Πολιτική | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 1855
Οι αριστεροί και η Αριστερά μετά την χρεοκοπία του οπορτουνισμού: εισαγωγή
άρθρο
του Κωστή Παπαϊωάννου
Σάβ, 28 Μαϊ 2016

Εισαγωγή

Η "θεαματική" στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, μετά το δημοψήφισμα του περασμένου καλοκαιριού, δεν ήταν ούτε "προδοσία" όπως υποστήριξε ο Λαφαζάνης και η παρέα του, ούτε "μετάλλαξη" όπως υποστήριξε ο Ρινάλντι και η δική του παρέα. Η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ ήταν, πολύ πιο γενικά, το τεκμήριο της αναπόφευκτης και οριστικής χρεοκοπίας της οπορτουνιστικής πολιτικής. Οι παραπάνω δύο και πολλοί άλλοι, μ' αυτά που έλεγαν μετά την χρεοκοπία και συνεχίζουν να λένε, απλώς προσπαθούσαν να συσκοτίσουν τον πρωταγωνιστικό τους ρόλο στην επιβολή αυτής της πολιτικής για την οποία δεν μετάνιωσαν αλλά τώρα προσπαθούν να την διασώσουν και να διασωθούν για να την συνεχίσουν. Ωστόσο η οπορτουνιστική πολιτική δεν έχει σωτηρία και μαζί της δεν σώζεται ούτε η παγκόσμια αυτοκρατορική πολιτική. Ο  οπορτουνισμός της αριστεράς ήταν η τελευταία εφεδρεία του αυτοκρατορικού φασισμού και η "θριαμβευτική" χρεοκοπία του ελληνικού οπορτουνισμού είναι ένας σταθμός όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην παγκόσμια πολιτική ιστορία.

Η χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ σημαίνει την ουσιαστική αχρήστευση του εξουσιαστικού πολιτικού συστήματος στην ελληνική κοινωνία. Αυτό που τελικά λειτουργεί είναι το πραγματικό κοινωνικό σύστημα. Η παραμονή σε "λειτουργία" των μορφών της εξουσιαστικής πολιτικής διακυβέρνησης, χωρίς το εξουσιαστικό τους περιεχόμενο, σημαίνει απλώς πως δεν έχει συνειδητοποιηθεί από την ελληνική κοινωνία η επαναστατική αλλαγή την οποία επιβάλλει η κρίση. Η ελληνική "αριστερή διακυβέρνηση" αδυνατεί να επιβάλλει αυτά που της υπαγορεύουν οι παράγοντες της υποτιθέμενης αυτοκρατορικής εξουσίας. Αν συνεχίσει να προσπαθεί θα καταλήξει να καταστρέψει την κοινωνία. Αλλά και οι παράγοντες της αυτοκρατορικής εξουσίας αδυνατούν να επιβάλλουν την θέλησή τους στην ελληνική κοινωνία. Αν και αυτοί συνεχίσουν να προσπαθούν χρησιμοποιώντας την βία επίσης θα καταλήξουν να καταστρέψουν την ελληνική κοινωνία. Με άλλα λόγια, μετά την χρεοκοπία της σχέσης υποταγής μεταξύ των εσωτερικών και εξωτερικών παραγόντων της εξουσίας η ελληνική κοινωνία βρίσκεται χωρίς πολιτική διαμεσολάβηση απέναντι στο νεφέλωμα των λεγόμενων αγορών νομίζοντας πως (σήμερα) διαμεσολαβείται από την σχέση της κυβέρνησης Τσίπρα - Καμένου με τον εξουσιαστικό παράγοντα που προσωποποιείται σ' αυτό που χθες λεγόταν "τρόικα", σήμερα να λέγεται "οι θεσμοί" και γενικά "οι δανειστές".

Ποια είναι η προοπτική της ελληνικής κοινωνίας; Θεωρητικά, αν η ελληνική κοινωνία συνεχίσει να ψάχνει μια "τεχνικά ορθή" και "ηθικά δίκαιη" διαμεσολάβηση ανάμεσα στον εαυτό της και τις "αγορές", θα οδηγηθεί στην οριστική της καταστροφή. Κι αυτό γιατί το τεχνικό πρόβλημα της παραγωγικής επάρκειας είναι προ πολλού λυμένο και η χρησιμότητα μιας "ηθικής" και "δίκαιας" μοιρασιάς των παραγομένων αγαθών είναι προ πολλού ξεπερασμένη από την αφθονία της παραγωγής. Ο μόνος τρόπος επομένως για να αποφύγει η κοινωνία την καταστροφή είναι να συνειδητοποιήσει την υπόστασή της σαν κοινωνική οντότητα και την αναγκαιότητα της θέσης της μέσα στο πραγματικό παγκόσμιο κοινωνικό σύστημα το οποίο σήμερα εκφράζεται, στην βαθύτερη οικονομική του ουσία, από τις λεγόμενες "αγορές".

