Υπαρκτή Αριστερά | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 1646
Φασιστική φονική λογοκρισία και οπορτουνιστική αυτοκτονική αυτολογοκρισία
άρθρο
του Κωστή Παπαϊωάννου
Δευτ, 23 Σεπτ 2013

Δεν βρίσκω πως έχει κανένα νόημα να προσθέσω και εγώ την θλίψη μου για τον πολιτικό θάνατο ενός ακόμα ανθρώπου του Παύλου Φύσσα. Το βρίσκω εξαιρετικά υποκριτικό να αναλυθώ σε δήθεν αγανακτισμένες ρητορικές κορώνες του είδους «Μόνος εναντίον πολλών. Δολοφονημένος άνανδρα από τους νεοναζί. Και πρωτοπανηγυριώτης στο ξάγναντο του Μέλλοντος!»* όπως έκαναν όλοι όσοι έχουν μια πρόσβαση στον δημόσιο λόγο, για τους "άνανδρους" δολοφόνους νεοναζί που είναι υπεύθυνοι για τον φόνο.

*             (Tο δείγμα αγοραίας ρητορικής "αγανάκτησης" από τον LOL G 700, από αυτό το γελοίο κουκουλοφόρο παπαγαλάκι του Τσίπρα, που για άλλη μια φορά πρωτοπανηγυρίζει για την ευκαιρία που του δίνει η δυστυχία των άλλων να παριστάνει τον αντιφασίστα: αντιφασίστας αυτό το ανεγκέφαλο βλακώδες διαδικτυακό πρότυπο οπορτουνιστικής υστερίας και φασιστικής λογοκρισίας)

Προτιμώ να μιλήσω εντελώς ψυχρά για την μεγάλη δυσκολία που παρουσιάζει η σημερινή πολιτική κατάσταση. Για την δυσκολία που την φωτίζει άπλετα για άλλη μια φορά, με το πικρό της φως, η αντιπαράθεση που ξεσπάει στην ευρύτερη πολιτική σκηνή, με την "ευκαιρία" αυτού του πολιτικού θανάτου. Και οι δυο πλευρές,  οπορτουνιστική και φασιστική, τρίβουν τα χέρια τους εγκλωβίζοντας για άλλη μια φορά τον κόσμο της κοινωνικής βάσης, συντηρητικό και επαναστατικό, στην διαμάχη των εξουσιαστικών επιτελείων για την εξουσία.

Μιλάω για πολιτικό θάνατο, γιατί σ' αυτό το είδος του θανάτου εκτός από την κατηγορία του πολιτικού φόνου που εγκαινιάζεται σήμερα, φθινόπωρο του 2013, με τον φόνο του άτυχου Παύλου Φύσσα, κατατάσσεται και η κατηγορία της πολιτικής αυτοκτονίας που εγκαινιάστηκε με την αυτοκτονία του άτυχου Δημήτρη Χριστούλα (διαβ. εδώ), πριν από ενάμισι χρόνο, την άνοιξη του 2012.

Πολιτικοί θάνατοι είναι επίσης σήμερα και ο θάνατος από πείνα, και ο θάνατος από αρρώστια που θα μπορούσε να θεραπευθεί, και ο θάνατος από δυστύχημα που υπάρχουν τα μέσα να προληφθεί. Μιλάω όμως εδώ γι' αυτές τις δύο κατηγορίες θανάτου για τις οποίες υπάρχουν αυτουργοί. Και έχει τεράστια σημασία να ερμηνεύσουμε την αυτουργία των δύο αυτών κατηγοριών πολιτικού θανάτου με την μοναδική ερμηνεία που σηκώνουν: η πρόκληση αυτών των πολιτικών θανάτων έχει την άμεση πρόθεση της λογοκρισίας: με τον φόνο ο αυτουργός βουλώνει το στόμα του άλλου (βουλώνοντας όμως έτσι και το δικό του), με την αυτοκτονία βουλώνει το στόμα το δικό του (βουλώνοντας όμως έτσι και το δικό του).

Κάποια στιγμή θα πρέπει να γίνει ο μεγάλος κατάλογος από τις μορφές που μπορεί να πάρουν η λογοκρισία και η αυτολογοκρισία. Προς το παρόν όμως θέλω να πω σε κάθε άνθρωπο της κοινωνικής βάσης και ειδικά σε κάθε αριστερό της κοινωνικής βάσης πως και αντίστροφα από τον φονιά και τον αυτόχειρα όταν βουλώνεις το στόμα κάποιου άλλου: τον σκοτώνεις, όταν βουλώνεις το στόμα το δικό σου: αυτοκτονείς.

