Η αφορμή για την επανάληψη μιας παρουσίασης με τον τίτλο: Δύο "σημειώματα του μεταφραστή" στις "νεανικές" Grundrisse του Καρλ Μαρξ, που είχε δημοσιευτεί στις 27 Ιουνίου 2006 μου δόθηκε από το γεγονός ότι ο δαίμων των ιστολογίων βρήκε την ευκαιρία, μέσα στις διαδοχικές αναθεωρήσεις του site, να εξαφανίσει τα κείμενα του Χοντζέα που παρουσίαζα τότε. Θα έπρεπε επομένως απλώς να βρω τα χαμένα κείμενα και να διορθώσω το σφάλμα, στο διάστημα όμως των 13 χρόνων που έχουν μεσολαβήσει από τον Ιούνιο του 2006 έχουν συμβεί σημεία και τέρατα στον πολιτικό χώρο που ήταν από τότε ήδη από τότε κατ όνομα μόνο καί "εξωκοινοβουλευτική" καί "Αριστερά" και την αφορούσαν άμεσα και οι Grundrisse και τα σημειώματα του Χοντζέα. "Τέρατα" γιατί ζούμε στην κατά Γκράμσι εποχή των τεράτων αλλά και σημεία γιατί ζούμε και στην εποχή της αλλαγής των σημείων με την έννοια της σημειολογίας.
Συγκεκριμένα:
Α) Δεν είναι πια μόνο η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά ψεύτικη αλλά ολόκληρη η Αριστερά ανύπαρκτη. Τόσο που και οι ίδιοι οι άνθρωποι της Αριστεράς έχουν αρχίσει να αμφιβάλουν αν έχει νόημα η ύπαρξή τους στην πολιτική ζωή, αν υπάρχει ακόμα στην πολιτική γλώσσα έστω και σαν έννοια η "Αριστερά".
Β) Ένα από τα θραύσματα που προέκυψαν από την ανατίναξη της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς ή αλλιώς από την χρεοκοπία και την πτώχευση του μαρξιστικού λενινιστικού κινήματος, το Μ-Λ ΚΚΕ, αποφάσισε ό,τι μπορεί να αναστυλώσει την χαμένη του αίγλη (την οποία ποτέ δεν απόκτησε) παρουσιάζοντας τον ιδρυτή του τον Ισαάκ Ιορδανίδη σαν "πρωτεργάτη" του επαναστατικού κινήματος (!)
Γ) Η πολιτική ομάδα η οποία ακριβώς με την έκδοση των Grundrisse στα 1982 και 1983, ξεκινούσε την ύπαρξή της σαν Α/συνέχεια και η οποία ήδη τον Ιούνιο του 2006 είχαν αλλάξει όνομα σε Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας (ΚΟΕ) και είχαν πάρει τον δρόμο προς την απάρνηση των ιδεών που περιείχαν τα σημειώματα, μόλις 3 χρόνια μετά, το Μάρτιο του 2009, με την έναρξη και τυπικά της κρίσης επανέκδιδε τις Grundrisse μαζί με τα σημειώματα του Χοντζέα, προσθέτοντας και ένα ακόμα ("εσωτερικής" χρήσης) σημείωμα του Χοντζέα και ένα ("καπελωτικής" χρήσης) σημείωμα της "έκδοσης" προκειμένου να χρησιμοποιήσει του βιβλίο που προέκυψε σαν προίκα - σκαλοπάτι για την είσοδο της στην αρένα του "σάπιου" πολιτικού συστήματος με την λυκοσυμμαχία του ΣΥΡΙΖΑ.
Δ) Η πολιτική ομάδα που έζησε και "διέπρεψε" σαν ΚΟΕ, έχει φτάσει σήμερα στο τέλος του "κομμουνιστικού" της βίου. Οι άνθρωποι που είχαν απομείνει σ αυτήν, συμμετέχουν σήμερα στο χαλαρό σχήμα που παρουσιάζεται σαν ΚΟΕ αλλά λειτουργεί αποκλειστικά σαν προσωπικό μιας εβδομαδιαίας εφημερίδας με το όνομα "Δρόμος της Αριστεράς". Και τέλος ο "Δρόμος" παρουσιάζεται σαν έντυπο - εγχείρημα που ψάχνει να βρει τον λόγο της ύπαρξής του, χωρίς όμως να ξέρει τί είδους λόγος ύπαρξης θα είναι αυτός.
