Η στιγμή του άδικου θανάτου του Θόδωρου Αγγελόπουλου δεν είναι κατάλληλη για την αποτίμηση της καλλιτεχνικής αξίας του έργου του. Η εποχή δεν είναι κατάλληλη για την συνολική πολιτική αποτίμηση του ρολού ενός καλλιτέχνη, αποτίμηση που άλλωστε απαιτεί μια δύσκολη και ευέλικτη μελέτη. Καμιά στιγμή όμως και καμιά εποχή δεν δικαιολογεί την αθλιότητα των μικρόψυχων νεκρολογιών μέσω των οποίων υμνούν τον εαυτό τους και την κουρελιασμένη πολιτική τους οι επιτελίσκοι της υπαρκτής Αριστεράς.
Οι επιτελείς που κυριαρχούσαν -- μέχρι να επέλθει η ρήξη μεταξύ τους -- στην ΚΟΕ έχουν μια προϊστορία στην τυμβωρυχία. Η ίδια η μαρξιστική-λενινιστική "κληρονομιά" τους, ουσιαστικά, είναι προϊόν τυμβωρυχίας. Ειδικεύονται όμως επίσης και στις διαστρεβλωτικές νεκρολογίες προσώπων με μικρή ή μεγάλη σπουδαιότητα, νεκρολογίες που έχουν πάντα σαν στόχο να εξωραΐσουν την προσωπική τους αθλιότητα.
Τον Αγγελόπουλο τον είχε παραλάβει ο Ρινάλντι, ζωντανό ακόμα, με μια κριτική (αν θυμάμαι καλά για το "μετέωρο βήμα...") γενικά υμνητική στην οποία τον ψιλο-μάλωνε γιατί παρέμενε "εν συγχύσει αριστερός" και δεν έβλεπε το φως το ανέσπερο που εξέπεμπε η αυθεντία του, απελευθερωμένη τότε πρόσφατα από το "βάρος" του Χοντζέα. Ο θάνατος τώρα του Αγγελόπουλου ήρθε στην κατάλληλη στιγμή για τον επικεφαλής της "κομματικής πλειοψηφίας" της ΚΟΕ για να ξεπλύνει την πολιτιστική πλευρά της φασιστικής "μεταπολίτευσης του λαού" και να του δώσει την ευκαιρία να πάρει το πάνω χέρι από τους ανταγωνιστές του, της "φράξιας".
Εμφανίστηκε στο site της ΚΟΕ (εδώ) ένα κείμενο με υπογραφή «Το Γραφείο Τύπου της ΚΟΕ - 25/1/2012» και με τίτλο «φτωχότερη η χώρα, φτωχότερη η Αριστερά και η τέχνη» στο οποίο επιχειρείται με μια γλώσσα "ποιητική" (της κακιάς ώρας) μια περιγραφή του δυστυχήματος και μια μεταγλώττιση του ποιητικού λόγου του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Ο συγγραφέας του κειμένου (προφανώς ο Ρινάλντι αν και δεν έχει ιδιαίτερη σημασία), ουσιαστικά παρακάμπτει, με εξοργιστική περιφρόνηση, την καλλιτεχνική προσωπικότητα του Αγγελόπουλου και το πολιτικό της περιεχόμενο και εκθέτει (εν ονόματι του νεκρού ή/και αποδίδοντάς τες σ' αυτόν) τις δικές του απόψεις για την πολιτική κατάσταση και την προοπτική της ελληνικής κοινωνίας: απόψεις που, επιπλέον, είναι αδιανόητες όχι μόνο για έναν απλό αριστερό αλλά ακόμα και για έναν άνθρωπο με στοιχειώδη ψυχική υγεία.
Το δυστύχημα έγινε κατά το "γραφείο τύπου" του Ρινάλντι «ένα απόγευμα σημαδιακό, απόλυτα ταιριαστό (!) με τη θλίψη που απλώνεται πάνω από την Ελλάδα της κρίσης». Ο Αγγελόπουλος «έφυγε, μάλλον, όπως θα 'θελε... διαμορφώνοντας ένα πλάνο, μια φωτογραφία, μια ακόμα αλήθεια».
Έφυγε λοιπόν ο «αθεράπευτα αριστερός Θόδωρος Αγγελόπουλος» αλλά και αυτός «με τις πολλές διακρίσεις» ο οποίος «ανέδειξε με μοναδικό τρόπο την ελληνική πραγματικότητα» και «σκιαγράφησε (..) τη δύσκολη πορεία ενός λαού που προσπαθεί να ορθοποδήσει». Αυτός τέλος που «μίλησε με το δικό του καθηλωτικό τρόπο για την Αριστερά, καταθέτοντας ένα κινηματογραφικό χρονικό της πορείας της τον 20ο αιώνα.»
Και αφού έφυγε «από χτες το απόγευμα η χώρα, η Αριστερά, η τέχνη είναι φτωχότερες» και «ο χορός του Μάνου Κατράκη γίνεται συγκλονιστική κραυγή για τη χώρα που πεθαίνει, για το όνειρο που χάνεται, για την "άλλη θάλασσα" που δεν θα τελειώσει ποτέ.»