Ο πολιτικός θάνατος ωστόσο είτε στην μια είτε στην άλλη περίπτωση δεν είναι δομικό στοιχείο της κρίσης: είναι το σύμπτωμα μια παρόξυνσης της κρίσης του κοινωνικού συστήματος. Παρόξυνση της κρίσης συμβαίνει όταν η αντίθεση που συγκροτεί την κοινωνία όχι μόνο έχει μετατραπεί σε αντίφαση αλλά όταν επιπλέον η κάθε μια από τις αντίθετες πλευρές έχει χάσει το ενδιαφέρον της και άρα έχει χάσει την ικανότητά της να επικοινωνεί με την άλλη. Η παρόξυνση της κρίσης προκαλείται από το γεγονός πως η συντηρητική πλευρά της κοινωνίας έχει προσβληθεί από την γεροντική αρρώστια του συντηρητισμού που είναι ο φασισμός αλλά και η επαναστατική πλευρά δεν μπορεί να κρατήσει ζωντανή την επικοινωνία και άρα την κοινωνία επειδή έχει προσβληθεί επίσης από την γεροντική αρρώστια της επαναστατικότητας που είναι ο (δεξιός) οπορτουνισμός.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα στην πολιτική σκηνή της ελληνικής κοινωνίας κατά έναν τρόπο θλιβερά παραδειγματικό. Είπα στην αρχή πως οι άνθρωποι της κοινωνικής βάσης έχουν εγκλωβιστεί στην αντιπαράθεση των επιτελείων για την εξουσία. Ο απεγκλωβισμός τους είναι εξαιρετικά δύσκολος από την στιγμή που ο εγκλωβισμός τους συνίσταται στο γεγονός πως αντί η αντιπαράθεση των επιτελών να εκφράζει την πολιτικά φυσική και ιστορικά αναγκαία αντιπαράθεση των ανθρώπων της κοινωνικής βάσης, γίνεται το αντίθετο: η αντιπαράθεση των ανθρώπων της κοινωνικής βάσης εκφράζει (έχει σαν πλαίσιο) την αντιπαράθεση των επιτελών για την εξουσία. Το αποτέλεσμα αυτού του πολύχρονου εγκλωβισμού είναι πως οι άνθρωποι της κοινωνικής βάσης έχουν διαχωριστεί και δεν επικοινωνούν στο πεδίο της πολιτικής.

Με την ευκαιρία του τελευταίου πολιτικού φονικού οι επιτελείς όλων των κομμάτων και τα παπαγαλάκια τους στο διαδίκτυο έπεσαν με τα μούτρα στην δουλειά προσπαθώντας να διαιρέσουν την βάση της κοινωνίας όχι μόνο στο πεδίο της πολιτικής αλλά και στο πεδίο της καθημερινότητας ώστε να ωθήσουν τους ανθρώπους της βάσης να αλληλοσπαραχθούν.

Αν θεωρήσουμε δεδομένη αυτή την κατάσταση, αν θεωρήσουμε δηλαδή δεδομένο πως η αντιπαράθεση της οπορτουνιστικής γεροντικής αθλιότητας στην φασιστική γεροντική παράνοια θα είναι αιωνίως το πλαίσιο της φυσικής και αναγκαίας εσωτερικής κοινωνικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στην συντηρητική και στην επαναστατική τάση των ανθρώπων της κοινωνίας, τότε θα πρέπει να θεωρήσουμε πως η δυσκολία που υπάρχει σήμερα είναι αξεπέραστη. Το ζήτημα επομένως είναι να εξετάσουμε πως θα εξελιχθεί η εγκλωβισμένη μέσα στο σημερινό πλαίσιο σύγκρουση, να εξετάσουμε αν και πώς είναι δυνατό η σύγκρουση αυτή να "σπάσει" το σημερινό πλαίσιο και να σχηματίσει ένα καινούριο πλαίσιο που να ευνοεί την συνύπαρξη των ανθρώπων της βάσης στην πράξη και να περιορίζει την αντιπαράθεσή τους σε έναν γνήσιο και από τις δύο πλευρές πολιτικό λόγο.

Αντί να προχωρήσω στην θεωρητική εμβάθυνση στην σημερινή πραγματικότητα -- στην αναζήτηση δηλαδή του ιστορικού νοήματος που έχει αυτή η κατάσταση και η δυσκολία της -- προτιμώ προς το παρόν να αναφερθώ συνοπτικά στην εικόνα που παρουσιάζει η πολιτική σκηνή που την δημιουργεί:

Η στάση των επιτελών και των δύο μετώπων της διμετωπικής κεντρικής πολιτικής σκηνής, σε σχέση με τον φόνο άτυχου Παύλου Φύσσα, δεν έχει καθόλου να κάνει με την διάθεση να αντιμετωπίσουν το φασισμό στο κοινωνικό πλαίσιο αλλά έχει να κάνει με τις επιδιώξεις τους στο πλαίσιο του εξουσιαστικού συστήματος.