Σε όλα τα παραπάνω ζητήματα (και σε ένα πλήθος άλλων) που πρόκυψαν μέσα από την εξέλιξη των πολύπλοκών σχέσεων της Αριστεράς στο διάστημα των 35 χρόνων από το 1982 μέχρι σήμερα απαντά το σύνολο των 4 κειμένων που παρουσιάζονται. Σε άλλα απαντά το περιεχόμενο των Grundrisse, σε άλλα απαντά η συμμετοχή και συμβολή του Χοντζέα στο γεγονός της έκδοσης και τέλος σε άλλα, στα πιο επίκαιρα και πιο φλέγοντα, απαντούν τα σημειώματα του Χοντζέα.
Νομίζω πως οι παραπάνω σκέψεις δικαιολογούν την εκ νέου παρουσίαση των κειμένων του Χοντζέα. Παραθέτω αμέσως πιο κάτω την παλιότερη παρουσίαση του 2006, και σε άλλα κείμενά μου ελπίζω να καταφέρω να πω την γνώμη μου για τα ζητήματα που πρόκυψαν στο διάστημα που μεσολάβησε από το 2006 μέχρι σήμερα. Χρησιμοποιώντας σαν βοήθεια τα σημειώματα του Χοντζέα.
Κ.Π. Δευτέρα, 13 Μαΐου 2019
* * *
Το κείμενο της πρώτης παρουσίασης οπως αυτό δημοσιεύτηκε την Τρίτη 27 Ιουνίου 2006
Με τον σεμνό τίτλο "Σημείωμα του μεταφραστή", παρουσιάστηκαν από τον Γιάννη Χοντζέα σε δύο διαδοχικές εκδόσεις τον Δεκέμβρη του '82 και τον Απρίλη του '83, η εισαγωγή στις Groundrisse και εκτεταμένα αποσπάσματα από τις Groundrisse. Οι εκδόσεις αυτές στην συγκυρία που παρουσιάστηκαν έχουν ιστορική σημασία και μάλιστα πολλαπλή. Χαρακτηρίσαμε όμως σαν "σεμνά" αυτά τα σημειώματα, γιατί αυτά για την εποχή που γράφτηκαν, είχαν τεράστια πολιτική σημασία. Αποτελούσαν, μπορούμε να πούμε χωρίς κανέναν δισταγμό, αριστουργήματα αριστερού πολιτικού λόγου, σε μια εποχή που το παιχνίδι φαινόταν και φαίνεται ακόμα χαμένο για την Αριστερά. Ο Γιάννης συνήθιζε να λέει και να γράφει πως αν κάποια θέση ή άποψη, στο πλαίσιο της Αριστεράς είχε ληφθεί σοβαρά υπ' όψη τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Φυσικά δεν μιλούσε για δικές του θέσεις ή απόψεις, γιατί καλώς ή κακώς διακρινόταν από μια σπάνια για τότε και απίστευτη για τις μέρες μας σεμνότητα. Αυτή όμως είναι η περίπτωση και για αυτά τα σημειώματα. Αν αυτοί, χάριν των οποίων αυτές οι εκδόσεις είχαν προταθεί και αυτά τα σημειώματα είχαν γραφτεί, τα είχαν πάρει στα σοβαρά υπ' όψιν, θα είχαμε σήμερα μια διαφορετική Αριστερά.
Πρέπει να ομολογήσουμε ότι αυτή η συνήθεια του Γιάννη, να λέει: "αν τότε είχε γίνει αυτό τώρα θα ήταν έτσι", δεν έβρισκε, και δεν βρίσκει ακόμα, σύμφωνο τον γράφοντα. Αλλά μόνο από μια ειδική άποψη, κάποιων πολιτικών παρενεργειών, που δεν έχει νόημα να αναφερθεί εδώ. Άλλωστε αυτή είναι η μόνη διαφωνία που κατάφερε να έχει, ο γράφων, με τον πολιτικό πνευματικό του πατέρα. Αλλά από μια άλλη άποψη, για να τονίσει δηλαδή κανείς την τεράστια σημασία που μπορεί να έχει η υιοθέτηση μιας ιδεολογικής ή πολιτικής θέσης, για την επιτυχία ενός στόχου, ο Γιάννης είχε απόλυτο δίκιο, όταν έλεγε τέτοια πράγματα, και για τα σημειώματα αυτά μπορούμε να πούμε και εμείς τα ίδια. Δεν είναι εύκολο να δοθεί μια πλήρης εξήγηση για τις πιο πάνω επισημάνσεις, αλλά είναι αναγκαίο από πολλές απόψεις σήμερα να προσπαθήσουμε. Ζητάμε επομένως προκαταβολικά συγνώμη από τους αναγνώστες αυτού του σημειώματος για την αδυναμία του γράφοντος να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του θέματος που πιάνει στα χέρια του. Δεν φταίει όμως ο ίδιος αλλά η ιστορία που έχει περίεργους τρόπους να κάνει τη δουλειά της.