Η Ελλάδα της κρίσης λοιπόν κατά την ΚΟΕ του Ρινάλντι είναι μια χώρα που πεθαίνει και ο Αγγελόπουλος είναι ένας καλλιτέχνης που βραβεύτηκε πολλές φορές, επειδή κατάλαβε αυτό που ξέρει ο αρχηγός της πλειοψηφίας της: ότι η χώρα πεθαίνει. Πολλοί θα πουν ότι εντάξει δεν χάθηκε ο κόσμος όλοι στην υπαρκτή Αριστερά κάτι τέτοια λένε αλλά τα λένε κάπως πιο σοβαρά από το Ρινάλντι. Θα συμφωνήσω με την διαπίστωση αλλά νομίζω ότι θα χαθεί ο κόσμος αν αυτό το βιολί που διαπιστώνεται συνεχίσει.
* * * * * *
Υπάρχει ωστόσο ένα ελαφρυντικό, όχι για τον Ρινάλντι και τους ακολούθους του αλλά για τον κόσμο της βάσης της ΚΟΕ και τον κόσμο της βάσης της Αριστεράς που τους υφίσταται. Ο ρόλος των επιτελών της Αριστεράς σε σχέση με τους ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης υπήρξε, σε ολόκληρη την μεταπολεμική περίοδο, πανάθλια.
Το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να εκμεταλλευτούν τα "ανοίγματα" του εξουσιαστικού χώρου προς στους καλλιτέχνες και τους άλλους πνευματικούς ανθρώπους της Αριστεράς για να τρυπώσουν κι αυτοί από πίσω τους. Και προκειμένου να φαρδύνουν τα "ανοίγματα" καλλιέργησαν, εν ονόματι της "ελευθερίας της τέχνης", κάθε αδυναμία τους ώστε να τους σπρώξουν βαθύτερα στη σκλαβιά της εξουσίας. Αυτή η ταχτική όμως έφτασε στα όριά της και δεν μπορεί πλέον να γίνεται ανεκτή: την καταργεί το ίδιο το σύστημα.
Πρέπει να σκεφτούμε ότι για κάθε καλλιτέχνη και ειδικά για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, το ζήτημα δεν είναι να λογαριάσουμε τι πρόσφερε αυτός στην Αριστερά, αλλά τι πρόσφεραν σ' αυτόν, σε ιδεολογική και πολιτική υποστήριξη, οι ξεχαρβαλωμένοι ηγετίσκοι της υπαρκτής Αριστεράς.
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, όποια κι αν ήταν η καλλιτεχνική και πολιτική του φυσιογνωμία, ήταν ένας ευαίσθητος άνθρωπος και συγχρόνως ένας άνθρωπος επίμονος και θαρραλέος. Είχε το θάρρος να συγκρούεται με το ανθρωποφάγο ελληνικό "φιλότεχνο" κοινό και είχε την ικανότητα να διατηρεί την αξιοπρέπεια του ακόμα κι όταν αναγκαζόταν (ή έστω ήθελε) να προσαρμοστεί στα άθλια δεδομένα του πολιτιστικού συστήματος.
Ο Αγγελόπουλος είχε πράγματι μια επιμονή στην "ανήλιαγη" πλευρά της κοινωνικής ζωής. Η άποψή μου γι αυτή την επιμονή συνοψίστηκε σε μια κριτική μου για το λιβάδι που δακρύζει που γράφτηκε το 2004 (εδώ). Μετά όμως από την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 και την όξυνση της κρίσης, είμαι βέβαιος ότι θα έχω να πω πολύ περισσότερα και πιθανότατα αρκετά πολύ διαφορετικά γι αυτόν και για τους πολιτικούς προσανατολισμούς του. Η ατέλειωτη δουλειά του είμαι σίγουρος ότι θα είναι πολύ μακριά από τα όρια που του βάζει το υμνολόγιο του Ρινάλντι.
Το κλίμα της θλίψης για τα "χαμένα" κοινωνικά όνειρα δεν το "εφεύρε" ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, του το "πρόσφερε" έτοιμο η μετεμφυλιακή Αριστερά και μετά άφθονο μεταπολιτευτική Αριστερά. Αυτός έχτισε μέσα σ' αυτό το κλίμα μια παραλλαγή της αισθητικής της ήττας (ανάλογη αλλά όχι ίδια με αυτή του Μίκη), την μόνη αισθητική, στην ποιητική αφήγηση της ιστορίας, που μπορούσε να γίνει αποδεκτή από το εξουσιαστικό πολιτιστικό σύστημα.
Η δουλεία του καλλιτέχνη, ούτε όσο ζούσε, δεν μπορούσε να κριθεί με τα χυδαία πολιτικά κριτήρια των επιτελών της υπαρκτής Αριστεράς. Τώρα που πέθανε, έτσι κι αλλιώς μόνο με ιστορικά κριτήρια μπορεί όχι πια να κριθεί αλλά να ερμηνευθεί. Μπορούμε όμως να πούμε ότι ο Αγγελόπουλος δεν προπαγάνδισε, δεν "πάλεψε" για την παράταιρη ήττα της Αριστεράς όπως έκαναν με πάθος οι επιτελίσκοι που τον υμνούν.
Ο Αγγελόπουλος ιστόρισε την επίδραση, τις συνέπειες, της ήττας Αριστεράς πάνω στους απλούς ανθρώπους της κοινωνίας. Τα πρόσωπά των ανθρώπων που περιγράφει, και μέσα στην ομίχλη της ήττας παραμένουν όμορφα και ζωντανά. Τα πρόσωπα των υμνητών του, των επιτελών που προσπαθούν να κρυφτούν πίσω του, παραμένουν άσχημα. Πολύ άσχημα!