Οι επιτελείς που αποτελούν ατύπως το "μαύρο μέτωπο" έδωσαν τα ρέστα τους σε κατάρες κατά του ναζισμού, ξεχνώντας προφανώς πως ο Ναζισμός δεν ήταν παρά απλώς το "αρτιότερο" δείγμα του φασισμού στην σύγκρουση της δεκαετίας του 1940. Τον φασισμό δεν τολμούν να τον περιγράψουν, ούτε καν να τον αναφέρουν, διότι θα περιέγραφαν και θα ανέφεραν τον εαυτό τους. Θέλουν να χρησιμοποιήσουν την αστυνομία και την δικαιοσύνη εναντίον της Χρυσής Αυγής, με την κρυφή ελπίδα ότι θα καταφέρουν να επαναφέρουν τους ψηφοφόρους της στα δικά τους κόμματα αποδεικνύοντας σ' αυτούς ότι μπορούν να λειτουργήσουν σαν τα "νόμιμα" υποκατάστατά της.

Οι επιτελείς που αποτελούν ατύπως επίσης το "κόκκινο μέτωπο" βρήκαν την ευκαιρία να ξελασπώσουν από το γεγονός ότι έγραψαν στα παλιά τους παπούτσια την κοινωνία (κατά την σοφία του Ρινάλντι ένα "ξέφωτο" και πολύ της πάει!) για να εισπράξουν την δόξα και το χρήμα της "(δια)κυβερνώσας Αριστεράς". Δίνουν κι αυτοί τα ρέστα τους στην τρομοκρατική δαιμονοποίηση της Χρυσής Αυγής, δεν έχουν όμως την παραμικρή διάθεση να αντιμετωπίσουν την διείσδυση της φασιστικής λογικής στην πολιτική συνείδηση του κόσμου -- ακόμα και του αριστερού κόσμου -- της κοινωνικής βάσης. Θα ήθελαν προφανώς να χρησιμοποιήσουν την αστυνομία και την δικαιοσύνη για να θέσουν εκτός νόμου την Χ.Α., αλλά, στον ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον, δεν είναι καθόλου σίγουροι πόσες από τις ψήφους της Χρυσής Αυγής είναι "αντιμνημονιακές" και θα τις εισπράξει το "κόκκινο μέτωπο" και πόσες είναι "φασιστικές" και θα πάνε στο "μαύρο μέτωπο".

Η στάση των επιτελών της Χρυσής Αυγής και η στάση των επιτελών του ΚΚΕ χρειάζεται ειδική ανάλυση τόσο ξεχωριστή για το κάθε επιτελείο όσο και συγκριτική για τα δύο μαζί. Η ανάλυση αυτή δεν μπορεί να γίνει εδώ, μπορώ όμως να πω ότι στο γενικό σχήμα του ελληνικού πολιτικού συστήματος η φυσική θέση των δύο αυτών επιτελείων είναι σε ένα επίπεδο αντιπαράθεσης (μεταξύ τους) υπεράνω του διμετωπισμού όπου θα λειτουργούν σαν ιδεολογικά και οργανωτικά πρότυπα και σαν σχολές "ορθόδοξης" φασιστικής και οπορτουνιστικής πολιτικής αντίστοιχα. Άλλωστε και όπως είναι τα πράγματα σήμερα ο ουσιαστικός ρόλος των δύο αυτών επιτελείων παίζεται εκτός κοινοβουλίου και μάλιστα με παρόμοιο τρόπο: με επεμβάσεις συντεταγμένων ομάδων τους στους τόπους δουλειάς και ζωής των ανθρώπων της κοινωνικής βάσης. Η παρουσία τους στο κοινοβούλιο είναι μια υποχώρηση από την ορθοδοξία τους και υπαγορεύεται από την ανάγκη τους να τονίζουν την διάθεσή τους να το τροποποιήσουν αλλά και από τον πειρασμό των ηθικών και υλικών "καλουδιών" της κοινοβουλευτικής πιάτσας.

Τελικά προς την κοινωνική βάση εκπέμπονται δύο φαινομενικά αντίθετα πολιτικά συνθήματα που στην πραγματικότητα είναι απολύτως ταυτόσημα: "τσακίστε τους δολοφόνους φασίστες" από την μια πλευρά, "τσακίστε τους προδότες δημοκράτες" από την άλλη. Αν τα συνθήματα αυτά -- που στην ουσία τους είναι το ίδιο φασιστικά -- επικρατήσουν στην συνείδηση των ανθρώπων της κοινωνικής  βάσης, αυτή θα χωριστεί σε δυό στρατούς και ουσιαστικά σε δυό αποθήκες "κρέατος για τα κανόνια": και τότε η κοινωνία είναι χαμένη οριστικά και αμετάκλητα.

