Ήταν ζήτημα χρόνου η επίθεση αυτού του γελοίου του LOL G 700 εναντίον του Ρούντι Ρινάλντι. Άρχισε με μια πρώτη αναγνωριστική κρούση το Σάββατο 17/05/2014, παραμονή της πρώτης Κυριακής των διπλών εκλογών. Κατά την γνώμη μου, αυτή η επίθεση είναι "όλα τα λεφτά" της οπορτουνιστικής αθλιότητας. Δείχνει πόσο μοιραία είναι η σύγκρουση στον υπόκοσμο του οπορτουνισμού, αλλά δείχνει και πόσο άδικο έχουν μερικοί φίλοι μου που θεωρούν πως κακώς ασχολούμαι με αυτά τα χαμηλά και τα "υψηλά" κατακάθια του οπορτουνισμού, που αντιπροσωπεύουν αντιστοίχως αυτοί οι δύο.
Την ευκαιρία της επίθεσης αυτού του χαρακτηριστικού δείγματος άθλιας, κομπλεξικής, μοχθηρής γελοιότητας, ενάντια στον μεγάλο μαιτρ του οπορτουνισμού, τον Ρούντι Ρινάλντι, του την έδωσε ένα άρθρο του δεύτερου στον τελευταίο «Δρόμο της Αριστεράς» (17/05/2014). Το άρθρο του Ρινάλντι έχει τίτλο: «Σκέψεις μπροστά στην Ευρώπη που κλυδωνίζεται» και ανοίγει (διάβαζε: καπελώνει) μια συζήτηση με τίτλο «ποια Ελλάδα, σε ποια Ευρώπη» στην οποία μετέχουν όλες σχεδόν οι ετερόκλιτες αυθεντίες του οπορτουνισμού, όπως ο Δημήτρης Παπαδημούλης, ο Κώστας Βεργόπουλος, ο Κώστας Λαπαβίτσας, ο Γιάννης Μηλιός, ο συνιδιοκτήτης του "Δρόμου" ο Γιάννης Θεωνάς και άλλοι μικρότερης "αναγνωρισιμότητας" και εμβέλειας.
Η όλη συζήτηση αναπαράγει την γνωστή οπορτουνιστική αερολογία με την οποία παρακάμπτεται η πραγματικότητα της αναγκαίας κοινωνικής πορείας προς την πολιτική και πολιτιστική, μετά την οικονομική, παγκοσμιοποίηση. Ωστόσο το άρθρο του βασιλιά της αερολογίας έχει μεγάλο ενδιαφέρον, σαν υπόδειγμα της θρασύτατης τροτσκιστικής (ως προς την "εισοδιστική" λιγούρα) και φασιστικής (ως προς την αγνόηση του κοινωνικού παράγοντα) λογικής που χαρακτηρίζει τον συγγραφέα. Η τροτσκιστοφασιστική λογική του Ρ.Ρ. εκφράζεται από το σύνθημα «μια άλλη Ελλάδα σε μια άλλη Ευρώπη» το οποίο έχει μηχανευτεί παραφράζοντας το σύνθημα του Νίκου Ζαχαριάδη για το κυπριακό: μια άλλη Κύπρος σε μια άλλη Ελλάδα, που ρίχτηκε πριν από το οδυνηρό, για όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα για την Ελληνική κοινωνία, τέλος της δεκαετίας του 1940.
Ο LOL G 700 δημοσιεύει στο κατάπτυστο blog του ολόκληρο το άρθρο του Ρινάλντι με ένα μικρό, εμετικό όπως πάντα, σημείωμα στο οποίο με το πρόσχημα μιας βλακώδους δήθεν κριτικής παρασιωπά την άθλια στόχευση και το ιδιοτελές περιεχόμενο του άρθρου και προσπαθεί να το απορρίψει ως δήθεν συγκεχυμένο, για να αντλήσει "κύρος", αυτός ο καραγκιόζης του πιο ασύδοτου οπορτουνισμού, από την "καταγγελία" της ανοιχτής στροφής των παραγόντων της ΚΟΕ στον οπορτουνισμό και την ανοιχτή στροφή του Ρινάλντι στον "προεδρισμό", ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ και στον "ατομισμό" (διάβαζε: νταβατζηλίκι) ως προς τους ανθρώπους της ΚΟΕ.
Ωστόσο δεν είναι καθόλου περίεργο πως από αυτό το ελάχιστο επεισόδιο της άθλιας αντιπαράθεσης ανάμεσα σε δύο διεστραμμένα μέλη του οπορτουνιστικού υποκόσμου (επεισόδιο που άλλωστε και ο ίδιος ο καραγκιόζης, που ηλιθίως το ανακίνησε, φρόντισε εσπευσμένα να το καταπιεί) βγαίνουν πολλά μικρά και μεγάλα συμπεράσματα.
