Οι εκδηλώσεις ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και στον πόλεμο και η εμφανής πολιτική αμηχανία μπροστά στις εξελίξεις, κατέστησαν σαφές ότι η κοινωνική απαίτηση για μια ενιαία αριστερή πολιτική, δεν μπορεί να παρελκύεται άλλο. Έγινε όμως εξίσου σαφές ότι η υπαρκτή αριστερά ούτε θέλει ούτε μπορεί να ανταποκριθεί σ' αυτή την απαίτηση. Αντίθετα απέδειξε, μέχρι και πρόσφατα, ότι είναι προσκολλημένη στην διάσπαση. Η ιστορική ερμηνεία της διάλυσης της Αριστεράς δεν χωράει σε λίγες γραμμές. Η πολιτική ερμηνεία όμως είναι προφανής: κανείς δεν εγκαταλείπει την εξουσία στην μικρή και μίζερη ομάδα του για να την αναζητήσει σε μια μεγαλύτερη. Απ' την άλλη μεριά η εγγύηση της ενότητας υπό την διεθνή "πυγμή" ενός νέου Στάλιν και την τοπική ενός νέου Ζαχαριάδη ανήκουν στο παρελθόν.
Η παρούσα Αριστερά επομένως έχει δύο δυνατότητες: Ή να αγνοήσει το κοινωνικό αίτημα για ενότητα ή να συμπήξει έναν φορέα με τις σημερινές ομάδες και κόμματα ως φράξιες. Ακόμα και βραχυπρόθεσμα, η μεν πρώτη δυνατότητα είναι αδύνατη, η δε δεύτερη είναι το ίδιο πρόβλημα με άλλα λόγια! Η τρίτη δυνατότητα, είναι ερήμην της αριστεράς: να αναδυθεί μια νέα αριστερή πολιτική και ο αντίστοιχος φορέας μέσα από το κοινωνικό σώμα. Με την σημερινή πολιτική λογική, το ερώτημα που γεννιέται, εν όψει της τρίτης αλλά ουσιαστικά μοναδικής δυνατότητας, είναι ποια πρόταση την εκφράζει και ποιος θα την διατυπώσει. Το πρώτο μέρος του ερωτήματος απαντιέται εύκολα. Το δεύτερο μέρος είναι άτοπο.
Η ενότητα, μέσω προτάσεων και "προταγμάτων", που ελπίζει η Αριστερά, είναι μια ναρκισσιστικής αφετηρίας παράνοια. Στην πραγματικότητα οι προτάσεις έπονται των πράξεων που προβλέπουν. Αντίθετα, αρχές που ήσαν θαμμένες κάτω από στρώσεις αλλεπάλληλων "νέων" δεδομένων και "νέων" ερμηνειών, προβάλουν και αναζητούν πραγματικά σύγχρονες διατυπώσεις που η υπάρχουσα αριστερά δεν είναι σε θέση να αρθρώσει. Ουσιαστικά, η ιστορική συνέχεια των παλιών αρχών του αριστερού επαναστατικού κινήματος, αναδύεται σήμερα μέσα από την κοινωνική πράξη και μάλιστα αυτή που ονομάζουμε αντιλαϊκή!
Το μαρξιστικό επαναστατικό κίνημα θεωρούσε ότι οι δυνάμεις της ανανέωσης, γεννιόνται μέσα από τις μορφές οργάνωσης που επιβάλουν οι ίδιες οι κυρίαρχες κοινωνικές δυνάμεις. Όχι σαν αντίσταση στην καταπίεση τους, αλλά σαν αναγκαία άρνηση της κυριαρχίας τους μέσα στις νέες συνθήκες. Θεωρούσε επίσης ότι ο απαραίτητος για την κοινωνική ανανέωση πολιτικός φορέας, αποτελεί προσομοίωση των νέων μορφών κοινωνικής οργάνωσης και συγχρόνως άρνησή τους. Είναι εν τούτοις εκπληκτικό ότι οι πρόσφατες κοινωνικές εκδηλώσεις, παρά τον σαφή αποπροσανατολισμό που απεργάσθηκαν οι οργανωτές τους, απ' την μια μεριά αποτελούσαν την άρνηση της αστικής κυριαρχίας μέσω της αγοράς και ταυτόχρονα αποδέχονταν πλήρως τα οργανωτικά χαρακτηριστικά της τελευταίας.