Η κοινωνία όμως δεν μπορεί να χαθεί: μπορεί να χαθεί ένα ποσοστό της αλλά δεν μπορεί να χαθεί ολόκληρη. Αργά οι γρήγορα οι αντίπαλοι στην κοινωνική βάση, οι συντηρητικοί και οι επαναστάτες, θα καταστήσουν διαλεκτική και άρα φιλική την αντίθεσή τους όταν στο μυαλό τους και στην ψυχή τους ξεκαθαρίσουν ποιο είναι το αντικείμενο της πολιτικής τους αντίθεσης και ποια είναι η κοινή ιστορική τους προοπτική. Μια τέτοια πρώτη συμφιλίωση ήταν η εργατοαγροτική συμμαχία στην επανάσταση του 1917. Μια τέτοια δεύτερη συμφιλίωση ήσαν τα λαϊκά μέτωπα στην σύγκρουση της δεκαετίας του 1940.

Η σωτηρία της κοινωνίας, η τρίτη μεγάλη συμφιλίωση δεν μπορεί παρά να είναι αυτή την φορά ουσιαστική και αδιαμεσολάβητη: για τούτο και τελική. Όλα τα λάθη που μπορούσε να κάνει η κοινωνία έχουν γίνει και έχουν διορθωθεί. Μένει τώρα να διορθωθεί και το τελευταίο λάθος που παρεισέφρησε κατά την διόρθωση των προηγουμένων, το λάθος του να πιστεύουν πως η συμφιλίωση των δύο πλευρών της κοινωνίας σε μια νέα εποικοδομητική αντιπαράθεση μπορεί να γίνει με αντιπροσώπους είτε κατά το μέρος της συμφιλίωσης είτε κατά το μέρος της νέας αντιπαράθεσης.

Τα λάθη της κοινωνίας γίνονται στα μυαλά και στα χέρια των αριστερών της κοινωνικής βάσης. Το δίδαγμα στο οποίο συνοψίστηκε η πείρα της δεκαετίας του 1960: «ο ρεβιζιονισμός στην εξουσία είναι η αστική τάξη στην εξουσία», δίδαγμα το όποιο σήμερα ολοφάνερα έχει τροποποιηθεί ως εξής: «ο οπορτουνισμός στην εξουσία είναι ο φασισμός στην εξουσία» οι σημερινοί αριστεροί της κοινωνικής βάσης το ξέχασαν, με τραγικές όπως φαίνεται συνέπειες    και ακολουθούν τον "(δια)κυβερνώντα" οπορτουνισμό στον γκρεμό.

Πως οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης θα διορθώσουν το τρίτο ιστορικό τους λάθος και πως η κοινωνία θα μεταβεί σε μια καινούρια ισορροπία, αυτό είναι σίγουρο. Ωστόσο η φασιστικοποίηση της πολιτικής και κοινωνικής ζωής έχει πια προχωρήσει και κανείς πια δεν μπορεί να υπολογίσει με πόσες ακόμα θανατηφόρες πράξεις λογοκρισίας, με πόσα στόματα βουλωμένα για πάντα, θα πληρωθεί αυτή η εξισορρόπηση. Η μετάβαση πάντως σε μια καινούρια ισορροπία αναγκαστικά θα γίνει μέσα από τον αντιφασιστικό αγώνα που γρήγορα θα καταστεί απαραίτητος σε όλο τον κόσμο.

Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πως ακριβώς θα εξελιχθεί η σύγκρουση που έχει ήδη αρχίσει στην ελληνική κοινωνία και σε όλο τον κόσμο. Μπορεί όμως ο καθένας να φανταστεί πως  ο αντιφασιστικός αγώνας απαιτεί αντιφασιστική στρατηγική και αντιφασιστική τακτική.

Οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης θα χρειαστεί να ξοδέψουν πολλές ώρες από την ζωή τους για να συζητήσουν την στρατηγική και τις τακτικές του αντιφασιστικού αγώνα. Ώρες που σήμερα τις κατασπαταλούν στα καταναγκαστικά έργα των δήθεν κοινωνικών κινημάτων και στις άκαρπες έριδες για την επιλογή της οπορτουνιστικής αυθεντίας που θα ακολουθήσουν. Μπορούν όμως από σήμερα να αποφασίσουν το σύνθημα που εκφράζει την βασική αρχή του αγώνα: άνθρωποι της κοινωνικής βάσης ενωθείτε ενάντια στην φονική λογοκρισία και στην αυτοκτονική αυτολογοκρισία του φασισμού και του οπορτουνισμού.