Έγραφα στο προηγούμενο κομμάτι αυτού του κειμένου, πως ο οπορτουνισμός δεν θα τελειώσει με την χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ αλλά, αντίθετα, θα γίνουν προσπάθειες η χρεοκοπία να "αξιοποιηθεί" από τους εκτός ΣΥΡΙΖΑ κορυφαίους επιτελείς της "Αριστεράς", για να αναπτυχθεί ένα νέο οπορτουνιστικό κύμα. Και από την εισαγωγή αυτού του κειμένου αναφέρθηκα σε δύο χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες της λυκοσυμμαχίας, που αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από το οπορτουνιστικό εγχείρημα και εμφανίστηκαν να καταδικάζουν την "στροφή" στην οποία υποχρεώθηκαν, ο μεν Λαφαζάνης σαν "προδοσία", ο δε Ρινάλντι σαν "μετάλλαξη". Αυτοί οι δύο προσπαθούν τώρα να συγκροτήσουν νέους φορείς οπορτουνιστικής πολιτικής ο μεν πρώτος σαν επανάληψη του χρεοκοπημένου ΣΥΡΙΖΑ τον οποίο υπηρέτησε σαν αριστερό άλλοθι, ο δε δεύτερος σαν ανανέωση του οπορτουνιστικού εγχειρήματος το οποίο ο ίδιος εμπνεύστηκε και ίδιος μαζί με πρώην συνεταίρο του, τον Νίκο Γαλάνη, ενίσχυσε αποφασιστικά.
Υπάρχουν, όπως είναι φυσικό, πολλοί που προσπαθούν να επιζήσουν, προσαρμόζοντας την οπορτουνιστική τους πολιτική στο νέο ακόμα πιο νοσηρό πλαίσιο της πτώχευσης που ακολούθησε την χρεοκοπία (π.χ. Βαρουφάκης, Κωνσταντοπούλου και άλλοι, εντός του ΣΥΡΙΖΑ), με κοινό παρονομαστή την προσπάθεια να παρατείνουν την "διασωληνωμένη" ζωή του εξουσιαστικού συστήματος αλλά αυτοί οι δύο, εκπροσωπούν τα δύο βασικά παραδείγματα οπορτουνισμού μετά τον οπορτουνισμό τον "συντηρητικό" οπορτουνισμό ο πρώτος και τον επαναστατικό ο δεύτερος.
Βεβαίως, δεδομένου πως το εξουσιαστικό σύστημα είναι αδύνατο να επιβιώσει, οι προσπάθειες όλων θα καταλήξουν σε αποτελέσματα εντελώς αντίθετα από τις επιδιώξεις τους και απολύτως σύμφωνα με την ορμή της ιστορικής δυναμικής την οποία προσπαθούν να αναχαιτίσουν. Αυτό όμως δεν θα συμβεί χωρίς την συνειδητή δράση του επαναστατικού υποκειμενικού παράγοντα η οποία βεβαίως θα αναπτυχθεί οπωσδήποτε, κάποιοι άνθρωποι θα οργανωθούν στην συγκρότηση που θεωρώ πως θα είναι η Αριστερά της κοινωνικής βάσης και θα εκφράσει αυτόν τον υποκειμενικό παράγοντα. Αλλά το ποιοι άνθρωποι, σε ποιους αριθμούς, σε ποιους χρόνους και πόσο "έτοιμοι", θα αποφασίσουν να οργανωθούν και να δράσουν στο πλαίσιο αυτής της Αριστεράς είναι πολύ σημαντικό, γιατί από αυτό θα εξαρτηθεί η επιβίωση του ανθρώπινου είδους επάνω στον πλανήτη.
Ακριβώς στις επιλογές που έχει ο κάθε αριστερός της κοινωνικής βάσης, αναφέρονται οι σκέψεις που περιέχονται σ' αυτό εδώ το κείμενο και ακριβώς γι αυτό -- με πολλές δυσκολίες -- γράφονται αυτές οι γραμμές προσπαθώντας να ξεφύγουν από τον βάλτο της πολιτικής καθημερινότητας στην ζωογόνηση μιας θεωρητικής συζήτησης που να είναι σύνδρομη και όχι αντίθετη με την αναγκαία ιστορική κίνηση της κοινωνίας.
* * *
Η χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι καθόλου άσχετη με την ιστορική αναγκαιότητα και η αλλοπρόσαλλη πορεία αυτού του αλλοπρόσαλλου εγχειρήματος είναι αδύνατο να κατανοηθεί αν δεν τοποθετηθεί στο ιστορικό της πλαίσιο. Πολύ σωστά ο ίδιος ο Τσίπρας ακριβώς μετά από την θριαμβευτική του άνοδο στην θέση του "αρχηγού" της αξιωματικής αντιπολίτευσης έλεγε (σε μια συγκέντρωση οργανωμένη από τον θαυμαστή του Ρινάλντι) πως την επιτυχία στις εκλογές του 2012 θα προσπαθούν να την εξηγήσουν, οι πολιτικοί επιστήμονες, στα πανεπιστήμια όλου του κόσμου. Το σίγουρο όμως είναι πως η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση επιβεβαιώνοντας την δυνατότητα της Αριστεράς να γίνει "κυβερνώσα" και την ίδια στιγμή χρεοκοπώντας ως "κυβερνώσα Αριστερά" διέλυσε οριστικά τις απατηλές ιδέες του "ειρηνικού δρόμου" και της "ειρηνικής συνύπαρξης" των κοινωνικών συστημάτων που ενυπήρχαν σαν θεωρητικές παρεκκλίσεις στον χώρο της Αριστεράς και βγήκαν στον αέρα και επικράτησαν δια πυρός και σιδήρου στην αρχή της μεταπολεμικής περιόδου.