Τρία όμως από αυτά συνοψίζουν μικρογραφικά την κατάσταση της οπορτουνιστικής Αριστεράς των επιτελείων και την αντιστοιχία της με τον ιστορικό χαρακτήρα των ημερών:
1) Οι επιτελείς της οπορτουνιστικής Αριστεράς εγκλωβισμένοι στην παγίδα της ανάθεσης σ' αυτούς της διαχείρισης του εξαθλιωμένου εξουσιαστικού συστήματος, είναι αναγκασμένοι (με δεδομένο πως χρειάζονται κάποιου είδους κριτική) να ξεπέφτουν στις πιο άθλιες και μικρόψυχες αντιπαραθέσεις μεταξύ τους, προκειμένου να αποφύγουν την αναμέτρηση με τα ερωτήματα που θέτει η κρίση και η ιστορικότητα της εποχής μας, αδιαφορώντας για την ορατή πλέον πιθανότητα μιας ολικής καταστροφής.
2) Στο κέντρο των πολιτικών προβλημάτων που συνθλίβουν την άθλια οπορτουνιστική ευτέλεια βαραίνει πια αποφασιστικά το ζήτημα της αναγκαίας πολιτικής ενοποίησης της παγκόσμιας κοινωνίας που στην Ελλάδα προσλαμβάνεται βλακωδώς σαν δίλημμα μεταξύ φασιστικού εθνικισμού και φιλελεύθερου κοσμοπολιτισμού και εμφανίζεται σαν δίλημμα μεταξύ ένταξης στην Ευρωζώνη και εξόδου από αυτήν, την στιγμή που, μετά από την έκρηξη στην Ουκρανία, η αναγκαιότητα της πολιτικής παγκοσμιοποίησης εμφανίζεται πια να απειλεί με μεγάλη σαφήνεια την καταστροφή της ανθρωπότητας, εάν και εφόσον συνεχιστεί να υλοποιείται με τους όρους του εξουσιαστικού συστήματος.
3) Το τρίτο και πιο σημαντικό συμπέρασμα που βγαίνει από αυτή την αθλίως μικροπρεπή αντιπαράθεση είναι πως μόνο η πολιτική λογική της επαναστατικής σκέψης, έστω και κουτσουρεμένη από την άθλια ιδιοτελή χρησιμοποίησή της εκ μέρους των σημερινών κληρονόμων της (κυρίως των στελεχών της ΚΟΕ) είναι σε θέση να συγκρατήσει το εξαθλιωμένο πολιτικό σύστημα από την πλήρη διάλυση: διάλυση που ναι μεν αποτελεί προϋπόθεση της σωτήριας για την παγκόσμια κοινωνία, υπέρβαση του εξουσιαστικού συστήματος αλλά και διάλυση που θα αποβεί θανατηφόρα αν γίνει απρόσμενα, ανεξέλεγκτα και σε κατάσταση παγκόσμιου πανικού.
* * *
Κλείνοντας αυτό το κείμενο και σε σχέση με το τρίτο από τα παραπάνω συμπεράσματα, θέλω να πω πως δεν το γράφω μόνο για να θίξω αυτά τα, μέχρι αναισθησίας, χοντρόπετσα υποδείγματα οπορτουνιστικής εξουσιομανίας αλλά και, αντίθετα, για να εξάρω την ιστορική τους χρησιμότητα.
Το εξουσιαστικό σύστημα αργά ή γρήγορα θα διαλυθεί και από άποψη ουσίας έχει ήδη διαλυθεί: υπάρχει όμως ακόμα τυπικά και δεν θα πάψει να υπάρχει μέχρι να αντικατασταθεί από ένα σύστημα άλλης τάξης, που θα έχει αποκαθαρθεί από τον εξουσιαστικό του χαρακτήρα. Αυτή η αντικατάσταση δεν θα μπορούσε να γίνει στιγμιαία: "χρειαζόταν" πράγματι ένα διάστημα "μετάβασης", που άρχισε με την δικτατορία του προλεταριάτου και σήμερα βρίσκεται στο τέλος του ως δικτατορία των "αγορών". Σ' αυτό το διάστημα και στην φάση των μεταπολεμικών χρόνων, οι ηγεμονικές δυνάμεις του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος πιάνονται από τα μαλλιά τους, με την ελπίδα πως θα επιβιώσουν, επιστρατεύοντας τον υπόκοσμο των επιτελείων της οπορτουνιστικής Αριστεράς και τον στρατό των πρόθυμων ηλίθιων της οπορτουνιστικής ιδεολογικής και πολιτικής πάλης.
