την Αριστερά των Επιτελείων, αλλά η αναπότρεπτη κατάρρευση του εξουσιαστικού συστήματος πριν να είναι έτοιμο το κοινωνικό σύστημα για την αναπλήρωση του κενού που θα αφήσει η κατάρρευσή του.
Για τον κάθε αριστερό της κοινωνικής βάσης, το ζήτημα είναι σε ποια φάση της αναπότρεπτης διαδικασίας θα αντιληφθεί τον επερχόμενο κίνδυνο και θα πάρει θέση στην προώθηση της αριστερής πολιτικής. Αν το ρεύμα αυτής της πολιτικής σχηματιστεί πρώιμα θα επικρατήσει η αντίληψη που ήδη υπάρχει σήμερα στην Αριστερά των Επιτελείων ότι ο κίνδυνος είναι εύκολο να παρακαμφθεί και η Αριστερά της Κοινωνικής Βάσης θα βρεθεί ανέτοιμη να τον αντιμετωπίσει. Αν το ρεύμα αυτό σχηματιστεί όψιμα η καταστροφή θα έχει ήδη προχωρήσει και θα είναι αργά να διορθωθούν οι συνέπειες της μέχρι τότε κατάρρευσης.
Η ελπίδα μας να βρεθούμε έτοιμοι σαν κοινωνία την στιγμή της κατάρρευσης του συστήματος εναπόκειται στους κοινωνικούς αυτοματισμούς που όμως θα λειτουργήσουν, στον καθένα ξεχωριστά αλλά ταυτόχρονα, δημιουργώντας μια τεράστια κοινωνική δύναμη. Καθώς δεν υπάρχει σήμερα ένας Λένιν να πει: "Χτες ήταν πολύ νωρίς, αύριο θα είναι πολύ αργά, σήμερα είναι η ώρα (της κοινωνικής αλλαγής)", ο όρος για την έγκαιρη παρέμβαση της κοινωνίας είναι να φύγουν από την μέση, τουλάχιστον στην συνείδησή μας, οι αυθεντίες των επιτελείων ώστε να γίνουμε από μόνοι μας οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης, μέσα από την κοινωνική επικοινωνία, ικανοί να αντιλαμβανόμαστε τους κοινωνικούς χρονισμούς και να παρεμβαίνουμε.
Το πολιτικό έργο
Οι επιτελείς της Αριστεράς συνηθίζουν να λένε πως οι χειριστές του εξουσιαστικού συστήματος έχουν επιβάλει την λογική του μονόδρομου σε ότι αφορά την εξουσιαστική τους διαχείριση. Αυτό που δεν συνηθίζουν να λένε είναι πως οι ίδιοι οι επιτελείς της Υπαρκτής Αριστεράς έχουν επιβάλει ακόμα χειρότερα την λογική του μονόδρομου σε ότι αφορά την εξουσιαστική αντιπολίτευση που έχουν οι ίδιοι υιοθετήσει. Τον μονόδρομο δηλαδή μιας αντιπολίτευσης που έχει υιοθετήσει τον βασικό εξουσιαστικό μύθο της κρίσης και η διαφορά τους είναι ποιος την "δημιούργησε" και ποιος θα την "πληρώσει"!
Εν τέλει η Υπαρκτή Αριστερά δεν είναι αντιπολίτευση στο εξουσιαστικό σύστημα αλλά μια εναλλακτική εξουσιαστική διαχείριση που αντιπολιτεύεται την παρούσα εξουσιαστική διαχείριση. Η τελευταία ουσιαστικά κατεδαφίζει το σύστημα που διαχειρίζεται, ακυρώνοντας τους θεσμούς που παρέτειναν την ζωή του. Αλλά η Υπαρκτή Αριστερά αντί να διευκολύνει την όσο γίνεται πιο ομαλή μετάβαση σε ένα άλλο κοινωνικό σύστημα, που θα αντικαταστήσει αυτό που καταρρέει, προσπαθεί μέσα σε ένα όνειρο θερινής νυκτός να εμποδίσει την κατάρρευση και προπαγανδίζει την αναστύλωση και την αποκατάσταση της λειτουργίας του.
Βρισκόμαστε σε τελευταία ανάλυση, μπροστά σε μια κοινή προσπάθεια της Υπαρκτής Δεξιάς και της Υπαρκτής Αριστεράς να επιβάλουν έναν νέο δικομματισμό που θα εδραιωθεί αναγκαστικά στον κοινό τόπο μιας φασιστικής πολιτείας.
Μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση, για τον κάθε αριστερό της κοινωνικής βάσης, δεν υπάρχει κανένα άλλο καθήκον από το να πάρει πολύ στα σοβαρά την τεράστια σημασία του ατομικού ρόλου του. Πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη του ότι αν έχει κάνει μια σωστή πολιτική σκέψη, κατά πάσα πιθανότητα έχουν κάνει την ίδια σκέψη και άλλοι άνθρωποι έστω και λίγοι, (αν και συνήθως είναι πολλοί) και απλώς δεν έτυχε να το μάθει γιατί και αυτοί δεν έχουν πρόσβαση σε κανένα δημόσιο βήμα. Είναι επομένως ανάγκη να βρει τρόπους να επικοινωνήσει τις σκέψεις του, να βρει τρόπους μαζί με άλλους κοντινούς του ανθρώπους να τις βγάλει στον αέρα.
Θα διαπιστώσει ότι είναι πολλοί που έχουν την ίδια σκέψη και ακόμα πιο πολλοί που θέλουν να συζητήσουν αυτή την σκέψη αντιπαραθέτοντας την δική τους πάνω στο ίδιο θέμα. Θα σχηματιστεί έτσι μια διαφορετική ατζέντα από αυτή που έχει καθορίσει η αγοραία πολιτική σκέψη που επιτρέπουν να ακουστεί οι χειριστές των ΜΜΕ. Η αδιαμεσολάβητη επαφή μεταξύ των αριστερών της κοινωνικής βάσης είναι ο μόνος τρόπος που υπάρχει σήμερα για να σχηματιστεί το υπόβαθρο μιας σύγχρονης αριστερής επαναστατικής πολιτικής.
Η πρακτική συνέπεια των παραπάνω είναι ότι από την στιγμή που εμείς οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης συνειδητοποιούμε την κοινότητά μας είναι ανάγκη, να συνειδητοποιήσουμε και την κοινή θέση μας μέσα στο γενικό πλαίσιο του παρόντος εξουσιαστικού πολιτικού συστήματος αλλά και την κοινή θέση μας μέσα στο ειδικό πλαίσιο της Υπαρκτής Αριστεράς. Εμείς οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης αποτελούμε εν δυνάμει την πλευρά της Υπαρκτής Αριστεράς την οποία μπορούμε να ονομάζουμε Αριστερά της Κοινωνικής Βάσης και που έχει νόημα σε αντιπαράθεση και μόνο με την Αριστερά των Εξουσιαστικών Επιτελείων. Μια αντιπαράθεση που έχει ήδη αρχίσει και που αναγκαστικά θα επεκταθεί και αναγκαστικά θα οδηγήσει στην μοναδική πραγματικά ενιαία πολιτική δύναμη της Επαναστατικής Αριστεράς, στην μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να είναι ενιαία και που μπορεί όχι μόνο να ονομάζεται αλλά και να είναι Αριστερά.
Συμπεράσματα
Παρουσιάζεται εδώ συνοπτικά ένα δυναμικό σχήμα των πολιτικών εξελίξεων στην ελληνική κοινωνία, που απαιτεί σοβαρή μελέτη και τεκμηρίωση για να καταστεί χρήσιμο. Προσπάθησα όμως έστω κι συνοπτικά να περιγράψω έναν εφικτό δρόμο μέσα στο χάος που επικρατεί. Έναν δρόμο που μπορεί να βάλει σε τάξη τις σκέψεις του κάθε αριστερού της κοινωνικής βάσης, χωρίς να τον υποχρεώνει να κλείσει τα μάτια στην βασιμότητα του χάους που δημιουργεί η πολυπλοκότητα της σύγχρονης κοινωνίας αλλά και έναν δρόμο που μπορεί να παρακάμψει την σύγχυση που έχουν σκορπίσει, εκμεταλλευόμενες το χάος οι διάφορες λυκοσυμμαχίες των επιτελών της αριστερής πτέρυγας του εξουσιαστικού πολιτικού συστήματος.
Στο πλαίσιο των σελίδων κριτικής το κείμενο αυτό αποτελεί την αφετηρία μιας προσπάθειας να διευκρινιστεί η σημερινή πολιτική κατάσταση και να φωτιστεί η κατεύθυνση της δυναμικής της. Φυσικά οι μικρές δυνάμεις ενός ανθρώπου είναι πολύ λίγες για ένα τέτοιο έργο, μέσα στην αδίστακτη λογοκρισία και την τρομερή ψυχική καταπίεση που ασκούν οι εν ενεργεία και οι επίδοξοι επιτελείς της Αριστεράς σε όποιον αποφασίσει να αντιπαρατεθεί στην πολιτική τους. Το κείμενο όμως γράφτηκε με την πεποίθηση ότι υπάρχει μια απειρία ανάλογων μικρών δυνάμεων που αργά ή γρήγορα θα εκδηλωθεί.
Το κείμενο μπορεί να συνοψιστεί ουσιαστικά σε μια πρόταση, που έχει σημασία να τονιστεί ότι απευθύνεται από έναν αριστερό της κοινωνικής βάσης προς άλλους αριστερούς της κοινωνικής βάσης και τους καλεί (α) να αποφασίσουν ότι η Υπαρκτή Αριστερά δεν έχει καμιά σχέση με την Επαναστατική Αριστερά που είναι απαραίτητη για την κοινωνία και ούτε πρόκειται να γίνει τέτοια και (β) να εργαστούν και να αγωνιστούν για την συγκρότηση μιας πραγματικά άλλης Αριστεράς, της Αριστεράς της Κοινωνικής Βάσης, που θα αντιπαρατεθεί στην Αριστερά των Επιτελείων, θα επιταχύνει την ήδη συντελούμενη διάλυση της Υπαρκτής Αριστεράς με στόχο την ανάπτυξη μιας σύγχρονης Επαναστατικής Αριστεράς.
Έχει ιδιαίτερη σημασία να τονιστεί κάτι που δεν αναφέρθηκε σ' αυτό το κείμενο, καθώς αυτό περιορίστηκε στη Υπαρκτή Αριστερά, ότι η ουσιαστική διάλυση της τελευταία ενέχει τον κίνδυνο να διευκολυνθεί η ανάπτυξη της Φασιστικής Αριστεράς από τις κοινωνικές δυνάμεις που σήμερα εκφράζονται είτε από τμήματα της Υπαρκτής Αριστεράς, που λαϊκίζουν, είτε τμήματα της Αριστεράς που έχουν ήδη μια καθαρά φασιστική πολιτική, είτε και από τμήματα της ευρύτερης πολιτικής σκηνής που αντιπολιτεύονται την κυρίαρχη πλευρά του εξουσιαστικού συστήματος αλλά αποστασιοποιούνται από την Υπαρκτή Αριστερά.
Πρόταση
Το παρόν κείμενο αποτελεί μια ευρεία πρόταση προς όλους όσους, με την λογική που εκτίθεται σ' αυτό, μπορούν να θεωρηθούν Αριστεροί της Κοινωνικής Βάσης, ακόμα κι αν αυτοί δεν υιοθετούν αυτόν τον τίτλο αλλά αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα μιας ριζικής κοινωνικής αλλαγής ή τουλάχιστον έχουν σοβαρές αμφιβολίες αν το υπάρχον σύστημα μπορεί να επιβιώσει.
Η πρόταση είναι να συνδεθούν αυτοί που ενδιαφέρονται για την κοινωνική αλλαγή, με τους κοντινούς τους, φίλους και γνωστούς, που έχουν τις ίδιες περίπου διαθέσεις να ενωθούν σε μικρούς ελαστικούς και ελεύθερους πυρήνες συζήτησης υπό τον εξαρχής συμφωνημένο και απαράβατο όρο ότι τάσσονται εναντίον της λογικής και της πρακτικής του σεβασμού στην αυθεντία:
1. Καμιά άποψη από οπουδήποτε και αν προέρχεται δεν μπορεί να θεωρείται ούτε σαν δεδομένη και αυτονόητη ούτε σαν ισχυρότερη από τις άλλες, επειδή αυτός που μιλάει έχει τίτλους αγώνων ή ακαδημαϊκής εγκυρότητας ή, το πιο συνηθισμένο, έναν αριθμό λίγων ή πολλών οπαδών.
2. Οι συζητήσεις δεν αποσκοπούν στην συμφωνία (χωρίς βεβαίως και να απαγορεύεται να συμφωνήσουν) γιατί η επιταγή της συμφωνίας δεν σημαίνει τίποτα άλλο από την ανάδειξη ενός τύπου σκέψης ως αυθεντικού και των φορέων αυτής της σκέψης σαν αυθεντιών.
3. Στόχος των συζητήσεων είναι η χαρτογράφηση και η σταδιακά εξαντλητική διευκρίνιση των διαφορετικών απόψεων πάνω στα σοβαρά ζητήματα που οι συζητητές συμφωνούν ότι απασχολούν σήμερα την κοινωνία.
Σύμφωνα μ' αυτή την πρόταση στους πυρήνες συζήτησης μπορούν να συμμετέχουν άνθρωποι που ανήκουν τυπικά ή ουσιαστικά είτε στην βάση είτε στα επιτελεία της Αριστεράς και των άλλων πολιτικών ομάδων αν θεωρούν ότι κάτι έχουν να κερδίσουν από αυτές τις συζητήσεις, υπό τον όρο ότι δεν θα προσπαθήσουν να αποτρέψουν την κριτική των ομάδων στις οποίες ανήκουν.