Οι ιδέες αυτές, που στην ελληνική παραλλαγή τους ενυπήρχαν στον αντιφασιστικό αγώνα και ξεκινώντας από την "ανεξήγητη" συμφωνία της Βάρκιζας, θεμελίωσαν τον μεταπολεμικό ελληνικό οπορτουνισμό, έφτασαν στα όρια της φάσης της οπορτουνιστικής διαχείρισης της "ήττας" με την μεταπολίτευση του 1974. Ξεκίνησε τότε μια νέα φάση συνύπαρξης "συνύπαρξης" της οπορτουνιστικής Αριστεράς με την φασιστική Δεξιά υπό την ηγεμονία της τελευταίας, που επικυρώθηκε από όλες τις οπορτουνιστικές ηγεσίες καθώς όλες υπέγραψαν με τον τρόπο τους την γνωστή δήλωση υποταγής στο καθεστώς προκειμένου να τους "επιτραπεί" να συμμετάσχουν στις εκλογές. Η προσπάθεια γρήγορα ανατράπηκε από την "σοσιαλιστική" θύελλα του παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, που διέλυσε την Αριστερά, απορρόφησε το στελεχικό της δυναμικό και κατάφερε να ηγεμονεύσει στο πολιτικό σύστημα για δύο δεκαετίες μέχρι που οι νέες αντιθέσεις που δημιούργησε να αποσαθρώσουν για μια ακόμα φορά το εξουσιαστικό σύστημα. Η δεύτερη φάση τελείωσε με την κατάρρευση του κοινοβουλευτικού συστήματος το 2004, κατάρρευση που ήταν η συνέπεια της υπέρβασης των ορίων του οικονομικού συστήματος και γενικά των οικονομικών δυνατοτήτων της ελληνικής κοινωνίας, με την ανάληψη τεράστιων έργων και, τελικά, ως χαριστική βολή με την ανάθεση "στην Αθήνα" των θανατηφόρων ολυμπιακών αγώνων.
Από το 2004 και μετά αρχίζει να αναπτύσσεται το "εγχείρημα" του ΣΥΡΙΖΑ που δήθεν απαντάει στο πραγματικό αίτημα της ενότητας της Αριστεράς αλλά στην πραγματικότητα ήταν η επόμενη "λύση" για την παραμονή στην ζωή του εξουσιαστικού πολιτικού συστήματος καθώς και η δήθεν "σοσιαλιστική" λύση είχε πλέον χρεοκοπήσει. Η "λύση" ΣΥΡΙΖΑ υποβλήθηκε από τους "πρώην" των ΜΜΕ, σαν αντίδοτο στην επικίνδυνη πραγματική ενότητα στην κοινωνική βάση που είχε αρχίσει να σχηματίζεται στο πλαίσιο του αντιπολεμικού κινήματος που αντιπαρατέθηκε στις "αντιτρομοκρατικές" και "δημοκρατικές" ληστρικές επιδρομές των πρώην ιμπεριαλιστών, πέρασε από τα 40 κύματα των ανταγωνισμών μεταξύ των "συνιστούντων" για να χρεοκοπήσει στο κλείσιμο της δεκαετίας όταν οι εργολάβοι της αριστερής διακυβέρνησης (κύριος οίδε, με ποιες ενθαρρύνσεις αλλά η συμμαχία με τον Πάνο Καμένο κάτι λέει) έσπρωξαν την κατάσταση στα άκρα με τα άθλια τερτίπια των χειρισμών της εκλογής του προέδρου. Έχω ήδη υποστηρίξει στα προηγούμενα κομμάτια αυτού του κειμένου πως η χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μόνο χρεοκοπία ολόκληρης της οπορτουνιστικής Αριστεράς αλλά και χρεοκοπία του εξουσιαστικού συστήματος. Και η χρεοκοπία αυτή δεν αφορά το αστικό εξουσιαστικό σύστημα ως αστικό αλλά ως εξουσιαστικό, θέτει δηλαδή υπό ακαταμάχητη θεωρητική αμφισβήτηση την δυνατότητα επιβίωσης του εξουσιαστικού συστήματος. Αυτό είναι ένα ζήτημα στο οποίο θα αναγκαστεί να επανέλθει η θεωρητική σκέψη ξανά και ξανά.
Αλλά αν οι προσπάθειες μιας "ειρηνικής" κοινωνικής αλλαγής (με την "συναίνεση" δηλαδή των ανταγωνιζομένων πλευρών) χρεοκόπησαν, αυτό σημαίνει πως τίθεται σήμερα εξ υπαρχής αλλά όχι ερήμην της ιστορικής πείρας, το θεωρητικό πρόβλημα της επαναστατικής αλλαγής. Στην πράξη η κρίση το έχει ήδη υποβάλει πιεστικά και ήδη μέσα στην παρούσα συγκεχυμένη κατάσταση το πρόβλημα λύνεται, στις διάφορες λεπτομέρειές του, κατά τον χειρότερο δυνατό τρόπο, μέσω των συγκρούσεων του φασισμού με τον οπορτουνισμό. Η σύγκρουση φασισμού οπορτουνισμού ή ακριβέστερα των επιγόνων του φασισμού με τους επιγόνους του οπορτουνισμού που προς το παρόν εμφανίζεται σαν διακρατική σύγκρουση ανάμεσα στους άξονες Ευρώπη - ΗΠΑ και Ρωσία - Κίνα, θα επεκταθεί σε όλο τον κόσμο και θα σταματήσει μόνο όταν μέσα από την ίδια την σύγκρουση θα αναδυθεί η επαναστατική πολιτική και θα μετατρέψει την παγκόσμια σύγκρουση σε μια παγκόσμια εμφύλια σύγκρουση.
Η επικείμενη παγκόσμια σύγκρουση θα έχει κατά την γνώμη μου τρείς φάσεις: Στην πρώτη φάση οι απανταχού της υδρογείου δυνάμεις της κοινωνικής βάσης που αντιλαμβάνονται την κατάρρευση της κεντρικής εξουσίας θα συμμαχήσουν μεταξύ τους και θα στραφούν ενάντια στις απανταχού της υδρογείου δυνάμεις που παραμένουν πιστές στην ανάγκη να υπάρχουν τα εξουσιαστικά επιτελεία και στρατεύονται σ' αυτά. Σε δεύτερη φάση οι δυνάμεις και των δύο "παρατάξεων" που σήμερα επηρεάζονται από το σύμπλεγμα φασισμού οπορτουνισμού θα απαλλαγούν από αυτό και ο πόλεμος σταδιακά θα μετατραπεί σε έναν πόλεμο επαναστατικών δυνάμεων με τις συντηρητικές δυνάμεις. Στην τρίτη φάση ο πόλεμος με όπλα θα μετατραπεί σε σταδιακά αλλά με επιταχυνόμενους ρυθμούς σε πόλεμο ιδεών. Βεβαίως αυτές οι τρείς φάσεις περιέχουν ιστορικές διαδικασίες που δεν μπορούν να είναι χρονικά χωρισμένες μεταξύ τους και επομένως χρειάζεται εμβάθυνση στον τρόπο που είναι δυνατό να εκδηλωθούν αλλά αυτό που γίνεται ήδη φανερό είναι πως σε όλες τις φάσεις ο πόλεμος ήδη διεξάγεται και θα συνεχίσει να διεξάγεται και στο μέλλον, στο επίπεδο της κοινωνικής βάσης και η στράτευση δεν μπορεί να είναι ούτε υποχρεωτική ούτε με βάση ένα θεσμικό πρωτόκολλο.