Ένα χρόνο πριν από την έκδοση αυτών των κειμένων, το 1981, ο γράφων, ερασιτέχνης στην ποίηση όπως και σε όλα τα άλλα, επηρεασμένος από την καταστροφική και συγχρόνως δημιουργική πολιτική ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής, έγραφε το παρακάτω ποιηματάκι:
Περίεργη που είναι η ζωή!
για χάρη της συνέχειας
γίνονται τόσα άπρεπα πράγματα.
Σε πόσα ανόητα κεφάλια
πατούν οι ιδέες
να περάσουν
Πόση ξεπηδάει ποίηση
από πράγματα
τόσο πεζά
Ακριβώς η ιδέα αυτών των στίχων μπορεί να εξηγήσει την μοίρα αλλά και την τύχη του αριστουργηματικού πολιτικού λόγου αυτών των δύο "σημειωμάτων του μεταφραστή". Η τμηματική έκδοση των Grundrisse έγινε από μερικούς νεαρούς τότε ανθρώπους που αποτέλεσαν, ως ομάδα, ένα από τα θραύσματα που προέκυψαν από την εκρηκτική διάσπαση του το ΚΚΕ (μλ), ενός από τα δύο κομμάτια (το άλλο ήταν το ΜΛ-ΚΚΕ) στα οποία είχε ήδη διασπαστεί η ΟΜΛΕ, απόγονος της προδικτατορικής "αναγέννησης" που αποτελούσε την λεγόμενη τότε Εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Η ομάδα αυτή χάρη στη βοήθεια που της προσέφερε ο Γιάννης, εξελίχθηκε στο πιο σοβαρό κομμάτι της σημερινής λεγόμενης κατ' ευφημισμόν πλέον εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, που έγινε γνωστή αρχικά με το ευρηματικό όνομα Α/συνέχεια και σήμερα λέγεται ΚΟΕ. Τα σημειώματα αυτά ήταν το μητρικό πολιτικό γάλα που έθρεψε αυτή την ομάδα.
Δεν θα αναφερθούμε εδώ παρά μόνο ευκαιριακά στην πολύ ενδιαφέρουσα πολιτική ιστορία αυτής της ομάδας, στις δύο της φάσεις, πριν και μετά από τον θάνατο του Γιάννη. Αυτό θα το κάνουμε με κάποια άλλη στιγμή. Θα πούμε μόνο εδώ, ότι μπορεί κανείς να αναγνωρίσει την καταγωγή της ΚΟΕ, αν προσέξει ότι οι αρχηγοί της έχουν εφαρμόσει ανελλιπώς (βεβαίως με την ανοχή των στελεχών και μελών της) όλες τις στρεβλώσεις της επαναστατικής μαρξιστικής πολιτικής, ιδεολογίας και φιλοσοφίας που στηλιτεύονται σ' αυτά τα δύο σημειώματα.
Τα κείμενα όμως αυτά υπάρχουν ακόμα. Χάρη σ' αυτά τα κείμενα επιβιώνει η ΚΟΕ και όχι μόνο αυτή, αλλά και άλλες πολιτικές ομάδες της Αριστεράς που δεν θα διαλυθούν πριν οι ιδέες που μεταφέρθηκαν μέχρις εδώ από αυτά τα "ανόητα κεφάλια", για δυόμισι δεκαετίες, πατήσουν σε νέα κεφάλια που να περιέχουν υγιέστερα μυαλά. Στην σημασία, άλλωστε των ιδεών που περιέχονται σε αυτά τα κείμενα, οφείλει την επιβίωσή του και ο γράφων παρ' όλη την επιμονή του να εκφράζει απόψεις εντελώς δυσάρεστες στο πνευματικό περιβάλλον της εποχής μας και μάλιστα να επιβιώνει σε ένα περιβάλλον τόσο νοσηρό ακόμα και για πολύ υγιέστερους χαρακτήρες από τον δικό του. Φυσικά ούτε η ΚΟΕ, ούτε ο γράφων, ούτε κανένας άλλος από αυτούς που ασχολούνται με "τα κοινά", ζουν έχοντας συνείδηση της ιστορικής λειτουργίας που επιτελούν. Έχουν πολύ πιο απτούς και συγκεκριμένους στόχους και κίνητρα στην επιλογή της καθημερινής τους πρακτικής. Φαίνεται δηλαδή ότι η ιστορία δεν είναι τόσο παράξενη στις μεθόδους της όσο τους νομίζουν οι ιστορικοί που την περιγράφουν.
