Κοινωνία | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 1641
Ο ξυλοδαρμός του Νίκου Μαραντζίδη και οι δηλώσεις μετανοίας των επιτελών της Αριστεράς
άρθρο
του Κωστή Παπαϊωάννου
Τετ, 02 Ιούλ 2014

Νομίζω πως έχει παραγίνει το κακό με την «καταδίκη της βίας από οπουδήποτε και αν προέρχεται». Και το λέω αυτό με αφορμή το τελευταίο επεισόδιο ξυλοδαρμού, που είχε σαν θύμα τον καθηγητή της πολιτικής επιστήμης Νίκο Μαραντζίδη, γνωστό στο πανελλήνιο από τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχει παίξει μαζί με την ομότεχνο του Στάθη Καλύβα στην βάρβαρη ιστορική αποτίμηση του εμφυλίου πολέμου και γενικότερα της επαναστατικής πολιτικής της Αριστεράς.

Τον Νίκο Μαραντζίδη και τον Στάθη Καλύβα τους ξέρω προσωπικά καθώς έχω αναμειχθεί στην σχεδόν δημόσια συζήτηση για τον εμφύλιο που θα πρέπει να πω απερίφραστα ότι την οφείλουμε σχεδόν αποκλειστικά σ' αυτό το ζεύγος πολιτικών επιστημόνων που κίνησαν αυτή την συζήτηση επί μία δεκαετία. Μπορεί αυτοί οι δύο επιστήμονες του αντικομουνισμού να άνοιξαν την συζήτηση επιδιώκοντας να κάνουν πανεπιστημιακή και πολιτική καριέρα με μια σύγχρονη αντικομουνιστική στάση πάνω στο πολιτικό ζήτημα της σύγχρονης κοινωνίας αλλά προσωπικά δεν μπορώ παρά να τους πιστώσω, σχεδόν με ευγνωμοσύνη, την έγκαιρη αναγνώριση της αναγκαιότητας (και επομένως και του "ψωμιού" που είχε αυτής η συζήτηση. Αντίθετα σε ότι αφορά την όποια (μικρή κατά την γνώμη μου) επιτυχία που είχε αυτή η αντικομουνιστική και φιλοσοφικά αντεπαναστατική πλευρά της άποψης του ζεύγους Καλύβα Μαραντζίδη, αυτή στηρίχθηκε στην αντεπαναστατική προεργασία που είχε γίνει από τον αντισταλινικό  αντικομουνισμό και μακροημέρευσε χάρη στον αποπροσανατολισμό της συζήτησης με την βλακώδη επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε από τις πολιτικές και ακαδημαϊκές αυθεντίες της οπορτουνιστικής Αριστεράς.

Σε κάθε περίπτωση το έργο της ιστορικής αποτίμησης της σύγκρουσης της δεκαετίας του 1940-50 κέρδισε πολλά από την ιδιοτελή παρέμβαση των Μαραντζίδη Καλύβα αλλά ακόμα δεν έχει δοθεί παρά το εναρκτήριο λάκτισμα σ' αυτό το πολιτικό, ιδεολογικό, παιχνίδι, που δεν είναι επιστημονικό ζήτημα αλλά ζήτημα πολιτικής αντιπαράθεσης και σ' αυτό το παιχνίδι ούτε το ζεύγος των ελλήνων "αναθεωρητών" ούτε η ετερόκλητη ομάδα των "αριστερών" αντιπάλων τους μπορούν να παίξουν.

Ο ξυλοδαρμός του Νίκου Μαραντζίδη είναι μια πρώιμη κακή (μα πολύ κακή) αρχή αυτού του πολιτικού παιχνιδιού και ήδη αποδεικνύει πως το πολιτικό παιχνίδι μπήκε πια σε ένα στάδιο στο οποίο ο συμπαθής αντικομουνιστής της πολιτικής "επιστήμης" δεν μπορεί πια να παίξει και μάλιστα με τα τσαρούχια επιχειρημάτων σαν αυτά με τα οποία αντιμετώπισε τους "διώκτες" του ("είσαστε ανακριτές", "φορούσαν ελβιέλες αντί για μπότες"), δηλαδή επιμένοντας να τους ταυτίζει με τους φασίστες.

Το ίδιο το γεγονός του ξυλοδαρμού, από πολιτική άποψη είναι όπως είπα πολύ θλιβερό και ευχαρίστως θα εκφράσω την λύπη μου που ο φίλος Νίκος Μαραντζίδης έπεσε θύμα ξυλοδαρμού αλλά δεν βρίσκω κανέναν λόγο να καταδικάσω την συγκεκριμένη πράξη, γιατί θεωρώ ότι η καταδίκη μιας πράξης που δεν την έκανα εγώ είναι καθαρή υποκρισία και δεν σημαίνει τίποτα άλλο από ενοχή και τελικά, στο πολιτικό κλίμα που ζούμε, δήλωση μετανοίας και υποταγής.

Πέραν αυτού, η προσωπική μου στάση ποτέ δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι υποκινεί αμέσως ή εμμέσως την βία: αντίθετα ποτέ δεν παρέλειψα το καθήκον μου να αντισταθώ στην άμεση ή έμμεση βάρβαρη (ακαδημαϊκή και πολιτική) λογοκρισία η οποία, κατά την γνώμη μου, από όπου κι αν προέρχεται είναι η ρίζα, η βαθύτερη αιτιολογία και τελικά η ουσία της βίας.