Η βασική πολιτική αρχή είναι η ιδέα πως καμιά κοινωνία στον κόσμο, και ιδιαίτερα η ελληνική κοινωνία: (α) Δεν μπορεί να χάσει την αυτοτέλειά της αλλά δεν μπορεί να και αποκοπεί από την παγκόσμια κοινωνική συγκρότηση. (β) Δεν μπορεί να μην έχει σχέσεις με τις άλλες κοινωνίες αλλά δεν μπορεί να σχετίζεται μέσω των εξουσιαστικών μηχανισμών που κάποτε την συγκροτούσαν σαν "χώρα" μέσα στο πλαίσιο της λεγόμενης "διεθνούς κοινότητας".

Είναι ήδη γεγονός πως η ελληνική κοινωνία δεν αναγνωρίζεται σήμερα από τις άλλες κοινωνίες, ούτε η ίδια αναγνωρίζει τον εαυτό της μέσα στο ευρύτερο περιβάλλον της, σαν "χώρα". Τα όρια και τα σύνορα που την καθιστούσαν "χώρα" έχουν καταλυθεί. Αυτό όμως δεν σημαίνει καθόλου πως η ελληνική κοινωνία έπαψε να αποτελεί μια συγκεκριμένη και ενιαία οντότητα, αναγνωρίσιμη τόσο από τις άλλες κοινωνίες όσο και από τον εαυτό της. Σημαίνει, απλώς και μόνο, πως οι έννοιες βάσει των οποίων συγκροτούνταν και αναγνωριζόταν, έννοιες όπως "έθνος", "λαός", "τάξη", "κοινότητα", χάνοντας το εξουσιαστικό τους περιεχόμενο, έχασαν το διαλεκτικό τους νόημα ως ενότητες αντιθέτων, έχασαν την θεσμική τους σημασία σαν συμβολικά σχήματα και έπαψαν να χρησιμεύουν στην σκέψη, στην επικοινωνία και στην δράση των ανθρώπων. Ωστόσο οι άνθρωποι συνεχίζουν να δρουν, να επικοινωνούν και να σκέφτονται και μάλιστα λόγω της αφθονίας και της εμβέλειας των μέσων επικοινωνίας όλο και περισσότερο αναζητώντας τρόπους να αποκαταστήσουν μια σύγχρονη υπόσταση της κοινωνικής τους οντότητας.

Έχει ξεκινήσει, με άλλα λόγια, μια ιστορική διαδικασία επαναστατικής αλλαγής στην σφαίρα της κοινωνικής συνείδησης και εξ αυτής και στην σφαίρα της κοινωνικής πραγματικότητας. Κατ' αυτή την διαδικασία, η κοινωνία από "κοινωνία καθ' εαυτήν" μετατρέπεται σε "κοινωνία "για τον εαυτό της". Πρόκειται για μια διαδικασία ανάλογη με αυτήν που οδήγησε στην αναγνώριση και στην αυτοαναγνώριση της εργατικής τάξης. Και άλλωστε η αυτοαναγνώριση της εργατικής τάξης ήταν η προϋπόθεση για την αυτοαναγνώριση της κοινωνίας στην προηγούμενη περίοδο της αστικής κοινωνίας.

Στο ελληνικό παράδειγμα, η χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ και η εξ αυτής χρεοκοπία ολόκληρου του εξουσιαστικού πολιτικού συστήματος ακυρώνει τις κοινωνικές αυταπάτες για "διεξόδους" από την κρίση και γίνεται η αφετηρία γι αυτή την διαδικασία ανάπτυξης μιας σύγχρονης κοινωνικής συνείδησης και δράσης στην ιστορική περίοδο που διανύει σήμερα η κοινωνία. Φαίνεται παράδοξη η ιδέα πως η κοινωνία μπορεί να αντιμετωπίζεται σαν μια ενιαία οντότητα με ενιαία συνείδηση, αυτογνωσία και βούληση, αλλά βεβαίως αν η ιδέα δεν φαινόταν παράδοξη δεν θα ήταν επαναστατική. Είναι φυσικό πως όλα τα κομμάτια της οπορτουνιστικής Αριστεράς από τα αριστερότερα του ΚΚΕ μέχρι τα δεξιότερα του ΣΥΡΙΖΑ ομνύουν σήμερα στο όνομα της εργατικής τάξης, αλλά δεν παραλείπουν να ψάλουν και μερικούς ύμνους για το "έθνος" και αγωνίζονται ενάντια στον "καπιταλισμό", αλλά οι ίδιες οι πράξεις τους αντιστοιχούν ακριβώς στην παράδοξη ιδέα της δυαδικής κοινωνίας.