Είπαμε ήδη έμμεσα, ότι τα κείμενα αυτά του Γιάννη Χοντζέα που δημοσιεύονται σήμερα στις Σελίδες Κριτικής δεν ήταν μόνο για την εποχή που δημοσιεύτηκαν σπουδαία αλλά είναι ακόμα πιο σπουδαία σήμερα. Οι κοινωνικοί όροι υπό το φως των οποίων γράφτηκαν, κυρίως σε ό,τι αφορά την αυτοματοποίηση σήμερα είναι απολύτως ξεκαθαρισμένοι. Ας μην ξεχνάμε ότι οι εφαρμογές της πληροφορικής το 1982 ήταν ακόμα υπό διερεύνηση και μάλιστα σε επίπεδο διεύθυνσης της παραγωγής, ενώ σήμερα έχουν και αυτές κοινωνικοποιηθεί πλήρως τόσο ώστε το γεγονός ότι εφτά στους δέκα Έλληνες δεν χρησιμοποιούν το ίντερνετ να φαίνεται σχεδόν αναλφαβητισμός. Η κεντρική ιδέα αυτών των κειμένων ήταν να προβάλλουν την αδιάλειπτη συνέχεια στην έννοια της επικαιρότητας του κομμουνισμού όπως αυτή προέκυπτε από το νεανικό έργο του Μαρξ, που για την εποχή εκείνη φαινόταν προφητικό ή, για άλλους, παραληρηματικό. Σήμερα όμως τα κείμενα του Γιάννη δείχνουν, πολύ ζωντανά, ότι το έργο αυτο του Μαρξ μαζί με όλα τα άλλα, δεν αποτελούν μόνο την βάση για την ερμηνεία της ιστορίας της κοινωνίας αλλά και την βάση για την ερμηνεία της ιστορίας των ερμηνευτικών προσεγγίσεων της ιστορίας.
Ο πρώτος λόγος επομένως που έχουμε να δημοσιεύσουμε αυτά τα κείμενα είναι ενόψει των σημαντικών προσπαθειών, που βρίσκονται σε εξέλιξη σήμερα, για την ανασύνταξη του ιστορικοπολιτικού λόγου. Στα σημειώματα ο Γιάννης μιλάει κυρίως για πολιτικούς που συμμετέχουν σε μια ανάλογη τοτινή ανασύνταξη καθοδηγούμενοι από διάφορες ακαδημαϊκές σχολές "επεξεργασίας" ή ανατομίας του μαρξισμού (Φρανκφούρτη κ.λπ.). Σήμερα όμως βλέπουμε ότι ακόμα και στην πτωχή Ελλάδα η πολιτική έχει περάσει στα χέρια των πανεπιστημιακών, οι οποίοι όχι μόνο αγωνίζονται να κατασκευάσουν έναν νέο εξουσιαστικό πολιτικό λόγο, αλλά και επανδρώνουν πρακτικά όλους τους μηχανισμούς πολιτικής καταπίεσης και χειραγώγησης του κοινωνικού σώματος, χωρίς βέβαια να ξέρουν, ως πρόσωπα, σε ποια χρεοκοπία οδηγούνται μέσα από αυτή την εξουσία που "απρόσμενα" τους χαρίζεται. Ούτε ξέρουν φυσικά σε ποια χέρια θα οδηγηθεί τελικά ο μηχανισμός ο οποίος χτίζεται με τούβλα τις "αυθεντίες" τους.