Αντίθετα, μπορώ να υποστηρίξω πως η κοινή στάση του Νίκου Μαραντζίδη και του Στάθη Καλύβα, στην πολύχρονη συζήτηση για την δεκαετία 1940-50 που την παρακολούθησα από πολύ κοντά δεν ήταν παρά μια συνεχής άσκηση πολυποίκιλης λογοκριτικής βίας με όπλο την πρόσβασή τους στα μέσα επικοινωνίας. Και αυτό είναι το λιγότερο, γιατί η ίδια η ουσία της ερμηνευτικής τους προσέγγισης στην αξιολόγηση της ιστορικής δεκαετίας του 1940-50 δεν ήταν παρά ένας ύμνος στην λεγόμενη «νόμιμη βία», όπου νόμιμη βία ήταν η αντικομουνιστική βία και παράνομη ήταν η «κομμουνιστική». Και πάλι ακόμα κι αυτό δεν είναι το μείζον. Το μείζον είναι ότι θεωρητικοί όντες του αντικομουνισμού (το «πολιτικοί επιστήμονες» ας το αφήσουν στην άκρη -- άλλο ερευνητής, και μάλιστα θετικιστικού προσανατολισμού, και άλλο επιστήμων) δεν έκαναν ποτέ τον κόπο να εξηγήσουν ποιος από τους θεωρητικούς του επαναστατικού κινήματος έχει αναφερθεί στην βία σαν μέσο πολιτικής επικράτησης και σε ποια επαναστατική στρατηγική η βία ήταν στρατηγικά επιθετική.

Ωστόσο δεν μπορώ παρά να αναφερθώ και στο ελαφρυντικό της βαριάς ευθύνης που έχει ο Νίκος ο Μαραντζίδης για την άσκηση βίας εναντίον του. Το σοβαρό ελαφρυντικό είναι πως από ιστορική άποψη η θέση του αντικομουνιστή δεν είναι κακούργημα αλλά δυστύχημα. Είναι ιστορική αναγκαιότητα κάποιος να έχει την πολιτική θέση του αντεπαναστάτη και εν προκειμένω την θέση του διαστρεβλωτή στην αποτίμηση των ιστορικών γεγονότων. Την μεγάλη και ασυγχώρητη ευθύνη για την έξαρση της λογοκρισίας που οδηγεί στον φασισμό και στην φασιστική βία την έχουν οι αυθεντίες της οπορτουνιστικής αριστεράς, που δεν χάνουν την ευκαιρία να βγαίνουν στα κεραμίδια και να σκίζουν τα ιμάτιά τους κατά της βίας.

Δεν μπορώ όμως να κλείσω αυτές τις σκέψεις χωρίς να αναφερθώ και στην ιστορική σημασία του συγκεκριμένου ξυλοδαρμού, η οποία αποδεικνύεται και από το καθολικό ένθερμο (και βαθύτατα υποκριτικό) ενδιαφέρον όλων των εξουσιαστικών ομάδων της πολιτικής και του πανεπιστημίου. Επαναλαμβάνω πως η ίδια η πράξη ως πολιτική πράξη είναι πανάθλια, ακόμα κι αν δεν έχει να κάνει, όπως μπορεί να υποψιαστεί κανείς, με κάποια άνωθεν υποκίνηση στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών ανταγωνισμών που αυτό τον καιρό είναι σε έξαρση. Ωστόσο όποια κι αν είναι τα ποταπά κίνητρα μιας τέτοιας πράξης, όσο κι αν εκφράζει τον συμμοριτισμό που "ανθεί" μέσα στις συνθήκες της κρίσης, δεν μπορώ να μην προσέξω πως είναι μια ακόμα εκδήλωση που εκφράζει στην πράξη την άποψή πως το πολιτικό παιχνίδι κατεβαίνει αναγκαστικά στην κοινωνική βάση, πράγμα που το θεωρώ σαν την μοναδική αισιόδοξη προοπτική της ελληνικής κοινωνίας.

Με άλλα λόγια, πιο απλά, αντίθετα από αυτούς που ξεσκίστηκαν να καταδικάσουν την επίθεση, εγώ δεν χάρηκα καθόλου από αυτήν, λυπήθηκα ειλικρινά αν και με μέτρο. Αν όμως αντί να τον ξυλοκοπήσουν τον φίλο μου τον Νίκο (και τον Καλύβα τον συμπαθώ), τον ανέβαζαν σε ένα παγκάκι και τον έκαναν του αλατιού σε ένα πολιτικό διάλογο με τα επιχειρήματά τους πολύ θα χαιρόμουν εγώ, και πιστεύω θα ήταν και για τον ίδιο μια λύτρωση από τον άθλιο δήθεν επιστημονικό (τσέχικου τύπου) αντικομουνιστικό ρόλο που τον έχει αναγκάσει να παίξει ο αγώνας της επιβίωσης στο εξουσιαστικό σύστημα.

Κι ας προσέξουμε επίσης πως ο ξυλοδαρμός του καημένου του Νίκου του Μαραντζίδη μας δίνει μια γεύση από τις νέου τύπου συγκρούσεις που διεξάγονται στην Ουκρανία στην ελληνική τους όμως εκδοχή μιας διένεξης για την αποτίμηση της ιστορικής συνέχειας που ο Νίκος Μαραντζίδης τόσο έχει υποτιμήσει.

αναφορές