ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
1.2
Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Όμως έγνοια του, κι αν σε σκληρότατα χεροπέδουκλα εγώ βασανίζομαι. Την ανάγκη μου ακόμα θα έχει των μακάρων ο Πρύτανης. Να του πω την καινούρια βουλή, πώς θα χάσει εξουσία και θρόνο.
Αισχύλου, Προμηθέας Δεσμώτης (στοίχοι 168 - 173)
Προσπάθησα στο προηγούμενο (1.1) κομμάτι της περί εξουσίας αφήγησής μου, να τοποθετήσω πολύ γενικά το ζήτημα της εξουσίας, και να εξηγήσω το δικό μου ενδιαφέρον για αυτό το ζήτημα. Σκέφτηκα στο τέλος του προηγούμενου γραφτού πως το επόμενο, αυτό εδώ, θα μπορούσε να έχει τον τίτλο "θεϊκή εξουσία και ανθρώπινη εξουσία" και θα αφορούσε την σχέση του αντικειμένου της θεολογίας, δηλαδή της θεότητας με την ανθρώπινη εξουσία. Αναγκάστηκα όμως στο μεταξύ να παρεμβάλω ένα γραφτό που, αν και αφορά την πολιτική επικαιρότητα, θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν θεωρητική εισαγωγή στο ζήτημα της κοινωνικής οργάνωσης και της επαναστατικής οργάνωσης της κοινωνίας, σε ζητήματα δηλαδή που έχουν σχέση με το θεωρητικό ζήτημα της εξουσίας, και άρα έχει την θέση του και εδώ.
Με την ευκαιρία αυτού του κομματιού θα προσπαθήσω να διευκρινίσω την δομή της αφήγησής μου και γι αυτό θα μεταθέσω προς τα πίσω το ζήτημα της σχέσης μεταξύ θείου και ανθρώπινου, προκειμένου να ασχοληθώ με το ζήτημα της δομής του λόγου που ενώ φαίνεται τεχνικό, σε σχέση με την ουσία της εξουσίας είναι βαθειά θεωρητικό.
Οι τέσσερις πλευρές του ζητήματος της εξουσίας
Η εξουσία ως όρος χρησιμοποιείται με περισσότερες από μια έννοιες που έχουν σχέση με την οικονομική, την πολιτική και την πολιτιστική δραστηριότητα. Σ' αυτό το εγχείρημα όμως σκοπεύω να εξετάσω την εξουσία με την έννοια της στοιχειακής παρουσίας της στην στατική και την δυναμική υπόσταση της κοινωνίας. Σαν τον παράγοντα δηλαδή που για το διάστημα που ονομάστηκε Πατριαρχία χαρακτηρίζει την ανθρώπινη κοινωνία σε όλες τις πολύπλοκες εκδηλώσεις της. Τα διαστήματα πριν από την Πατριαρχία και μετά από αυτήν θα τα εξετάσω επίσης αλλά με την λογική πως και τα δύο αυτά διαστήματα, αν και δεν υπάρχει σ' αυτά ο παράγοντας της εξουσίας, είναι απαραίτητο να εξεταστούν. Πρώτα-πρώτα, γιατί χωρίς την σχέση της πατριαρχίας με αυτά είναι αδύνατο να καταλάβουμε το νόημα της εξουσίας και επομένως την ιστορική υπόσταση και της ίδιας της πατριαρχίας. Δεύτερο, γιατί τα διαστήματα πριν και μετά την πατριαρχία είναι απείρως μεγαλύτερα, από τις περίπου τέσσερις χιλιετίες της Πατριαρχίας, τόσο που αν ένας "εξωγήινος" νους ήταν δυνατό να συλλάβει το σύνολο της ανθρώπινης παρουσίας πάνω στην γη, θα θεωρούσε την Πατριαρχία σαν ένα σύντομο συμβάν, σαν ένα ραγδαίο επαναστατικό πέρασμα από μια κατάσταση μη εξουσίας της κοινωνίας σε μια άλλη επίσης μη εξουσίας κατάσταση. Τρίτο, γιατί παρόλα αυτά, η ίδια η Πατριαρχία, που μας ενδιαφέρει, επειδή ακόμα βρισκόμαστε μέσα στα όριά της, συμπυκνώνει, σαν επαναστατικό πέρασμα, όλο το μέγεθος των δύο διαστημάτων τόσο το πριν όσο και το μετά από αυτήν και επομένως δεν είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή χωρίς την σύνδεση με αυτά.