Η βασική αντίθεση που συγκροτεί την δυαδική κοινωνία είναι η αντίθεση ανάμεσα στο πραγματικό κοινωνικό σύστημα και στο θεσμικό κοινωνικό σύστημα. Η σχέση διαλεκτικής αντιθετικής ενότητας είναι ανάμεσα στον θεωρητικό τύπο ανθρώπου που υπηρετεί τους θεσμούς και στον θεωρητικό τύπο ανθρώπου που υπηρετεί την κοινωνία. Και άλλωστε όποιος συνειδητοποιήσει την δυαδικότητα της σημερινής κοινωνίας αντιλαμβάνεται πως οι ταξικές κοινωνίες και στις τρείς περιόδους της πατριαρχίας δεν ήταν παρά διαφορετικές μορφές δυαδικής κοινωνίας.

Στην σφαίρα της πολιτικής η δυαδικότητα της κοινωνίας εκφράζεται με την αντίθεση ανάμεσα στον συντηρητισμό και στην επαναστατικότητα, μια αντίθεση που συνειδητοποιήθηκε στις αρχές της αστικής ιστορικής περιόδου και περιγράφτηκε σαν αντίθεση ανάμεσα σε μια αριστερή και μια δεξιά πολιτική πτέρυγα. Η πολιτική αντίθεση στην σημερινή δυαδική κοινωνία δεν μπορεί να απεικονιστεί με το σχήμα δύο πολιτικών πτερύγων, τα ονόματα ωστόσο των πτερύγων, Δεξιά και Αριστερά, έχουν φορτιστεί με βαριούς συμβολισμούς και ουσιαστικό περιεχόμενο ώστε δεν έχει νόημα να καταργηθούν. Και πάντως η διαδικασία εκσυγχρονισμού της κοινωνικής συνείδησης και αυτοσυνείδησης δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί παρά σαν μια διαδικασία διαλεκτικής αντίθεσης μεταξύ συντηρητισμού και επαναστατικότητας η οποία στο πολιτικό πεδίο εκφράζεται σαν αντίθεση μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς.

Η κυριαρχία του φασισμού στην Δεξιά και του οπορτουνισμού στην Αριστερά εμποδίζει μέχρι σήμερα την διαλεκτική λειτουργία της πολιτικής αντίθεσης. Κι αυτό γιατί ο φασισμός και ο οπορτουνισμός δεν έχουν διαλεκτική αλλά αντιφατική σχέση μεταξύ τους. Η χρεοκοπία του οπορτουνισμού παρουσιάζεται σαν συσσωμάτωση του οπορτουνισμού με τον φασισμό, αποδεικνύοντας πως η αντίθεση μεταξύ τους είναι πλασματική. Οι αντιθέσεις ανάμεσα στους φασίστες και στους οπορτουνιστές της πολιτικής είναι αντιθέσεις προσωπικές, μεταξύ ατόμων που ανταγωνίζονται για την θέση τους στο εξουσιαστικό σύστημα, που χρησιμοποιούν την καταγωγή τους από την Αριστερά ή την Δεξιά σαν πηγή πείρας και σαν όπλο στην μάχη για την εξουσία. Η συσσωμάτωση όμως των αριστερών και δεξιών επιτελείων στην σφαίρα της πολιτικής, στο πλαίσιο του πολιτικού συστήματος, ανοίγει εκ των πραγμάτων τον δρόμο για την αποκατάσταση της διαλεκτικής αντίθεσης μεταξύ συντηρητισμού και επαναστατικότητας και γίνεται ο μοχλός για αποκάθαρση της Δεξιάς από την αρρώστια του φασισμού και της αποκάθαρσης της Αριστεράς από την αρρώστια του οπορτουνισμού και τελικά για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής συνείδησης και αυτοσυνείδησης.