Ο δεύτερος λόγος είναι ενόψει των συγκεκριμένων στόχων των παραπάνω προσπαθειών, που είναι η πολιτική ερμηνεία, πρώτα της δεκαετίας του 40 που έχει ήδη πάρει το δρόμο της, και μετά της δεκαετίας του 60, που λόγω ειδικών δυσκολιών μεθοδεύεται ήδη πολύ προσεκτικά από την αφετηρία της. Όταν γράφονταν αυτά τα σημειώματα από το Γιάννη οι προσπάθειες που είχαν ξεκινήσει στη δεκαετία του 60, για την αστικοποίηση της αριστεράς είχαν πια ολοκληρωθεί και η απόπειρα αποτροπής της καταστροφής του κομμουνιστικού κινήματος, της οποίας ο ίδιος, αποτέλεσε την ιδεολογική ψυχή, είχαν σ' αυτή τη φάση αποτύχει, με τη διάλυση του μαρξιστικού λενινιστικού κινήματος να βάζει την σφραγίδα σ' αυτή την αποτυχία. Η αισιοδοξία που είναι έκδηλη στα κείμενα αυτά φαίνεται να στηρίζεται, για την επιβεβαίωση της, στους μελλοντικούς αγώνες των νεαρών που, όπως είπαμε, εξέδωσαν τις Grundrisse. Στην πραγματικότητα όμως η αισιοδοξία του Γιάννη στηριζόταν στην πεποίθηση που εκφράζει η παρακάτω φράση
«Βέβαια, ανεξάρτητα από τις προθέσεις και τις σκοπιμότητες όσων οργανώνουν και πραγματοποιούν "καθιερωμένους" και "καταξιωμένους" γιορτασμούς, σεμινάρια κ.α. για την 100τηρίδα [από το θάνατο του Καρλ Μαρξ], το ίδιο το γεγονός αυτό υπογραμμίζει πως δεν μπορεί κανένας σήμερα να απαλλαγεί από το "φάντασμα του κομμουνισμού", είτε αυτός είναι κηρυγμένος διώχτης και εξορκιστής του, είτε διαλαλητής και μάλιστα βροντερός αυτού που ονομάζεται "υπαρκτός σοσιαλισμός".»
Σήμερα δεν έχουμε απλώς προ οφθαλμών την προσπάθεια κάποιων να εκμεταλλευτούν, αρνητικά ή θετικά, τον Μαρξ ως συμβολικό πρόσωπο της επανάστασης, προκειμένου να θεραπεύσουν τις δικές τους σκοπιμότητες. Έχουμε την προσπάθεια να ξαναστηθεί ένας ζωντανός Μαρξ, πάνω στην βάση ενός πεθαμένου Μαρξ. Για παράδειγμα, οι υποτιμούμενοι (κακώς) από την ανασφαλή υπαρκτή Αριστερά, "αναθεωρητές της ιστορίας", λες και η ιστορία δεν χρειάζεται συνεχή αναθεώρηση, την μια στιγμή θριαμβολογούν για τον "θάνατο" του κομμουνισμού και την άλλη στιγμή επιδεικνύουν ένα καινούργιο ερευνητικό προσωπικό, οπλισμένο με μια φρέσκια μεθοδολογία, στο οποίο μάλιστα δίνουν διαστάσεις κινήματος. Ενός κινήματος που φαίνεται να βγαίνει από άποψη φυσιογνωμίας και μεθόδων, από μια σχολή μαρξιστικής ιστοριογραφίας. Απομυθοποίηση της ιστορίας, προφορική ιστορία, ανώνυμοι πρωταγωνιστές της ιστορίας, νέοι ιστορικοί επιστήμονες ... αν μερικοί από τους ανώνυμους πρωταγωνιστές της ιστοριογραφίας, δεν επεδείκνυαν τόσο πρόθυμα την αλαζονεία του παλιού επώνυμου σκοταδιστή του πανεπιστημίου, θα νόμιζε κανείς ότι τα συνέδρια για την ιστορία είναι η συνέχεια των παλιών κομματικών συνεδριών.
Τα κείμενα αυτά του Γιάννη, γραμμένα σε μια τόσο σκοτεινή γωνιά της κοινωνικής εξέλιξης, όπως ήταν τα χρόνια γύρω στο 80, φωτίζουν άπλετα την σημερινή πολιτική συγκυρία. Ο Γιάννης στις αντίξοες συνθήκες που βρέθηκε εκείνη την εποχή, είχε το κουράγιο για ένα "νέο ξεκίνημα", αισιόδοξος για ένα μέλλον που για όλους προοιωνίζονταν ζοφερό. Ήταν από καιρό απομονωμένος, στην "δίαιτα" όπως έλεγε ο ίδιος, μέσα στον κλοιό που απεργάστηκαν τα "έμπειρα" πρόσωπα του "οικείου" του και εξοικειωμένου στις ίντριγκες, αριστερού εξωκοινοβουλευτικού περιβάλλοντος, περιτριγυρισμένος από μερικούς νεαρούς που είτε είχαν από τότε προφανείς φιλοδοξίες "ανόδου", είτε ήταν απλώς "διαμορφωμένοι" μέσα στο καταστροφικό πολιτικό κλίμα της δεκαετίας του 70. Για του τελευταίους ο ίδιος ο Γιάννης έλεγε "κομψά" ότι δεν έχουν (και δεν απόκτησαν ποτέ μέχρι σήμερα) ενιαία πολιτική αντίληψη. Είχε ωστόσο το κουράγιο να γράφει, σε πέντε αντίγραφα με καρμπόν (δεν υπήρχαν τότε φωτοαντίγραφα), ένα κείμενο 353 σελίδων που θα είχε, στην καλύτερη περίπτωση, καμιά 20αριά πιθανούς αναγνώστες.