Στην λογική αυτού του θεωρητικού εγχειρήματος, η εξουσία είναι ένας στοιχειώδης παράγοντας της ανθρώπινης σχέσης, ένας παράγοντας που ή υπάρχει ή δεν υπάρχει. Η πολυπλοκότητα ωστόσο των κοινωνικών σχέσεων είναι τόσο μεγάλη ώστε μας υποχρεώνει να αντιμετωπίζουμε το ζήτημα της εξουσίας με νοητικές διακρίσεις προκειμένου να οργανώσουμε την αντίληψή μας γι αυτόν τον παράγοντα και να μπορούμε να κατανοήσουμε τα φαινόμενα που προκαλεί η εναλλαγή της παρουσίας του και της απουσίας του αλλά ακόμα και για να μπορέσουμε να καταλάβουμε τον ενιαίο τρόπο με τον οποίο υπάρχει και τον μονοσήμαντο τρόπο με τον οποίο λειτουργεί. Νομίζω λοιπόν πως θα είναι χρήσιμο να προσπαθούμε να αντιληφθούμε την ύπαρξη του παράγοντα της εξουσίας παρατηρώντας το κοινωνικό φαινόμενο από τέσσερεις διαφορετικές πλευρές που βεβαίως δεν παύουν να είναι πλευρές του μοναδικού κοινωνικού φαινομένου.
Αν το εγχείρημα αυτό είχε την μορφή ενός ακαδημαϊκού συγγράμματος, οι πλευρές αυτές στις οποίες αναφέρομαι θα μπορούσαν να αποτελούν τα τέσσερα μέρη του και να είχαν τους τίτλους: Εξουσία και Θεωρία, Εξουσία και Κοινωνία, Εξουσία και Ιστορία, Εξουσία και Επανάσταση. Με τον συγκεκριμένο τρόπο που φαίνεται πως θα εξελιχθεί αυτή η αφήγηση, η κάθε μια από αυτές τις τέσσερις πλευρές, απλώς θα χαρακτηρίζει περισσότερο από τις άλλες το κάθε κομμάτι της αλλά έχει την σημασία του ποια πλευρά την χαρακτηρίζει. Στην πορεία της εξέλιξής αυτού του γραφτού θα χρειαστεί να σκεφτώ έναν τρόπο σήμανσης, ώστε και να σημαίνεται η σειρά με την οποία εμφανίζεται το κάθε κομμάτι του, και να αναγράφεται το θέμα του κάθε κομματιού, και να διακρίνεται η πλευρά που το χαρακτηρίζει περισσότερο.
Μετά από αυτές τις διευκρινίσεις θα προσπαθήσω να περιγράψω την κάθε μια από τις τέσσερις πλευρές υπενθυμίζοντας και πάλι πως η διάκριση μεταξύ τους είναι νοητική και πως στην πραγματικότητα μιλάμε εδώ για ένα και μόνο κοινωνικό φαινόμενο και τον επικαθορισμό του από έναν και μόνο παράγοντα της υπόστασής του που είναι η εξουσία.
Εξουσία και Θεωρία: Αυτή την πλευρά του κοινωνικού φαινομένου την εννοώ σαν τον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία, σαν ενιαίο σύνολο νοούμενη, σαν ενιαία ζώσα οντότητα υπό την επίδραση τελούσα του παράγοντα της εξουσίας, αντιλαμβάνεται τον εαυτό της, την κοινωνία που είναι η ίδια, στην σχέση του με την εξουσία. Πρέπει να τονίσω εδώ πως, κατά την άποψή μου, η κοινωνία μπορεί και πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ενιαία ζώσα οντότητα και πως παρά τα φαινόμενα η τάση της προς μια ενιαία παγκόσμια κοινωνία και προς μια ενιαία οικουμενική κοινωνική αντίληψη και άρα, τελικά, προς μια ενιαία κοινωνική θεωρία είναι πανίσχυρη.