Η διαλεκτική σχέση δεν είναι μια σχέση συμμετρική αλλά μια σχέση ολότητας. Εμφανίζεται σαν αντίθεση αλλά κανένα από τα δύο αντίθετα δεν μπορεί να υπάρξει μόνο του. Στο πολιτικό πεδίο ο συντηρητισμός εξασφαλίζει την κοινωνική συνέχεια που χωρίς αυτήν η επαναστατική αλλαγή δεν έχει νόημα και η επαναστατικότητα εξασφαλίζει την επαναστατική αλλαγή που χωρίς αυτήν ο συντηρημένος πλούτος δεν έχει αξία. Στην σημερινή εποχή τα όρια μεταξύ επαναστατικότητας και συντηρητισμού στην πράξη είναι συγκεχυμένα, αλλά η νοητική διάκριση ανάμεσά τους ποτέ δεν ήταν πιο καθαρή.

Παρά την βαριά σύγχυση που επικρατεί σήμερα, γίνεται πια προφανές πως αν θέλει η κοινωνία να συντηρηθεί σαν κοινωνία, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να γκρεμίσει επειγόντως το θεσμικό της σύστημα γιατί αυτό όχι μόνο δεν χρειάζεται στο πραγματικό σύστημα αλλά επειδή οι δυνάμεις που το υπηρετούν έχουν αυτονομηθεί σε σχέση με το πραγματικό σύστημα εμποδίζουν επικίνδυνα την ανάπτυξη του τελευταίου. Το αίτημα είναι τόσο πιεστικό που το σύστημα γκρεμίζεται από την συντηρητική πλευρά της κοινωνίας, που είναι μολυσμένη από τον φασισμό, αδιαφορώντας για τις θανατηφόρες συνέπειες της μανιακής ανατίναξής του στην κοινωνία. Κι από την άλλη μεριά η επαναστατική πλευρά της κοινωνίας μολυσμένη από τον οπορτουνισμό αντί να συναινέσει στην κατεδάφιση προσπαθώντας να επιβάλει το δικό της σχέδιο για την αλλαγή προσπαθεί ματαίως να την ακυρώσει (για να μη χάσει μια θέση στο ερείπιο) βάζοντας την κοινωνία σε ακόμα μεγαλύτερο κίνδυνο.

Όλες αυτές οι γενικές παρατηρήσεις συγκλίνουν στο βασικό συμπέρασμα πως μετά την χρεοκοπία του οπορτουνισμού και την συσσωμάτωσή του με τον φασισμό η κοινωνία χρειάζεται την αποκατάσταση μιας νέας πολιτικής ισορροπίας ανάμεσα σε μια υγιή συντηρητική πολιτική και σε μια υγιή επαναστατική πολιτική. Και επειδή στην γενική ιστορική διαδικασία οι κοινωνίες δεν βρίσκονται πια στην φάση ηγεμονίας της συντηρητικής πολιτικής αλλά στην φάση ηγεμονίας της επαναστατικής πολιτικής η αποκατάσταση δεν μπορεί να αρχίσει από την συντηρητική πολιτική αλλά πρέπει να αρχίσει -- και θα αρχίσει -- από την επαναστατική πολιτική. Και εδώ γεννιέται το ερώτημα κατά πόσο είναι δυνατό τα διάφορα κομματικά σχήματα που έχουν αρρωστήσει από τον οπορτουνισμό να ανανήψουν και να ξαναγίνουν επαναστατικά.

Όπως σημείωσα ήδη η χρεοκοπία του οπορτουνισμού δεν περιορίζεται στις εκδοχές του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ. Αντίθετα η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη θέση της εξουσιαστικής ιεραρχίας δεν θα ήταν δυνατή αν δεν υπήρχε ο οπορτουνισμός όλων των τύπων που είτε συμπολιτεύτηκε με τον οπορτουνισμό του ΣΥΡΙΖΑ είτε τον αντιπολιτεύτηκε. Αυτές οι εκδοχές του οπορτουνισμού που έχουν την αρχή τους στην σύγκρουση των αριστερών δυνάμεων στην δεκαετία του 1960 δεν κύλησαν τυχαία στον ιδιόρρυθμο οπορτουνισμό τους και δεν είναι δυνατόν να επανέλθουν σε ένα σύγχρονο επαναστατικό κίνημα, ακόμα και αν το ήθελαν ειλικρινά, για τον απλό λόγο πως τους εμποδίζει η μορφή του φορέα τους που έχει προσληφθεί από τα μέλη αυτών των οργανώσεων. Βεβαίως τα μέλη δεν χάνονται αλλά οι μορφές των υποτιθέμενων μαρξιστικών λενινιστικών οργανώσεων, έχουν αποκρυσταλλώσει τον εξουσιαστικό χαρακτήρα του οπορτουνισμού και είναι αδύνατον να επιτρέψουν την αλλαγή του. Ωστόσο οι οργανώσεις που έχουν προκύψει μέσα από το μαρξιστικό λενινιστικό κίνημα, μέσα από την τελευταία μορφή του σύγχρονου επαναστατικού κινήματος έχουν την ιδιαίτερη σημασία τους σαν τόποι σύγκρουσης εν όψει της επαναστατικής αλλαγής στην σφαίρα της κοινωνικής συνείδησης.