Σε ένα επόμενο κεφάλαιο θα επανέλθω στο ζήτημα της επαναστατικής πολιτικής αλλά τώρα θα πρέπει να τονίσω πως η επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας, καθώς και η σύγκρουση την οποία προϋποθέτει η επαναστατική αλλαγή, δεν γίνεται ούτε να παρακαμφθούν ούτε να παραπεμφθούν στις καλένδες. Πολύ απλά, διότι σήμερα γίνεται πια φανερό πως η επαναστατική αλλαγή είναι ο τρόπος ύπαρξης της κοινωνίας και πως δεν υπήρξε ούτε υπάρχει κοινωνική αλλαγή -- είτε επιμέρους είτε καθολική -- που δεν είναι επαναστατική. Το "καθήκον" επομένως ενός "φορέα" σύγχρονου επαναστατικής πολιτικής, δεν είναι να "προκαλέσει" την αλλαγή της κοινωνίας αλλά να παίξει τον επαναστατικό του ρόλο στην διαδικασία της κάθε μικρής ή μεγάλης επαναστατικής αλλαγής.
Με την ανάληψη της διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ, ακυρώθηκε αυτομάτως η ιδέα πως μπορεί να υπάρξει μια κοινωνική αλλαγή χωρίς σύγκρουση και πως η "μεταπολίτευση του λαού", που ας μην ξεχνάμε, υποβλήθηκε από τον Ρινάλντι στον Τσίπρα ήταν εκ γενετής μια φασιστοπορτουνιστική απάτη και μάλιστα μια απάτη για πολύ αφελείς. Διαμορφώνεται ωστόσο, με την ψευδεπίγραφη Αριστερά στην "διακυβέρνηση", μια πραγματικά νέα κοινωνική κατάσταση σε υψηλότερο επίπεδο λογικής. Η νέα κατάσταση είναι τώρα πολύ πιο κοντά στην ολοκλήρωση της επαναστατικής αλλαγής αλλά αφήνει και νέα περιθώρια για νέες ψηλότερου επιπέδου αυταπάτες, για νέες εκδοχές "εκλεπτυσμένου" οπορτουνισμού και τελικά και για νέες εκδοχές επίσης "εκλεπτυσμένου" φασισμού.
Απ' την άλλη μεριά, όσο ο οπορτουνισμός και ο φασισμός "εκλεπτύνονται" συγκλίνοντας συγχρόνως στην αναγνώριση της νέας κοινωνικής πραγματικότητας, τόσο μια νέα άγρια σύγκρουση μεταξύ τους καθίσταται αναπόφευκτη. Δεν είναι όμως μόνο η σύγκρουση μεταξύ φασισμού και οπορτουνισμού αναπόφευκτη αλλά είναι επίσης αναπόφευκτη και η ανάδυση, μέσα από την επικείμενη σύγκρουση, μιας νέας επίσης ψηλότερου επιπέδου, πραγματικά εκλεπτυσμένης, επαναστατικής πολιτικής. Και επειδή η επαναστατική πολιτική υποβάλλεται και διατίθεται μέσα από την ίδια την ανάπτυξη του πραγματικού κοινωνικού συστήματος, τελικά αναπόφευκτη είναι και η νέου τύπου πολιτική οργάνωση που θα είναι ικανή να "ασκήσει" αυτή την πολιτική.
* * *
Προς το παρόν παρατηρούμε την χαώδη κατάσταση που πρόκυψε, στους κύκλους των πολιτικών και παραπολιτικών επιτελείων της οπορτουνιστικής Αριστεράς, από την επομένη της χρεοκοπίας του ΣΥΡΙΖΑ. Τα ίδια τα παλιά μαγαζιά που φυτοζωούσαν εξυπηρετώντας τον ΣΥΡΙΖΑ με την βλακώδη μηχανιστική κριτική τους, ζωήρεψαν μετά την χρεοκοπία του, καθώς αναζωπυρώθηκαν οι ελπίδες τους πως "θα πιάσουν" αυτή την φορά "την καλή". Από την επομένη της χρεοκοπίας, πολλές και ποικίλες πολιτικές και παραπολιτικές κινήσεις άρχισαν να παρουσιάζονται, και να προστίθενται στα ποικίλα υπάρχοντα μαγαζιά και παραμάγαζα που φυτοζωούσαν.
Παρά τον πληθωρισμό της "αντιεξουσιαστικής" και "ριζοσπαστικής" ή της "χειραφετητικής" και "αμεσοδημοκρατικής" ρητορείας, όλες αυτές οι οργανώσεις, ομάδες, τάσεις, καθώς και οι μέσα και έξω από αυτές μεμονωμένες προσωπικότητες, με την "νευρωτική" τους υπερκινητικότητα, εκφράζουν τον πανικό των επιτελών μπροστά στην κατάρρευση του εξουσιαστικού οικοδομήματος από το οποίο ποικιλοτρόπως σιτίζονται. Ο πανικός ενισχύεται από το γεγονός πως η "νέα μεταπολίτευση", που εξαγγέλλεται από την κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου, αυξάνει την πιθανότητα να πάρει ο κάθε πικραμένος μια θέση στο υπηρετικό προσωπικό του συστήματος, συγχρόνως όμως ελαχιστοποιεί την αξία της θέσης. Και βέβαια ο πανικός κορυφώνεται από το γεγονός πως η "νέα μεταπολίτευση" δεν σήμαινε ποτέ και δεν σημαίνει και τώρα κανέναν εκδημοκρατισμό αλλά απλά την διεύρυνση του τμήματος του πολιτικού συστήματος που αποκτά έναν υπηρετικό πολιτικό ρόλο στην υποτιθέμενη (έξωθεν) "εξουσία".
Ο ίδιος ο Τσίπρας είναι το απτό παράδειγμα της τραγικής αντίφασης, που αντιμετωπίζει ο κάθε πικραμένος των οπορτουνιστικών επιτελείων, καθώς με την ανάρρησή του στον πρωθυπουργικό θώκο δεν αναβαθμίστηκε η προσωπικότητά του, στο ύψος του πρωθυπουργικού ρόλου αλλά υποβιβάστηκε η αξία του πρωθυπουργικού ρόλου στην στάθμη της προσωπικότητας του ίδιου και της παρέας του.