Για να καταλάβει ο δικός μας αναγνώστης το κλίμα μέσα στο οποίο ο Γιάννης αισιοδοξούσε, αναφέρουμε ότι το κείμενο για το οποίο μιλάμε, το προλόγισε ο ίδιος με το εξής διαφωτιστικό και συγχρόνως μυστηριώδες σημείωμα:
Οι σημειώσεις αυτές αποτελούν προσπάθεια συγκέντρωσης απόψεων που έχουν διατυπωθεί στα δεκαπέντε περίπου χρόνια που έχουν περάσει. Η αδυναμία προσφυγής στα γραφτά εκείνα, που θα είχαν το αποτύπωμα του χρόνου που γράφτηκαν, για λόγους που δεν οφείλονται στη διάθεση του συντάκτη αλλά στην πρακτική της "απομυθοποίησης" του παρελθόντος που εφαρμόζεται συστηματικά τα τελευταία 5-6 χρόνια, υποχρέωσε σε μια οδυνηρή προσπάθεια ανασύνθεσης από μνήμης όλου αυτού του υλικού. Στην πορεία της σύνταξης του γραφτού αυτού υπήρξε η πολύ ευχάριστη έκπληξη πως πολλές όμοιες διατυπώσεις υπάρχουν σε κείμενα πολλών ανθρώπων σε διαφορετικές χώρες που για τον συντάκτη είναι πολύ μακρινοί και άγνωστοι "φίλοι". Επομένως αν και πολλές διατυπώσεις θυμίσουν διατυπώσεις των μακρινών και αγνώστων φίλων, ας καταλογιστεί εις βάρος του συντάκτη. Είναι ευχάριστο να διαπιστώνει κανείς πως σε διαφορετικά μέρη, σε διαφορετικές χώρες, πολλοί άγνωστοι μεταξύ τους σκέπτονται με τον ίδιο τρόπο.
Η πρακτική της "απομυθοποίησης" του παρελθόντος συνιστάται στο ότι το "οικείο" περιβάλλον χρησιμοποιώντας τον "συγκεντρωτισμό" της αριστεράς είχε εξαφανίσει τα κείμενα στα οποία Γιάννης αναφέρεται. Οι μακρινοί και άγνωστοι "φίλοι", που σκέφτονταν με τον ίδιο τρόπο, είχαν προκύψει από την κυκλοφορία των εξαφανισμένων κειμένων σε διάφορες συναντήσεις στο εξωτερικό με την υπογραφή αυτών που "απομυθοποιούσαν" το παρελθόν για να μυθοποιήσουν το δικό τους παρόν.
Τα πράγματα σήμερα φαίνονται απείρως δυσκολότερα, επειδή οι τεχνικές και οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα, επαρκούν για την εκκόλαψη πολλών νέων αναμορφωτών του παρελθόντος και του μέλλοντος. Στην πραγματικότητα, η αφθονία των οικονομικών και τεχνικών μέσων, για χάρη της εξουσίας, εκτρέφει μόνο ένα παρασιτικό στρώμα επίδοξων συμβούλων και διευθυντών που αντί να ενισχύουν, απομυζούν και αδυνατίζουν ακόμη περισσότερο το απισχνούμενο σώμα του εξουσιαστικού δικτύου. Το περίσσευμα των μέσων διοχετεύεται αναγκαστικά από την αγορά σε ένα πλατύ κοινό, το οποίο σήμερα όπως έλεγε τότε ο Γιάννης «δεν έχει απορρίψει ακόμα τα ιδεολογικά δεσμά που συγκρατούν το δυναμισμό της, δεν έχει ακριβώς γι αυτό συνειδητοποιήσει πως αυτή αποτελεί την ελπίδα για να πάρει άλλη τροπή η εξέλιξη των πραγμάτων σε διεθνή κλίμακα.» Είναι επίσης αλήθεια ότι και σήμερα «έτσι συχνά χαλκεύονται νέα ιδεολογικά δεσμά, στο όνομα ακριβώς της απόρριψης κάποιων ιδεολογικών δεσμών, όπως αναφέρθηκε προηγούμενα.». Αλλά αυτό το σημερινό "ακόμα" είναι εντελώς απίθανο να κρατήσει άλλα 25 χρόνια!