Εξουσία και Κοινωνία: Η κοινωνία σαν σύστημα έχει μια δομή: κάθε κομμάτι επομένως αυτής της αφήγησης που αναφέρεται σ' αυτή την δομή θα κατατάσσεται στην κατηγορία της κοινωνίας. Όπως σημείωσα πιο πάνω κατά την άποψή μου η κοινωνία, πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μία οντότητα, πολύπλοκη μεν αλλά οπωσδήποτε ζωντανή και ενιαία. Η αντίληψη που προβάλλεται από αυτή την αφήγηση είναι πως η δομή της κοινωνίας για όλο το διάστημα της πατριαρχίας είναι υποχρεωτικά υποκείμενη στην εξυπηρέτηση αλλά και στην εξέλιξη των εξουσιαστικών σχέσεων.
Εξουσία και Ιστορία: Σ' αυτό εδώ το εγχείρημα θα εξετάσω την Εξουσία σαν τον βασικό παράγοντα της ιστορίας της πατριαρχίας. Η κοινωνία όπως κάθε υλική οντότητα και πολύ περισσότερο κάθε ζωντανή υλική οντότητα υπάρχει μέσα στην ροή του ιστορικού χρόνου, υπάρχει επειδή έχει την ιστορία της και, σε τελευταία ανάλυση, δεν είναι παρά η ιστορία της. Η ιστορία της κοινωνίας δεν είναι μια σειρά από γεγονότα που περνούν και χάνονται αλλά μια σειρά από μετασχηματισμούς που ενσωματώνονται στο σώμα της κοινωνίας, στην δομή της, στην θεωρία της, στις προβλέψεις της για το μέλλον.
Εξουσία και Επανάσταση: Το κλειδί για όλα τα προηγούμενα είναι η επαναστατική λειτουργία της κοινωνίας. Η ανάπτυξη της θεωρίας έχει σαν προϋπόθεση την ανάπτυξη της επαναστατικής παρατήρησης και σκέψης. Η συγκρότηση της κοινωνίας συντελείται στην βάση της ποικιλίας των διαλεκτικών αντιθέσεων, δηλαδή των επαναστατικών κοινωνικών σχέσεων. Και τέλος η ιστορία δεν είναι παρά η καταγραφή στο σώμα της κοινωνίας της διαρκούς επαναστατικοποίησης της σκέψης και της λειτουργίας της.
* * *
Προσπάθησα να εξηγήσω την ανάγκη να διακρίνω αυτές τις τέσσερις πλευρές του κοινωνικού φαινομένου, τονίζοντας όμως συγχρόνως πως η διαίρεση του κοινωνικού φαινομένου σε επιμέρους φαινόμενα δεν είναι πραγματική αλλά νοητική και μίλησα επιπλέον για την ανάγκη που έχουμε σήμερα ως "διανοούμενοι" να συνειδητοποιούμε διαρκώς την ενιαία υπόσταση της κοινωνίας. Κι αυτό σήμερα έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί η ενότητα της κοινωνίας νομίζουμε πως χάνεται μέσα στις κοινωνικές συγκρούσεις, ενώ στην πραγματικότητα εκφράζεται από αυτές. Ήδη μέσα από την περιγραφή των τεσσάρων πλευρών της κοινωνικής υπόστασης γίνεται φανερό πως καμιά από αυτές δεν έχει νόημα έξω από την σχέση της με τις τρείς άλλες. Και μάλιστα αν αναλύσουμε σε βαθύτερα επίπεδα αυτές τις τέσσερις διακρίσεις της κοινωνίας θα δούμε να γίνεται πια θεμελιώδης αρχή πως το κάθε στοιχείο που προκύπτει από την ανάλυση σε όποιο βάθος κι αν φτάσουμε δεν έχει υπόσταση αν αποσυνδεθεί από οποιοδήποτε άλλο. Θα διαπιστώσουμε δηλαδή τελικά πως το χάος του ανθρώπινου κόσμου είναι ενιαίο, όπως ακριβώς το χάος του άψυχου υλικού κόσμου.
Συνειδητοποιώντας όμως την ενιαία και αδιαίρετη υπόσταση του κόσμου, συνειδητοποιούμε συγχρόνως πως είναι αδύνατο να καταλάβουμε την κοινωνία αν δεν διακρίνουμε πλευρές της, αν δεν ξεχωρίσουμε νοητικά κάποια πλευρά από όλες τις άλλες. Κι αν υποθέσουμε πως είναι χρήσιμη, η διάκριση που έκανα θα οδηγηθούμε σε άλλες, καινούριες, διακρίσεις σε καινούριες σκέψεις σε καινούρια συμπεράσματα. Και τελικά η διαδικασία της κατανόησης, η διαδικασία της διαμόρφωσης της κοινωνικής συνείδησης δεν έχει τελειωμό, όπως δεν έχει τελειωμό και η ανάλυση του κοινωνικού φαινομένου.