Η χρεοκοπία του οπορτουνισμού στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ είναι ταυτόχρονα και χρεοκοπία της εξουσιαστικής μετάλλαξης της μορφής του κόμματος νέου τύπου που έγινε γνωστό ως λενινιστικό κόμμα. Το κόμμα αυτό αντιστοιχούσε στις μορφές σχέσεων που γεννήθηκαν στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και ήταν χωρίς αμφισβήτηση η ανώτερη μορφή πολιτικής οργάνωσης στην ιστορία της ανθρωπότητας. Βρισκόμαστε όμως σήμερα στην επόμενη εποχή μετά την βιομηχανική αλλά όχι μόνο η Αριστερά αλλά και η Δεξιά εκφράζονται μέσα από πολιτικές οργανώσεις μιας εποχής που έχει περάσει οριστικά και αμετάκλητα και επομένως η πολιτική αναδιοργάνωση της κοινωνίας είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας. Δεν είναι καθόλου τυχαίος επομένως ο παρατηρούμενος κατακερματισμός της εν γένει πολιτικής δραστηριότητας σε ένα πλήθος "ακτιβιστικών" δράσεων, ούτε και η διάλυση των κομματικών οργανώσεων (εθελοντική ή αναγκαστική) σε μικρές παρέες πολιτικής δράσης.

Η ιστορία της κοινωνίας δεν είναι παρά η ιστορία της οργάνωσής της. Βρισκόμαστε σήμερα όχι μόνο σαν κοινωνία αλλά σαν ανθρωπότητα στην φάση του περάσματος σε μια άλλη μορφή κοινωνίας, στην φάση της επαναστατικής αλλαγής της μορφής της κοινωνικής οργάνωσης που δεν μπορεί παρά να αρχίσει από την οργάνωση της Αριστεράς, θεωρούμενης ως φορέα της επαναστατικής πολιτικής. Αυτό το πέρασμα, από μια μορφή κοινωνικής οργάνωσης σε μια άλλη έχει γίνει αρκετές φορές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Αυτή την φορά όμως δεν είναι το πολιτικό σύστημα που κινητοποιεί την κοινωνία στην αλλαγή του κοινωνικού συστήματος, δεν είναι οι άνθρωποι της πολιτικής που καθοδηγούν ή που ηγούνται στην αλλαγή. Αυτή την φορά είναι το κοινωνικό σύστημα που κινητοποιεί την πολιτική στην αλλαγή του πολιτικού συστήματος. Αυτή την διαφορά θα προσπαθήσω να αναπτύξω στα κείμενα που θα ακολουθήσουν αυτό εδώ με το  οποίο προσπάθησα να θέσω το πρόβλημα της κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης στην γενικότητά του. Θα κλείσω λοιπόν αυτό το κείμενο με μια γενική παρατήρηση.

Μετά την θριαμβευτική χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ, η ιδέα μιας Αριστεράς των επιτελείων ακυρώνεται οριστικά και αμετάκλητα και το βάρος της επαναστατικής πολιτικής -- που εξ ορισμού είναι αδύνατο να χρεοκοπήσει ακόμα κι αν κανείς δεν την ασκεί -- μοιράζεται στις πλάτες του κάθε αριστερού που θα ξεφεύγει από την επιρροή των επιτελείων και θα μετατρέπεται σε «αριστερό της κοινωνικής βάσης». Όσο κι αν "μοιραστεί" όμως το βάρος της πολιτικής η επαναστατική πολιτική παραμένει ενιαία και συμπαγής και για να ασκηθεί χρειάζεται η σύνδεση των αριστερών μεταξύ τους, δηλαδή η οργάνωσή τους σε έναν φορέα επαναστατικής πολιτικής που θα είναι η άρνηση της οπορτουνιστικής «Αριστεράς των επιτελείων» και δεν μπορεί (προς το παρόν) να ονομαστεί διαφορετικά παρά σαν «Αριστερά της κοινωνικής βάσης».