Η φλυαρία της πολυφωνίας που τα σημερινά μέσα έκφρασης δίνουν την δυνατότητα να αναπτυχθεί, αποτελεί τη νέα μορφή λογοκρισίας. Αυτή είναι πράγματι πολύ αποτελεσματικότερη από την απαγόρευση του πολιτικού λόγου που εξασφάλιζε η μετεμφυλιακή νομοθεσία. Αλλά είναι πολύ πιο προσωρινή γιατί έχει τολμήσει θέλοντας και με τα ερωτήματα που πραγματικά τίθενται και η επαφή αυτή γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη για το διευρυμένο συστήματος εξουσίας που την επιχειρεί. Το παράδειγμα της τόσο εύκολης δυνατότητας προβολής των σημειωμάτων αυτών που γράφτηκαν πριν από 25 χρόνια είναι ενδεικτικό παράδειγμα της προοπτικής που ανοίγεται μπροστά στην κοινωνική σκέψη. Η δυναμική των απαντήσεων που δίνουν, υπερβαίνει σαφώς τις αδύναμες απαντήσεις που προσπαθούν να μηχανευτούν στους "βαρύνοντες" λόγους τους, οι σημερινοί "καθιερωμένοι" και "καταξιωμένοι" χειριστές της ιστορίας και της πολιτικής, στα ίδια ερωτήματα, που μέχρι σήμερα προσπαθούσαν να αποσιωπήσουν. Αφού αναγκάστηκαν να ανοίξουν τον Ασκό του Αιόλου που συνιστά η δεκαετία του 60, η οποία δεν έχει το άλλοθι της "εθνικότητας" του πολιτικού αγώνα, που έχει η δεκαετία του 40 με την αντίσταση, αργά ή γρήγορα θα αναγκαστούν να πιούν και το πικρό ποτήρι της "καταξιωμένης" απαξίωσής τους.
Ο τρίτος λόγος που έχουμε στην δημοσίευση αυτών των κειμένων, είναι ότι δίνουν, φωτίζοντας το περιεχόμενο του νεανικού έργου του Μαρξ, το μέτρο της πραγματικής σημασίας της μετάβασης προς τον κομμουνισμό, που αποτέλεσε ή δεν αποτέλεσε ο σοσιαλισμός, αλλά και το μέτρο της πραγματικής σημασίας των "γκρεμισμάτων" του "υπαρκτού" σοσιαλισμού και του υποτιθέμενου "θανάτου" του κομμουνισμού που άρχιζε όταν γράφονταν αυτά τα σημειώματα. Με άλλα λόγια τα γραφτά αυτά του Γιάννη Χοτζέα (και τα άλλα βέβαια που είναι ακόμα άγνωστα στο κοινό που θα είχε ενδιαφέρον για την ιστορία της ελληνικής αριστεράς) αποδεικνύουν ότι οι μοναδικές επαναστατικές ιδέες που επέζησαν του ορυμαγδού της μεταπολίτευσης δεν είναι αυτές οι "βολικές" της 17Ν και των άλλων πολιτικών κινήσεων που συγκροτήθηκαν στη βάση μιας "αντισταλινικής" επαναστατικότητας. Το γεγονός ότι οι ιδέες αυτές αποσιωπήθηκαν κυρίως από τους συνεχιστές τους δεν σημαίνει ότι έπαψαν να υπάρχουν. Τα κείμενα αυτά, κατά συνέπεια, ακόμα και αν δεν είχαν καμία άλλη χρησιμότητα, αποδεικνύουν τουλάχιστον πως το νόημα των πραγμάτων, δεν υπάρχει στα μυαλά αυτών που ερευνούν τα πράγματα αλλά στα ίδια τα πράγματα. Ο Γιάννης σ' αυτά τα κείμενα, όπως και σε πολλά άλλα, υπογραμμίζει πως ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία, αργά ή γρήγορα, αποκτά στην συνείδηση των ανθρώπων τη θέση και το όνομα που πραγματικά έχει. Ότι δηλαδή δεν είναι στο χέρι κανενός να αποκαλύψει ή να κρύψει το γεγονός της ιστορίας, αποκαλύπτοντας ή κρύβοντας τα γεγονότα της ιστορίας.