Προκύπτει όμως έτσι η ανάγκη για μια νέα, άλλου είδους, διάκριση ανάμεσα στην κοινωνία που είναι το υλικό αντικείμενο της κοινωνικής παρατήρησης και στην κοινωνία που καταγράφεται στην κοινωνική συνείδηση μέσα από την κοινωνική παρατήρηση. Αυτή η διάκριση δεν είναι καινούρια: είναι η διάκριση μεταξύ υλισμού και ιδεαλισμού που έχει την ιστορία της και που σήμερα έχει καταλήξει στην συζήτηση που έχει επιβάλει ο λεγόμενος μεταμοντερνισμός, σε μια διελκυστίνδα, λογική ως προς την ύπαρξή της αλλά παράλογη ως προς το περιεχόμενό της, περί του αν ο κόσμος που μας ενδιαφέρει είναι αυτός που υπάρχει ή αυτός που "κατασκευάζουμε" με την νόησή μας. Από την άποψη της κοινωνικής πράξης αυτή η διελκυστίνδα αυτή λειτουργεί υποχρεωτικά και δεν έχει νόημα μια θεωρητική παρέμβαση σ' αυτήν. Από την άποψη όμως της θεωρητικής σκέψης η διάκριση που έγινε εδώ και οι παρατηρήσεις που συνοδεύουν αυτή την διάκριση αποτελούν την αφετηρία μιας παρέμβασης σ' αυτό το ουσιαστικό θεωρητικό ζήτημα. Μπορώ να πω, πως το τέλος της εξουσίας δεν είναι τίποτα άλλο από την άρση της διάκρισης ανάμεσα στην κοινωνία που γνωρίζουμε και στην κοινωνία που υπάρχει και επομένως θα κλείσω λοιπόν αυτό το κομμάτι της αφήγησής μου με δύο λόγια πάνω σ' αυτό το ζήτημα.
* * *
Η αδιαίρετη μονάδα που συναντάμε στο βάθος της ανάλυσης του κοινωνικού φαινομένου είναι το ανθρώπινο κοινωνικό άτομο. Αυτό το κοινωνικό άτομο είναι η βάση της ενιαίας οντότητας του κοινωνικού κόσμου σε οποιαδήποτε έκφρασή του και ο τρόπος με τον οποίο το κοινωνικό άτομο σχηματίζει τα κοινωνικά σύνολα και τείνει να σχηματίσει την παγκόσμια κοινωνία, έχει γίνει κατανοητός. Αλλά αυτές οι κατακτημένες κατανοήσεις έχουν ανοίξει τον δρόμο για την κατανόηση του νέου κόσμου που κρύβει μέσα του το άτομο και μέσα από αυτόν τον δρόμο για την κατανόηση της παγκόσμιας κοινωνίας προς την οποία οδηγούμαστε σήμερα.
Θα πρέπει να προσέξει όποιος έχει κάνει τον κόπο να παρακολουθήσει αυτή την προσπάθεια πως στην διάκριση των πλευρών της κοινωνίας πάνω στις οποίες επιδρά η εξουσία δεν αντιπαραθέτω την υποκειμενική πλευρά που είναι η θεωρία στις άλλες τρείς αντικειμενικές, θα λέγαμε, πλευρές. Θεωρώ δηλαδή την θεωρητική προσέγγιση του κοινωνικού φαινομένου από την ίδια την κοινωνία, αυτή την πλευρά της κοινωνικής αυτογνωσίας σαν ένα φαινόμενο που διαμορφώνεται με ενιαίο και --σε τελευταία ανάλυση-- αντικειμενικό τρόπο όπως και οι τρεις άλλες πλευρές.
Ελπίζω πως στην συνέχεια της αφήγησής μου θα μπορέσω να δείξω με ποιο τρόπο το τέλος της εξουσίας σημαίνει την εκ νέου --αλλά συνειδητή πλέον-- ενσωμάτωση της κοινωνίας στον υλικό κόσμο: την επιστροφή της κοινωνίας στην μαγεία μετά από την ολοκλήρωση της πατριαρχίας με την οποία η μαγεία μεταλλάχθηκε σε θρησκεία.