Σε κάθε περίπτωση, μέσα από τον πανικό των επιτελών, δημιουργείται μια τεράστια ποικιλία πολιτικών και παραπολιτικών, τυπικών και άτυπων, κλασικών και νεοφανών συγκροτήσεων των οποίων οι επιτελείς γρονθοκοπούνται, μέσα και έξω από αυτές, για μια θέση στην χαώδη διακυβέρνηση. Γεννιέται λοιπόν το ερώτημα: είναι δυνατόν να αποκτήσει κανείς μια σταθερή αντίληψη για την υποκειμενική πολιτική κατάσταση, για την σχέση της με την ρέουσα πραγματικότητα και για την δυναμική της; Η απάντηση είναι πως όχι μόνο είναι δυνατόν να σχηματιστεί μια σταθερή και συνεπής συνείδηση της πραγματικότητας, καθώς και της πολιτικής που απαιτείται εν όψει αυτής, αλλά ο σχηματισμός αυτής της επαναστατικής συνείδησης αποτελεί θεμελιώδη ιστορική αναγκαιότητα και άρα είναι αναπόφευκτος.
Το κλειδί για την κατανόηση της κατάστασης είναι η αναγνώριση δύο βασικών διαλεκτικών σχέσεων της κοινωνίας:
1) Στην υλική υπόσταση της κοινωνίας (στην κοινωνία "καθ' εαυτήν") υπάρχει η αντιθετική ενότητα μεταξύ θεσμικού κοινωνικού συστήματος και πραγματικού κοινωνικού συστήματος.
2) Στην συνειδησιακή υπόσταση της κοινωνίας (στην κοινωνία για τον εαυτό της) υπάρχει η αντιθετική ενότητα μεταξύ συντηρητισμού και επαναστατικότητας.
Αυτές οι δύο διαλεκτικές σχέσεις συμπλέκονται μεταξύ τους και δημιουργούν πολύπλοκες καταστάσεις, που αθροίζονται στην αληθινά χαώδη πραγματικότητα. Οι άνθρωποι όμως στην καθημερινή τους ζωή, δεν έρχονται αντιμέτωποι με ολόκληρη την χαώδη πραγματικότητα αλλά με ένα κομμάτι αυτής της πραγματικότητας που δεν μπορούν ούτε να το παρακάμψουν ούτε να το παρερμηνεύσουν και έτσι αναγκάζονται να το κατανοήσουν. Αυτό γίνεται μέσα από μια μικρή ή μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στον συντηρητισμό, τον δικό τους και των άλλων, και στην επαναστατικότητα την δική τους και των άλλων και τελικά αυτό το κομμάτι της πραγματικότητας ενσωματώνεται στην συνείδησή τους.
Ο Μάο Τσε Τουνγκ για την σύγκρουση με τον φασισμό έλεγε πως τον ιμπεριαλισμό όπως και το φαγητό μας δεν μπορούμε να τον "φάμε" ολόκληρο αλλά μπουκιά - μπουκιά. Όπως είναι σήμερα τα πράγματα ο (κατά την φασιστοπορτουνιστική ρητορεία πανίσχυρος) εχθρός της σημερινής κοινωνίας που είναι τα εξουσιαστικά επιτελεία μοιράζεται από μόνος του σε μπουκιές. Ο κάθε άνθρωπος της κοινωνικής βάσης ακόμα και αν ήθελε δεν μπορεί να δει τον "ιμπεριαλισμό" ολόκληρο, τον συναντάει τεμαχισμένο σε μικρά κομματάκια μπροστά του στο κάθε κομματικό επιτελείο, στην κάθε ομάδα η "προσωπικότητα" που επιχειρεί να "ηγεμονεύσει" στην δραστηριότητα των λεγομένων κοινωνικών κινημάτων, στην κάθε ΜΚΟ, στην κάθε "κοινωνικοποιημένη" επιχείρηση.
Σε κάθε περίπτωση, επειδή ο συντηρητισμός και η επαναστατικότητα συνυπάρχουν και λειτουργούν στον κάθε άνθρωπο, στην κάθε ομάδα ανθρώπων, στην κάθε κοινωνία, σε όλη την ιστορία της κοινωνίας, ακόμα και πριν από την εμφάνιση της εξουσίας υπό την μορφή του θεσμικού συστήματος της πατριαρχίας, μπορούμε να πούμε πως η τέτοια διαδικασία της κατανόησης της πραγματικότητας και της σταδιακής ενσωμάτωσής ενός μέρους της στην συνείδηση, είναι μια διαδικασία που δεν έχει τέλος.
Στους ισχυρισμούς της προηγούμενης παραγράφου θα επανέλθω επίσης, σε ένα από τα επόμενα κομμάτια αυτού του κειμένου, όταν θα πρέπει κάποια στιγμή να μιλήσουμε για την επαναστατική πολιτική. Τώρα θα πρέπει να θυμίσω, για ακόμα φορά, πως κατά την άποψη που υποστηρίζω, ο φασισμός και ο οπορτουνισμός, είναι δύο συνδυασμένες αρρώστιες του πραγματικού κοινωνικού συστήματος, αρρώστιες που σχετίζονται με την παρακμή του θεσμικού κοινωνικού συστήματος, δηλαδή του συστήματος εξουσίας. Η παρακμή επέρχεται κάθε φορά που, κάτω από την επίδραση της αντιφατικής αντίθεσης φασισμού και οπορτουνισμού το θεσμικό σύστημα δεν αντιτίθεται διαλεκτικά αλλά αντιφάσκει με το πραγματικό σύστημα, με συνέπεια την γενική σύγχυση που παρατηρούμε σήμερα στην κοινωνική συνείδηση.
Έτσι εξηγείται η "διατήρηση" στην ζωή των συγκεκριμένων κλινικά νεκρών θεσμών υπό την μορφή του βρικόλακα στην κοινωνική οργάνωση, των θεσμών οι οποίοι δεν μπορούν να θαφτούν στην κοινωνική συνείδηση μέχρι να διαλυθεί η σύγχυση και να παγιωθεί ένα νέο συμβολικό σχήμα που θα αντικαταστήσει τον βρικολακιασμένο θεσμό.
* * *
Μετά την χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να είναι το αρτιότερο παράδειγμα μιας ρευστής κοινωνικής κατάστασης, που σε διάφορες εκδοχές επικρατεί σ' όλο τον κόσμο. Ο συνδυασμός φασισμού και οπορτουνισμού έχει επικρατήσει, και έχει προκαλέσει σύγχυση, σε όλες τις κοινωνίες του κόσμου και στην παγκόσμια κοινωνία συνολικά. Ειδικά στην ελληνική κοινωνία, όμως, υπάρχουν λόγοι που δικαιολογούν την πλήρη σύγχυση αλλά υπάρχουν και λόγοι που καθιστούν αναπόφευκτη την διάλυση της σύγχυσης. Είναι λοιπόν η χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ, σοβαρότατη ένδειξη πως το χρεοκοπημένο ελληνικό πείραμα για την καθυπόταξη της ελληνικής κοινωνίας στην φασιστική αυτοκρατορία των αγορών, γρήγορα θα μετατραπεί σε ένα καρποφόρο ελληνικό πείραμα για την παγκόσμια κοινωνική αλλαγή.
Στην ελληνική κοινωνία η βασική αντίθεση μεταξύ συντηρητισμού και επαναστατικότητας παίρνει μια ποικιλία μορφών στην σφαίρα της κοινωνικής πραγματικότητας και μια ποικιλία σχημάτων στην σφαίρα της κοινωνικής συνείδησης. Η ποικιλία και η οξύτητα των αντιθέσεων δεν επιτρέπει σε καμιά κοινωνική ομάδα να βαλτώσει μέσα στην ψευδή αντίθεση φασισμού και οπορτουνισμού και, αντίθετα, δημιουργεί μια συνεχή αναταραχή που κάθε φορά διαλύει την σύγχυση. Κι αυτό γιατί από την άλλη μεριά η μακρόχρονη αντιθετική επεξεργασία των οικονομικών, πολιτικών και πολιτιστικών σχέσεων καθιστά την ελληνική κοινωνία συνεκτική και αδιάσπαστη, έτσι ώστε μέσα από τις συνεχείς συγκρούσεις, αργά ή γρήγορα, η υγιής διαλεκτική αντίθεση μεταξύ συντηρητισμού και επαναστατικότητας αποκαθίσταται και διαλύει την σύγχυση.
Μετά την χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ, η σύγχυση που επικρατούσε τα τελευταία δώδεκα (10 + 2) χρόνια στην ελληνική κοινωνία, έγινε βαριά και καθολική. Το συντηρητικό έχει τώρα μπερδευτεί με το επαναστατικό, το φασιστικό έχει μπερδευτεί με οπορτουνιστικό, το κρατικό έχει μπερδευτεί με το κοινωνικό και στο πολιτικό σύστημα η δεξιά έχει μπερδευτεί με την Αριστερά. Κι όμως, κάτω από την χαοτική επιφάνεια λειτουργούν με απόλυτη τάξη οι δύο βασικές αντιθέσεις που ήδη ανέφερα.
Η ιστορική αντίθεση μεταξύ θεσμικού κοινωνικού συστήματος και πραγματικού κοινωνικού συστήματος και η πολιτική αντίθεση μεταξύ συντηρητισμού και επαναστατικότητας διατάσσουν την ποικιλία των αλλοπρόσαλλων πολιτικών τάσεων σε δυο αντίθετα ρεύματα, εκ των οποίων το ένα στηρίζεται στην επιθυμία της συντήρησης του εξουσιαστικού θεσμικού κοινωνικού συστήματος και το δεύτερο στηρίζεται στην ντε φάκτο διάλυσή του.
Στο πρώτο ρεύμα -- με χαρακτηριστική εκδοχή την πολιτική επιχείρηση του Λαφαζάνη -- ανήκουν οι πολιτικές συγκροτήσεις των οποίων οι επιτελείς εμμένουν στην "λενινιστική" μορφή οργάνωσης, βεβαίως βαριά διαστρεβλωμένη, με αχρηστευμένη την δημοκρατική λειτουργία και τελικά αναχρονιστική, ελπίζοντας (βλακωδώς) στην νεκρανάσταση του "εθνικού κράτους" στο οποίο θα αποκτήσουν μια θέση εξουσίας.
Στο δεύτερο ρεύμα -- με χαρακτηριστική εκδοχή την πολιτική επιχείρηση του Ρινάλντι -- ανήκουν οι συγκροτήσεις πολιτικές και παραπολιτικές των οποίων οι επιτελείς αποποιούνται την "λενινιστική" μορφή οργάνωσης και προσπαθούν να διατηρήσουν τις εξουσιαστικές ποιότητες του "έθνους κράτους" ελπίζοντας (επίσης βλακωδώς) σε μια θέση εξουσίας στο σύνολο των θραυσμάτων της διάλυσης που προέκυψαν μετά την χρεοκοπία.
Ωστόσο η διάκριση αυτή, που παράγεται στην σφαίρα του υποκειμενικού, καθόλου δεν ακυρώνει το γεγονός πως το σύνολο των πολιτικών και παραπολιτικών συγκροτήσεων, υπάρχει και εξελίσσεται, μέσα στο ολόκληρο πραγματικό κοινωνικό σύστημα που παραμένει ενιαίο και αδιαίρετο και αντλεί την ορμή του, την ιστορική δυναμική του, από τις όλο και περισσότερο εξατομικευόμενες και συγχρόνως οικουμενικοποιούμες πραγματικές κοινωνικές αντιθέσεις. Οι αντιθέσεις αυτές εκφράζονται και διαμορφώνονται στην σφαίρα του υποκειμενικού, τόσο μέσα όσο και ανάμεσα στις διαφορετικές συγκροτήσεις αλλά, παρά την ποικιλία των εκδοχών τους, δεν μπορούν να ξεφύγουν ούτε από την βασική πολιτική αντίθεση μεταξύ συντηρητισμού και επαναστατικότητας ούτε από την βασική ιστορική αντίθεση μεταξύ θεσμικού συστήματος και πραγματικού συστήματος.
Από την άλλη μεριά, παραμένοντας αποφασιστική, η σημασία αυτών των πραγματικών κοινωνικών αντιθέσεων, σε όποια ιστορική περίοδο κι αν τις τοποθετήσουμε, ακολουθεί τις κυμάνσεις με τις οποίες εκφράζεται ή ιστορική κίνηση. Αν το πρώτο κλειδί για την κατανόηση της σημερινής κατάστασης είναι η διαπίστωση της ύπαρξης δύο βασικών διαλεκτικών κοινωνικών αντιθέσεων, το δεύτερο κλειδί είναι η τοποθέτηση αυτών των αντιθέσεων όχι απλώς στο ιστορικό τους πλαίσιο, αλλά πολύ περισσότερο η τοποθέτησή τους στην φάση της κύμανσης του ιστορικού χρόνου. Από αυτή την άποψη, οι αντιθέσεις αυτές βρίσκονται στην δεύτερη φάση της μεταπολεμικής ιστορικής περιόδου, στην φάση όπου από ιστορική άποψη το πραγματικό κοινωνικό σύστημα γίνεται η κύρια πλευρά της αντίθεσης έναντι του θεσμικού κοινωνικού συστήματος και από την άποψη της πολιτικής συνείδησης η επαναστατικότητα γίνεται η κύρια πλευρά της αντίθεσης έναντι του συντηρητισμού.