Ο τέταρτος λόγος για τη δημοσίευση αυτών των κειμένων είναι ο διαχωρισμός της πολιτικής από την ιστορική λειτουργία και σημασία των πολιτικών πράξεων. Όπως είπαμε και στην αρχή, τα κείμενα αυτά δημοσιεύτηκαν και έφτασαν μέχρι σήμερα τυπικά μέσα από την πολιτική δραστηριότητα της ομάδας της Α/συνέχειας που σήμερα ονομάζεται ΚΟΕ. Η ιστορία του μαρξιστικού λενινιστικού κινήματος δεν έχει γραφτεί ακόμα και στον ελληνικό χώρο έχει επεκταθεί προς το παρελθόν η σημερινή ελεεινή κατάσταση των οργανώσεων που υποτίθεται ότι αναφέρονται στον μαρξισμό λενινισμό. Η ιστορία της ΚΟΕ έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ακριβώς για τη συνέδεσε την ύπαρξη της και τον βίο της με τον Γιάννη Χοντζέα. Το ενδιαφέρον έγκειται στο γεγονός πως όλες οι προσπάθειες που έχουν κάνει οι ηγέτες αυτής της οργάνωσης να αποδείξουν ότι έχουν την δυνατότητα να κάνουν "δική τους" πολιτική, "ανεξάρτητη" από την κληρονομιά του Γιάννη, έχουν πάει στον βρόντο. Έχουν επιχειρήσει συμμαχίες καθ' όλους τους δυνατούς συνδυασμούς με άλλες παρόμοιες δυνάμεις της αριστεράς, που διαλύθηκαν εν τη γενέσει τους. Έχουν επινοήσει πολιτικά συνθήματα που νόμιζαν ότι θα "πιάσουν", που ξέφτισαν πριν ακόμα κυκλοφορήσουν. Έχουν δώσει στον εαυτό τους τίτλους μεγαλεπήβολους που γελοιοποιήθηκαν γίνουν γνωστοί. Κι όμως επιβιώνουν ακόμα επειδή καταφεύγουν κάθε φορά στην πραγματική πηγή της δύναμής τους, στις ιδέες στις οποίες είχαν την τύχη ή την νεανική εξυπνάδα να προσφύγουν αρχικά: Στις ιδέες των οποίων "έτυχε" να είναι φορέας ο Γιάννης Χοντζέας.
Αξίζει τον κόπο να επιμείνουμε λίγο στον 26χρονο βίο αυτής της πολιτικής ομάδας γιατί αυτή σημαδεύεται -- αλλά πολύ καθαρά -- από μια αντίφαση που σημάδεψε την ιστορία του μαρξιστικού λενινιστικού κινήματος και λίγο - πολύ την ιστορία της Αριστεράς. Στο κέντρο της σημερινής ΚΟΕ, παραμένει σταθερά ένα άτομο - αρχηγός από τον οποίο ξεκινάει κάθε προσπάθεια συγκρότησης μιας αρχηγικής οργάνωσης και κάθε προσπάθεια εξόδου από την βαριά σκιά της κληρονομιάς των ιδεών του κομμουνιστικού κινήματος που μεταφέρθηκε μέσω του Γιάννη στις νεότερες γενιές των μελλών της. Το ίδιο άτομο αναγκάζεται, μετά την προδιαγεγραμμένη αποτυχία της εξόδου, να γυρίσει σαν βρεγμένη γάτα, στο θησαυρό αυτών των ιδεών, που είχε η ομάδα την τύχη να κληρονομήσει και την ατυχία να σπαταλάει σε γελοίες επιδείξεις πολιτικής "αυθεντίας" του "ισόβιου" αρχηγού της. Από την άλλη μεριά όμως η σταδιοδρομία της ίδιας ομάδας χαρακτηρίζεται από την προσέλκυση νέων ατόμων που παρακάμπτουν -- κακώς την παρακάμπτουν, αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα -- τη γελοιότητα της "πρωτότυπης" πολιτικής του "αρχηγού" κάτω από την γοητεία που ασκούν επάνω τους οι ιδέες που πέρασαν σ' αυτούς, μέσα από την προσέγγιση του Γιάννη από τον αρχηγό και δεν ξεθωριάζουν από τα διαδοχικά "ξεπλύματα" που τους επιφυλάσσει η πολιτική μεγαλοφυΐα του "αρχηγού".
Έχουμε λοιπόν τελικά την πορεία μιας οργάνωσης που έχει σαν ορόσημα την προβολή, πρωτότυπων (με την έννοια του εκσυγχρονισμού) απόψεων, θέσεων, κειμένων του Γιάννη Χοντζέα (σ' όλα αυτά θα αναφερθούμε συστηματικά σε κάποια άλλη ευκαιρία) ανάμεσα στις οποίες ξεθωριάζουν, ευεργετικά για τους δράστες, πρωτοβουλίες που προσπαθούν μάταια να ακυρώσουν την πολιτική σημασία των ιδεών - ορόσημων, τις οποίες το ίδιο το "αρχηγικό περιβάλλον" κάθε φορά προβάλλει, για να ξελασπώσει από την προηγούμενη λούμπα. Ολοφάνερες πολιτικές λούμπες όπως η συμμαχία με την οργάνωση του ