Πέρασαν κιόλας 18 χρόνια από τον θάνατο (στις 24 του Οκτώβρη 1994) του Γιάννη Χοντζέα. Μέσα στην απίστευτη αθλιότητα του σύγχρονου οπορτουνισμού και τον εφησυχασμό των αριστερών της κοινωνικής βάσης, δεν έχει κανένα νόημα να μιλήσει κανείς γι αυτόν τον άνθρωπο. Ούτε για να του κάνει ένα μνημόσυνο ούτε για να κάνει έναν απολογισμό της προσφοράς του στο επαναστατικό κίνημα. Αυτά θα γίνουν όταν θα υπάρχει κίνημα και θα γίνουν μέσα στον κύκλο των ανθρώπων που θα το προσωποποιούν τότε.
Αυτοί που χρειάστηκε να υπομείνουν την αθλιότητα της λογοκλοπής και την φρίκη της τυμβωρυχίας εις βάρος του, θα χρειαστεί τώρα να υπομείνουν και το αηδιαστικό θέαμα της παρακμής των λογοκλόπων και των τυμβωρύχων. Πρέπει ωστόσο να έχουν υπ' όψη τους πως αυτοί που παρουσιάστηκαν σαν "κληρονόμοι" του Χοντζέα είναι τα αναπόφευκτα δύσοσμα απόβλητα της πολιτικής σύγκρουσης με την οποία εκφράζεται η ιστορική διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού.
Ωστόσο μέσα στο κλίμα της σχιζοφρενικής πολιτικής-ιδεολογικής σύγχυσης δεν έχει νόημα να ασχοληθεί κανείς με την πολυπλοκότητα αυτού του κομματιού της ιστορικής διαδικασίας. Για χάρη όμως των νέων ανθρώπων που έχουν μια περιέργεια για το παρελθόν του αριστερού κινήματος και την θέληση να διατηρήσουν την προσωπική τους αξιοπρέπεια, θα ήθελα να αναφερθώ στην πρώτη μου επαφή με τον Γιάννη Χοντζέα.
Πρέπει να ήταν στα μέσα της Άνοιξης του 1965 (είχαν εκδοθεί τα πρώτα τεύχη της "Αναγέννησης" που ξεκίνησε τον Οκτώβρη του 1964) όταν ο φίλος που, κατά ειρωνική σύμπτωση, με είχε στρατολογήσει στην Νεολαία της ΕΔΑ, μου δάνεισε τα τεύχη που είχαν βγει, να τους ρίξω μια ματιά, με μιά μεγάλη δόση περιφρόνησης για το περιεχόμενό τους. Έχοντας όμως αρχίσει να αντιλαμβάνομαι πως κάτι δεν πάει καλά με την ΕΔΑ και την νεολαία της, ό,τι διάβασα, δεν μου φάνηκε καθόλου άξιο περιφρόνησης και έτσι μετά από μερικές μέρες βρέθηκα να μιλάω για πρώτη φορά με τον Γιάννη στα γραφεία της "Αναγέννησης" στην οδό Θεμιστοκλέους.
Υπάρχουν πολλές ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες σχετικές με την επαφή μου με τον Γιάννη και την ένταξή μου στην "Αναγέννηση. Θα τις παραλείψω για να αναφερθώ σ' αυτό που νομίζω πως είναι η ουσία της συνάντησης.
Ο Γιάννης, με ένα ύφος που έκτοτε με συγκλόνιζε -- επειδή ακριβώς ποτέ δεν έδειχνε την παραμικρή πρόθεση να συγκλονιστεί ο ακροατής του -- μου είπε λίγα λόγια του στυλ: «...εμείς εδώ κάνουμε μιά προσπάθεια να...» και αυτό που μου περιέγραψε ήταν η αρχή του μαρξιστικού-λενινιστικού κινήματος στην ελληνική κοινωνία. Μετά με ρώτησε αν είχα καμιά απορία. Εγώ του ζήτησα να μου εξηγήσει πώς γεννιέται ο ρεβιζιονισμός. Η απάντηση ήταν περίπου: «ο ρεβιζιονισμός γεννιέται σαν διάθεση, μετά γίνεται τάση και καταλήγει να γίνει κατάσταση».
Αυτό που κατάλαβα από τότε ήταν πως ένταξη στην Αριστερά σημαίνει μιά συνεχή αντιρεβιζιονιστική προσπάθεια και κάπως έτσι έφυγα από την νεολαία της ΕΔΑ και εντάχθηκα στην "Αναγέννηση".
Από τότε πέρασε μισός αιώνας. Το μ-λ κίνημα δεν κέρδισε σπουδαία πράγματα από την ένταξή μου σ' αυτό, εγώ όμως νοιώθω πολύ τυχερός για την συνάντησή μου με τον Χοντζέα και με το μ-λ κίνημα. Όχι μόνο γι αυτά που έζησα στον λίγο χρόνο της οργανωτικής μου ένταξης αλλά κυρίως γιατί, ακόμα και στις χειρότερες στιγμές της πολιτικής ζωής μου, ακόμα και απόλυτα απομονωμένος, διατήρησα την εσωτερική ηρεμία μου. Πολύ απλά, γιατί ποτέ δεν σκέφτηκα πως το κίνημα μου υποσχέθηκε κάτι που δεν μου το έδωσε και γιατί ποτέ δεν χρέωσα σε κάποιον άλλο την δική μου ανεπάρκεια.
Αντί να κάνω λοιπόν τον απολογισμό του Γιάννη Χοντζέα, μπορώ να κάνω τον δικό μου απολογισμό στη σχέση μου με τον Γιάννη και το μαρξιστικό-λενινιστικό κίνημα:
Όταν μπήκα στο επαναστατικό κίνημα, ο παλιός ρεβιζιονισμός είχε πια γίνει κατάσταση και η μαρξιστική-λενινιστική φάση του κινήματος βρισκόταν στο ξεκίνημά της. Σήμερα η μαρξιστική-λενινιστική φάση έχει οριστικά τελειώσει και ο σύγχρονος οπορτουνισμός -- που εκφράζεται "ιδανικά" αλλά και κυρίως τροφοδοτείται από αυτόν τον παλιάτσο της Αριστεράς των επιτελείων που είναι ο Ρινάλντι, ξεκόβει και τυπικά από την ιδέα της επαναστατικής κοινωνικής αλλαγής.
Αυτό που έμαθα μέσα στο μ-λ κίνημα είναι ότι η επαναστατική πολιτική έχει φάσεις ακμής και παρακμής. Το επαναστατικό κίνημα όμως, σαν κοινωνικό κίνημα και σαν ιστορικό φαινόμενο που είναι, δεν παρακμάζει. Αντίθετα ακμάζει μέσα από την ακμή της επαναστατικής πολιτικής αλλά ακμάζει κυρίως μέσα από την παρακμή της.
Σήμερα πια δεν μιλάμε για ρεβιζιονισμό που σημαίνει έναν φασιστικό αντιπερισπασμό στο θεωρητικό επίπεδο αλλά για οπορτουνισμό που σημαίνει έναν φασιστικό αντιπερισπασμό στο πρακτικό επίπεδο. Αυτό και μόνο το γεγονός δείχνει καθαρά ότι το επαναστατικό κίνημα όχι μόνο δεν καταστράφηκε αλλά αντίθετα βρίσκεται στην αρχή μιας νέας πρωτόγνωρης ιστορικής του φάσης. Όσο ακριβά κι αν χρειαστεί να πληρώσει η κοινωνία μας την μεταπολεμική ανεπάρκεια της επαναστατικής πολιτικής το επαναστατικό κίνημα θα συντρίψει τον οπορτουνισμό που δεν είναι πια η προφυλακή αλλά η οπισθοφυλακή του φασισμού.
Τελικά ο απολογισμός της πείρας μου από την μ-λ ιστορική φάση του επαναστατικού κινήματος, που έζησα, είναι η βεβαιότητα πως, ό,τι κι αν κάνουν οι "κληρονόμοι" του Γιάννη Χοντζέα, από την πολιτική και ιδεολογική του σκέψη, από το έργο του και γενικά από το παράδειγμά του, τίποτα δεν πάει χαμένο.