Οι πυρήνες μπορούν να είναι ελαστικοί ως προς την συμμετοχή αλλά μπορούν επίσης να είναι σταθεροί ως προς την ροή της συζήτησης. Τα θέματα μπορούν να είναι ποικίλα αλλά ορισμένα και συμφωνημένα και η συζήτηση να καταγράφεται στα βασικά της σημεία και να γνωστοποιείται ώστε να εξελίσσεται ανεξάρτητα από την παρουσία ή την απουσία των ανθρώπων που θέλουν να συμμετέχουν σε κάθε συνάντηση.
Προτείνεται επίσης να βρεθούν τρόποι στην πορεία των συζητήσεων ώστε αυτές να επικοινωνούνται σε πλατύτερη έκταση και να σχηματιστεί σε κοινωνικό επίπεδο μια ημερήσια διάταξη συζήτησης σε όλα τα θέματα που αφορούν την κοινωνική επικαιρότητα και που άλλωστε ήδη συζητιούνται, συζήτηση όμως που να ξεφεύγει από την ασφυκτική πίεση της λογοκρισίας και της ψυχολογικής τρομοκρατίας εκ μέρους της Υπαρκτής Αριστεράς.
Τελειώνοντας πρέπει να τονίσω για άλλη μια φορά ότι η πρόταση αυτή δεν πρέπει να θεωρείται σαν έμπνευση του γράφοντος αλλά σαν προϊόν της παρατήρησης των τάσεων που έχουν ήδη εκφραστεί -- όχι απαραιτήτως με ορατά αποτελέσματα -- τα τελευταία χρόνια.
Πρέπει να θεωρείται επομένως η πρόταση αυτή σαν ένα ακόμα λογικό σχήμα που το προωθεί η δυναμική της κοινωνίας. Είναι η συνέχεια της ιδέας του "φόρουμ" που έχει πια καθιερωθεί και που ως μέσο διαμόρφωσης μιας κοινωνικής πολιτικής σφαγιάστηκε από τις αυθεντίες που την "υιοθέτησαν". Είναι η συνέχεια της σημαντικής ιδέας των indymedia που στην εφαρμογή του στο Athens indymedia είχε θετική επίδραση ώσπου μετατράπηκε σε αποκλειστικό βήμα ενός ιδιόρρυθμου λαϊκού-αναρχικού ακαδημαϊσμού. Είναι η συνέχεια μιας επόμενης του indymedia προσπάθεια συγκρότησης μιας συζήτησης (στην οποία συμμετείχα και εγώ και θα βρω την ευκαιρία να την περιγράψω) και που τέλειωσε με γενική αποτυχία μεν αλλά με θετικά ειδικά αποτελέσματα. Είναι τέλος η παράλληλη συνέχεια των blogs που είναι θετικά ως μέσα επικοινωνίας στην βάση αν και οδηγούνται στο άλλο άκρο, στην αποθέωση της απομονωμένης και ανταγωνιστικής ατομικής αυθεντίας.
Στο πλαίσιο των σελίδων κριτικής εγώ θα προσπαθήσω να προσαρμόσω τα γραφτά μου στο πνεύμα αυτής της πρότασης. Θα μιλάω π.χ. σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, εννοώντας τους εμάς τους Αριστερούς της Κοινωνικής Βάσης. Θα προσπαθήσω να διευκρινίσω τις λεπτομέρειες αυτής της πρότασης και τέλος θα προσπαθήσω να αναπτύξω περεταίρω τα θεωρητικά ζητήματα που ήδη τέθηκαν σ' αυτό το άρθρο. Και φυσικά οι Σ.Κ. θα είναι ανοιχτές για την δημοσίευση κειμένων που θα παραχθούν σ' αυτές τις συζητήσεις.
Πρέπει να τονίσω όμως επίσης κλείνοντας αυτό το κείμενο ότι δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες ως προς την δυσκολία που έχει η εφαρμογή αυτής της πρότασης. Η πολιτική και ακαδημαϊκή λογοκρισία-τρομοκρατία που έχει ασκηθεί μέσα στο πλαίσιο της Υπαρκτής Αριστεράς είναι αφάνταστα επίμονη, εφευρετική και άτεγκτη αλλά κυρίως αδιόρατη γιατί πατάει στις εσωτερικές μας αδυναμίες και ενοχές. Ωστόσο στην γενικά δύσκολη προσπάθειά μας να ξεφύγουμε από τον θανάσιμο εναγκαλισμό του φασιστικού δικομματισμού που οικοδομείται γύρω μας υπάρχει και η ανεκτίμητη ευκολία ότι δεν έχουμε πια να χάσουμε παρά μόνο τις αλυσίδες μας!