Η Αριστερά συναντήθηκε με τις κοινωνικές δυνάμεις στο "εύκολο" πεδίο της γενικής πολιτικής και διαχωρίστηκε απ' αυτές για να τις ελέγξει. Οι οργανωτές έκαναν, το μόνο που μπορούν ακόμα να κάνουν: οργάνωσαν μαζικές εκδηλώσεις, όχι για να ακούσουν τον λόγο των μαζών αλλά για να επιβάλουν τον δικό τους. Ήταν φανερή η αντίθεση ανάμεσα στον ανταγωνισμό των "οργανωτών" και στην ενωτική διάθεση των διαδηλωτών. Αλλά η αριστερά δεν διαμορφώθηκε ποτέ σ' αυτό το γενικό πολιτικό πεδίο. Πολύ λιγότερο στο εκλογικό. Η πραγματική ενότητα της αριστεράς εκδηλωνόταν πάντα σαν ανάγκη, μέσα στο φοιτητικό κίνημα και παγιωνόταν μέσα στην πραχτική του εργατικού κινήματος. Στα δύσκολα αυτά πεδία έχει πραγματοποιηθεί και επικρατεί σήμερα αφασία λόγω του συμβιβασμού της Αριστεράς με την αστική εξουσία. Όταν όμως σ' αυτά τα πεδία εκδηλωθεί η αντίθεση μεταξύ κοινωνίας και εξουσίας το ξήλωμα του εξουσιαστικού πλέγματος θα είναι αναπότρεπτο.
Αυτοί που επιχειρούν την συγκόλληση της Αριστεράς, δεν θα συνειδητοποιήσουν, πριν είναι αργά την ματαιότητα της επιχείρησής τους. Αντίθετα, όταν αρχίσει να συνειδητοποιείται η ενότητα στο κοινωνικό επίπεδο, θα είναι κιόλας στα σκαριά ένας νέος αριστερός πολιτικός φορέας. Η μορφή του δεν μπορεί να είναι σήμερα ορατή παρά μόνο σαν άρνηση των παρωχημένων εξουσιαστικών στοιχείων των κοινωνικών και πολιτικών οργανώσεων. Μια άρνηση που καθόλου περίεργα ανακλάται - με εξασφαλισμένη βέβαια την αποτυχία - στις επιχειρήσεις "επανίδρυσης" των κομμάτων.
Η "ρεαλιστική" για σήμερα πρόταση, για την ενοποίηση της αριστεράς και την οικοδόμηση ενός πολιτικού φορέα, είναι εν μέρει ήδη ξεπερασμένη και εν μέρει πρόταση ενός άλματος στο κενό. Η προοπτική για την ενότητα της αριστεράς στο κοινωνικό επίπεδο έχει κανει ήδη την αναγκαία υπέρβαση του στενού ορίζοντα των εκλογών. Ουδείς αποδίδει σήμερα σ' αυτές περισσότερη σημασία απ' όσο σε ένα οποιοδήποτε ποδοσφαιρικό ντέρμπυ. Απ' την άλλη μεριά η εγκατάλειψη της έκπτωτης αριστερής πολιτικής φαντάζει σαν αναχώρηση για το άγνωστο. Αλλά η ελληνική κοινωνία, τουλάχιστον τρεις φορές στην πρόσφατη ιστορία της, όταν έφτασε ο κόμπος στο χτένι, επιχείρησε το άλμα στο κενό. Και παρότι και τις τρεις φορές, φάνηκε ότι απέτυχε, είναι πάντα έτοιμη για την επόμενη.