Είναι γνωστή πολυσυζητημένη και πολυδιαστρεβλωμένη η ρήση του Λένιν πως "ζούμε στην εποχή του ιμπεριαλισμού και της προλεταριακής επανάστασης" ! Αυτή η ρήση ισχύει σήμερα περισσότερο παρά ποτέ, αλλά ισχύει μόνο αν την εννοήσουμε στην ουσία της και όχι σαν ρητορικό σχήμα που απλώς αναφέρεται στους συγκινησιακά φορτισμένους όρους "ιμπεριαλισμός" και "προλεταριάτο" και διαστρεβλώνει τόσο το διαλεκτικό νόημα της ρήσης όσο και την ιστορική του αναφορά. Στην ουσία του ο ιμπεριαλισμός ήταν όταν αναφερόταν σ' αυτό ο Λένιν το τότε παγκόσμιο θεσμικό κοινωνικό σύστημα και το προλεταριάτο ήταν το τότε παγκόσμιο πραγματικό κοινωνικό σύστημα. Αυτά και σήμερα συνεχίζουν να υπάρχουν στην συνείδηση των ανθρώπων παρότι η αντίθεσή τους έχει ξεπεράσει τα όρια της πραγματικής ύπαρξης. Αντίθετα με ό,τι λεγόταν από τους επιτελείς του οπορτουνισμού πριν από την άνοδο της κυβερνώσας Αριστεράς και με ό,τι λέγεται από τους ίδιους μετά από το φιάσκο, περί δήθεν "δυσμενούς διάταξης των δυνάμεων", η ανθρωπότητα βρίσκεται σήμερα στην φάση όπου ο ιμπεριαλισμός ανήκει στο παρελθόν και η προλεταριακή επανάσταση έχει ολοκληρωθεί.
Παρά ταύτα στην πλειοψηφία τους οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης, απογοητευμένοι από την διάψευση των "ελπίδων" τους, μετά την χρεοκοπία, λειτουργούν σαν άτομα με ίδιο τρόπο που λειτουργούσαν σαν μέλη, στελέχη και οπαδοί των μαγαζιών και των παραμάγαζων της Αριστεράς, σε μια αποθέωση του υποκειμενισμού και του ηρωικού μηδενισμού και με επιπλέον το βάρος της ενοχής γιατί πιαστήκανε, όπως νομίζουν, κορόιδα. Σ' αυτούς απευθύνονται οι επιτελείς του οπορτουνισμού που αποσυντονίστηκαν μετά το φιάσκο και προσπαθούν να διασώσουν την ύπαρξή τους. Με μία ποικιλία τρόπων, προσπαθούν πρώτα - πρώτα να τους αποκοιμίσουν, μετά να τους παρηγορήσουν και τέλος να τους κινητοποιήσουν εν όψει μιας κατ' ελπίδα ανασυγκρότησης των διαλυμένων μαγαζιών τους.
Η χρεοκοπία όμως είναι οριστική, άλλωστε στην πλειοψηφία τους οι ίδιοι (π.χ. ο Ρινάλντι) μιλάνε πια για το αν έχει λόγο ύπαρξης η Αριστερά, μήπως υπάρχει κι άλλος τρόπος να ειπωθούν τα ίδια πράγματα, μήπως "πέθανε" και ο μαρξισμός μετά τον κομμουνισμό που τον έχουν ήδη θάψει, και γενικά εκπέμπουν μια πληθώρα αερολογίας που σημαίνει πως και οι ίδιοι ψάχνουν να βρουν τρόπους να αποφύγουν την σίγουρη χρεοκοπία.
Μέσα από όλα τα παραπάνω γίνεται τελικά σαφές πως αν η επαναστατική πολιτική είναι αναγκαιότητα να υπάρξει, αυτή δεν μπορεί να προκύψει παρά σαν το "απευκταίο", για τους ξέμπαρκους επιτελείς του οπορτουνισμού, αποτέλεσμα των προσπαθειών τους. Η Αριστερά των επιτελείων, έχει μπει σε μια διαδικασία πολιτικής πτώχευσης, όπως προηγούμενα το ΠΑΣΟΚ και αυτοί προσπαθούν να διασώσουν το μεγαλύτερο δυνατό μέρος του κεφαλαίου τους και να αποφύγουν το μεγαλύτερο δυνατό μέρος ζημιάς. Το κεφάλαιο όμως της οπορτουνιστικής Αριστεράς, του συνόλου των μαγαζιών και των παραμάγαζων που πουλάνε ιδεολογία και ακτιβισμό, είναι οι αριστεροί της κοινωνικής βάσης που προσπαθούν να βρουν έναν πολιτικό ρόλο για τον οποίο να μην ντρέπονται, και ο μόνος υπαρκτός τέτοιος ρόλος είναι η επαναστατική πολιτική.
* * *
Θα κλείσω και αυτό το κομμάτι του παρόντος κειμένου περιγράφοντας με λίγα λόγια τα δύο παραδείγματα εκπροσώπων του οπορτουνισμού μετά τον οπορτουνισμό που αποτελούν ο Λαφαζάνης και ο Ρινάλντι. Μετά την χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ η "Πλατφόρμα" του Λαφαζάνη έγινε "Λαϊκή Ενότητα" του Λαφαζάνη, εκπροσωπώντας το "συντηρητικό" (ας το πούμε έτσι) οπορτουνιστικό ρεύμα και η ΚΟΕ του Ρινάλντι έγινε "Δρόμος" του Ρινάλντι, εκπροσωπώντας το "επαναστατικό" οπορτουνιστικό ρεύμα. Οι δύο κινήσεις βρίσκονται, σε σύγκρουση που όμως είναι προσεκτική, γιατί δεν έχουν ουσιώδη διαφορά μεταξύ τους αλλά απλώς προσπαθούν να εκμεταλλευτούν, ο μεν Λαφαζάνης (ανέκαθεν) τον συντηρητισμό των αριστερών ο δε Ρινάλντι (οψίμως) την επαναστατικότητά τους. Αλλά η επαναστατική Αριστερά συνδυάζει τον συντηρητισμό με την επαναστατικότητα, και μια σύγκρουση ανάμεσα σε έναν ψεύτικο συντηρητισμό και σε μια ψεύτικη επαναστατικότητα μπορεί να αποβεί μοιραία για τον ένα, για τον άλλο ή και για τους δύο. Αυτή η ιδεολογική μονομέρεια εξηγεί και την προσωποκεντρική συγκρότηση των ομάδων τους και δίνει νόημα στην αναγωγή της εξέτασης των πολιτικών ομάδων στην εξέταση των πρόσωπων που "ηγούνται" των πολιτικών κινήσεων.
Ο Λαφαζάνης είναι μια από τις χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες του παλιού "κουκουέδικου" ρεβιζιονισμού και ακολούθησε την γνωστή "διαδρομή" της πολιτικής γέννησης μέσα στην φάτνη του Χρουστσοφικού - Κολλιγιανικού ΚΚΕ, της ενηλικίωσης μέσα στο κλίμα του φλωρακικού οπορτουνισμού και της ώριμης μεταπήδησης στο οπορτουνιστικό - φραξιονιστικό κοκτέιλ του συνασπισμού. Αυτή η "συνεπής" και "συνεχής" οπορτουνιστική διαδρομή εξηγεί και την επιβίωσή του στην ηγεσία μιας "αριστερής" φράξιας που μέχρι την παραμονή του δημοψηφίσματος αποτελούσε το σταθερό ιδεολογικό άλλοθι της λυκοσυμμαχίας του ΣΥΡΙΖΑ. Συγχρόνως όμως ακολουθώντας τον Λαφαζάνη αυτοί που τον ακολουθούσαν έδιναν άλλοθι στον εαυτό τους πως τάχα παραμένουν πιστοί στα ιδανικά του επαναστατικού κινήματος έχοντας συγχρόνως την "ευκαιρία" να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης του λαού, με το αζημίωτο βέβαια ως προς την δική τους υλική ή ναρκισσιστική διαβίωση.
Μετά την χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο ο Λαφαζάνης όσο και τα στελέχη, τα μέλη και οι υποστηρικτές της "Λαϊκής Ενότητας", συμφωνώντας να χαρακτηρίζουν την δήθεν "στροφή" του ΣΥΡΙΖΑ, υπό την ηγεσία του Τσίπρα, σαν "προδοσία", δημιούργησαν το κλίμα που ευνοεί μια επανάληψης του απατηλού "εγχειρήματος", με σημαία αυτή την φορά μια πιο πρόσφατη έκφραση της επαναστατικής διάθεσης της ελληνικής κοινωνίας που ήταν το δημοψήφισμα. Η πολιτική όμως που προωθούν δεν έχει καμιά σχέση ούτε με την επαναστατικότητα της ελληνικής κοινωνίας ούτε με τον συντηρητισμό της, γιατί δεν είναι βέβαια επαναστατική η πολιτική που περιορίζεται στο υπάρχον εξουσιαστικό πλαίσιο αλλά δεν είναι ούτε συντηρητική η πολιτική που επιχειρεί την συντήρηση του πραγματικού κοινωνικού συστήματος χωρίς αλλαγή των πολιτικών του μεθόδων. Τελικά, από τους ανθρώπους της κοινωνικής βάσης, ο Λαφαζάνης προσελκύει αυτούς που δεν μπορούν να φανταστούν ένα άλλο σύστημα, ούτε όμως μπορούν να φανταστούν με ποιες μεθόδους μπορούν να συντηρηθούν οι σταθερές αξίες του συστήματος. Προσελκύει αυτούς που αρκούνται στο άλλοθι μιας ψεύτικης ρητορείας, προκειμένου να διατηρήσουν το πολιτικό τους συναίσθημα σε μια προσωρινή ασταθή ισορροπία.
Απ' την άλλη μεριά σαν μέρος του εξουσιαστικού πολιτικού συστήματος ο Λαφαζάνης και η "Λαϊκή Ενότητά" του δεν μπορούν να επιβιώνουν μόνο με την υποστήριξη του λαού. Η πολιτική έχει δυσβάσταχτα έξοδα και όποιος ισχυρίζεται πως το κόμμα του επιβιώνει επειδή είναι χρήσιμο στο λαό και ο λαός το αγαπάει, λέει ξεδιάντροπα ψέματα. Η υποστήριξη του λαού που αρκείται στην ρητορική αερολογία του Λαφαζάνη, είναι αποφασιστικής σημασίας αλλά μόνο σε ό,τι αφορά την δυνατότητά του να διεκδικήσει την "χορηγία" κάποιων από τους εσωτερικούς και διεθνείς οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες, ενδεχομένως και τους ίδιους που "χορηγούν" την παρέα του Τσίπρα.
Ο Ρινάλντι είναι μια φυσιογνωμία που δεν μπορεί να την πει κανείς χαρακτηριστική γιατί το χαρακτηριστικό της είναι ο χαμαιλεοντισμός. Βεβαίως ο Ρινάλντι όπως και ο γνήσιος χαμαιλέων έχει έναν σταθερό (φασιστοπορτουνιστικό ο εν λόγω) χαρακτήρα. Δεν είναι όμως η σταθερότητα του χαρακτήρα του που τον συντήρησε στην επιφάνεια του μαρξιστικού λενινιστικού πολιτικού ρεύματος, σε όλη την πορεία της παρακμής του. Αυτό που τον συντήρησε είναι πως, ακριβώς λόγω της παρακμής (ή της γήρανσης) του επαναστατικού κινήματος, κατάφερνε να πουλάει τον χαμαιλεοντισμό του σαν επαναστατική και αργότερα σαν ριζοσπαστική "ευελιξία" και επειδή στο πλαίσιο της Α/συνέχειας και μετά της ΚΟΕ ήταν αυτός που είχε την δυνατότητα και το θράσος να εκφέρει τον οπορτουνιστικό του λόγο με κάποια πολιτική καλλιέπεια και να παίρνει επίκαιρες πρωτοβουλίες, με τρόπο που φάνταζε -- αυτός, ένας τυπικός πολιτικός πατροκτόνος -- σαν γνήσιος μαθητής του Χοντζέα, κατακλέβοντας και διαστρεβλώνοντας τον πολιτικό του λόγο την ώρα που τον υμνούσε.
Κατά τα άλλα ο δήθεν μαοϊκός Ρινάλντι ακολούθησε, όπως είναι φυσικό, μια χρονικά παράλληλη αλλά πολιτικά αντιθετική πορεία με τον δήθεν μπολσεβίκο Λαφαζάνη. Κατάφερε μετά την διάλυση του ΚΚΕ(μλ) να ηγηθεί της ομάδας που συστάθηκε κάτω από την σκιά και την αμέριστη βοήθειά του Χοντζέα, κατάφερε να εκμεταλλευθεί την κληρονομιά του μαρξιστικού λενινιστικού κινήματος μέχρι που την εξάντλησε, κατάφερε να εκμεταλλευθεί και την ζωντάνια των ανθρώπων που πέρασαν από το επαναστατικό κίνημα που δεν εξαντλείται, για να κατασκευάσει και να συντηρήσει, το ιδεολογικό ανοσιούργημα που ήταν η ΚΟΕ. Μέσω της ΚΟΕ προσπάθησε να "ηγεμονεύσει" στον χώρο της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς με εκλογικές λυκοσυμμαχίες που δήθεν θα διαρκούσαν και διαλύονταν πριν καλά - καλά εκδοθούν τα αποτελέσματα των εκλογών. Η ΚΟΕ διαλύθηκε ουσιαστικά από την στιγμή που ο Ρινάλντι μαζί με τον κολλητό του μέχρι τότε Νίκο Γαλάνη (ο οποίος κατέληξε "συνιστώσα" της Λαϊκής Ενότητας) εμπνεύστηκαν μια κίνηση "ενότητας" της Αριστεράς από την οποία προέκυψε ο ΣΥΡΙΖΑ και κατάντησε τους ανθρώπους που τον ακολούθησαν αφισοκολλητές και cheerleaders των φραξιονιστών του Συνασπισμού.
Η πορεία και ο ρόλος του Ρινάλντι μέσα στο πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ είχε δύο φάσεις. Η πρώτη από την συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Αλαβάνο και μέχρι τις εκλογές του 2012. Η δεύτερη από την επομένη των εκλογών του 12 μέχρι το δημοψήφισμα. Και οι δυό φάσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία και χρειάζονται ιδιαίτερη μελέτη. "Κομβικά" σημεία αυτής της πορείας είναι η προσκόλληση στον Αλέκο Αλαβάνο, η ίδρυση του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής (ΜΑΑ), η έκδοση του "Δρόμου της Αριστεράς", η εγκατάλειψη του Αλαβάνου, η εξόφθαλμη υπονόμευση του ΜΑΑ στις περιφερειακές εκλογές του 2010, ο εναγκαλισμός του Τσίπρα από τον Ρινάλντι, ο εξωραϊσμός του ΣΥΡΙΖΑ και η εφεύρεση της φασιστικής ανοησίας για μια μεταπολίτευση του λαού, χάρη στην οποία η παρέα του Τσίπρα ανέβηκε στην διακυβέρνηση και μετά την άνοδό της απέκτησε την άνεση να κάνει τις ασύλληπτες μανούβρες της.
Η σημερινή κατάσταση του Ρινάλντι και των ανθρώπων της ΚΟΕ που τον ακολουθούν, άρχισε να διαμορφώνεται αμέσως μετά τις εκλογές του 2012, οπότε από την προσωπολατρία του Τσίπρα, ο Δρόμος της Αριστεράς υπό την διεύθυνση του Ρινάλντι αλλά καθόλου σίγουρα με την συναίνεσή του, πέρασε σε μια "συντροφική" στην αρχή αλλά διαρκώς πιο έντονη και επιθετική κριτική του. Μετά την αναγκαστική "εθελούσια" εκπαραθύρωση του Ρινάλντι από τον ΣΥΡΙΖΑ η δραστηριότητα των ανθρώπων της ΚΟΕ παροχετεύθηκε στην υπηρεσία του "Δρόμου της Αριστεράς". Δημιουργήθηκε έτσι για πρώτη φορά στον κόσμο και στην ιστορία της πολιτικής μια εφημερίδα που δεν είναι στην υπηρεσία ενός κινήματος ή μιας πολιτικής ομάδας, αλλά έχει ένα κίνημα και μια πολιτική ομάδα στην υπηρεσία του εκδότη της του Ρινάλντι. Με άλλα λόγια το παράδειγμα του Ρινάλντι που αντιστοιχεί στο παράδειγμα του Λαφαζάνη δεν είναι ένα ακόμα κόμμα αλλά ένα πολιτικά απροσδιόριστο σύνολο που εκφράζεται μέσα από μια "ιδιόκτητη" εφημερίδα.
Αυτά τα δύο παραδείγματα και μια πληθώρα πολιτικών και παραπολιτικών δραστηριοτήτων, που περιστρέφονται ιδεολογικά και πολιτικά γύρω από αυτά τα παραδείγματα συνιστούν από ιδεολογική άποψη τον οπορτουνισμό μετά την χρεοκοπία του οπορτουνισμού και αποτελούν την διατελούσα σε πτωχευτική διαδικασία Αριστερά των οπορτουνιστικών επιτελείων.
Η κατάσταση αυτή είναι απαίσια και οι ηγέτες, όχι μόνο αυτών των δύο παραδειγμάτων αλλά και όλων των γκρουπούσκουλων που έχουν μεταβληθεί σε μικρομάγαζα πολιτικής, έχουν μεγάλες ευθύνες, χωρίς και ο κόσμος που ακολουθεί ή και που δεν ακολουθεί αλλά μάχεται μέχρι και σήμερα αυτά τα σοβαρά ή φαιδρά παραδείγματα να είναι ανεύθυνος. Αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως έχει νόημα η ηθική μομφή για τους ανθρώπους της κοινωνικής βάσης παρά την ευθύνη που έχουν γι αυτή την κατάσταση. Οι δρόμοι του παρελθόντος οδηγούν στον δρόμο του μέλλοντος που είναι ανοικτός για όλους (ακόμα και για τον Ρινάλντι) και η ανύπαρκτη σήμερα αλλά απολύτως ορατή Αριστερά της κοινωνικής βάσης ξεπηδάει ανεπαίσθητα σαν διαλεκτική άρνηση -- σε κάθε συμβάν -- αυτής της απαίσιας ιδεολογικής και πολιτικής κατάστασης και μέσα από την κριτική και την ντε φάκτο αυτοκριτική των συγκροτήσεων που παρουσιάζονται σαν δήθεν τιμητές της "προδοσίας" και της "μετάλλαξης" και σαν μεσσίες "διεξόδου" από την κρίση.
Κλείνω εδώ αυτό το κομμάτι αυτού του κειμένου, ζητώντας την επιείκεια από κάθε αναγνώστη για τα λάθη, τις επαναλήψεις και τις περιττολογίες του. Στα επόμενα κομμάτια θα προσπαθήσω να μιλήσω για την ανάπτυξη της διαλεκτικής άρνησης του οπορτουνισμού και να περιγράψω το νόημα, την δομή και τους τρόπους συγκρότησης της Αριστεράς της Κοινωνικής Βάσης από τους αριστερούς της κοινωνικής βάσης. Θα βοηθούσε πολύ μια κριτική ακόμα και εχθρική στις ιδέες αυτού του κειμένου, θα βοηθούσε πολύ ακόμα και μια επίθεση από τον Ρινάλντι που "θίγεται" από την άποψή μου αλλά τέτοιες πολυτέλειες δεν τις περιμένω.