Ωστόσο αυτή η απαίσια από πολιτική άποψη εξέλιξη, έχει και την θετική ιστορική της σημασία. Προφανώς οι ηγεμόνες του χρεοκοπημένου συστήματος στην προχωρημένη κατάσταση σήψης που έχει αυτό φτάσει, δεν θα διανοούνταν να συμμαχήσουν με το κομμάτι της κοινωνίας που εκφράζει την σύγχρονη επαναστατική σκέψη. Είναι άλλωστε δυσεύρετο αυτό το κομμάτι, όπως δυσεύρετο είναι και το κομμάτι της κοινωνίας που εκφράζει μια υγιώς συντηρητική σύγχρονη πολιτική σκέψη και θα μπορούσε να διανοηθεί την συμμαχία με κάποιες σύγχρονες επαναστατικές δυνάμεις όπως έγινε στην ιστορική συγκυρία της δεκαετίας του 1940.
Μέσα σ' αυτή την μακρόχρονη ιστορική συγκυρία, η παραγωγή "τύπων ανθρώπου" σαν τον Ρινάλντι και τον LOL G 700 είναι μοιραία, όπως μοιραία είναι και η ηγεμονία της αντιπαράθεσής τους, στον κοινωνικό χώρο μιας Αριστεράς στην οποία δεν υπάρχει άλλος τύπος σύγχρονης σκέψης και λόγου εκτός από τον οπορτουνιστικό και τον φασιστικό.
Ως ανταπόκριση λοιπόν στις απελπισμένες ελπίδες των χειριστών του εξουσιαστικού συστήματος, και μόνο, μπορεί να εξηγηθεί η ιδιοτελής φασιστική αερολογία περί "μετάβασης", "μεταπολίτευσης", "ξέφωτου", με την οποία μας έχει πρήξει τα συκώτια ο Ρινάλντι. Ο ίδιος πράγματι βρέθηκε τα τελευταία 20 χρόνια σε μια διαρκή "μετάβαση" που ξεκίνησε από τις σηκωμένες γροθιές για την επικαιρότητα του κομμουνισμού και τους όρκους πίστης στην σκέψη του Χοντζέα, μέχρι την ιδεολογία και την πρακτική του φασισμού κάτω από έναν δήθεν αριστερό μανδύα. Από την άλλη μεριά, όμως, η ιστορική χρησιμότητα αυτής της πορείας εξηγεί και το γεγονός πώς υπάρχουν αριστεροί της κοινωνικής βάσης και άνθρωποι των οπορτουνιστικών επιτελείων που έχουν διατηρήσει την αριστερή τους σκέψη και την εντιμότητά τους και όμως αφήνονται να καπελωθούν από την φασιστική αερολογία του Ρινάλντι.
Προς αυτούς τους τελευταίους απευθυνόμενος θα ήθελα να πω πως η ιστορική χρησιμότητα της πολιτικής εξαθλίωσης -- που είναι ο οπορτουνισμός -- υπάρχει πράγματι αλλά υπό τον απαράβατο όρο πως δίνει σε κάποιους την ευκαιρία μιας συνεχούς και εμπεριστατωμένης κριτικής στον οπορτουνισμό. Οι άνθρωποι της ΚΟΕ που ακολουθούν τον Ρινάλντι σωστά βλέπουν σ' αυτόν τον "καταφερτζή" που μέσα από μια σειρά αθλιοτήτων και φιάσκων κατάφερε να τους βάλει στα σαλόνια του εξουσιαστικού συστήματος και να τους προσπορίσει θέσεις βουλευτών και δημάρχων. Το κόστος δεν είδαν όμως το κόστος αυτής της ανόδου, πως προκειμένου να την δικαιολογήσουν στον εαυτό τους, εθίστηκαν με το θανατηφόρο δηλητήριο του φασισμού που είναι η αερολογία, η λογοκρισία και η αποσιώπηση.
Από εδώ και εμπρός, από τον, και τυπικό, φασισμό, τον Ρινάλντι τον χωρίζει ένα μόνο βήμα: το αναπόφευκτο φιάσκο της κατασκευής που λέγεται ΣΥΡΙΖΑ. Ο Ρινάλντι ετοιμάζεται γι αυτό το βήμα οικειοποιούμενος τον "Δρόμο της Αριστεράς" (που ας θυμηθούμε ότι κατασκευάστηκε και πώς κατασκευάστηκε επί Αλαβάνου) και παρουσιαζόμενος ως ανεξάρτητη πολιτική προσωπικότητα, αφού ο ιδρυτής της ΚΟΕ συναίνεσε -- αν δεν συμβούλεψε κιόλας -- την διάλυσή της μαζί με την κατάργηση των "συνιστωσών" του ΣΥΡΙΖΑ που επίσης ο ίδιος "εφεύρε".
Το επόμενο βήμα του Ρινάλντι είναι ο ανοιχτός φασισμός. Ας το σκεφτούν αυτοί που τον ακολουθούν μέχρι σήμερα και ας απαντήσουν στον εαυτό τους: θα τον ακολουθήσουν και σ' αυτό το βήμα; Ας το κάνουν, θα έχει κι αυτό την χρησιμότητά του.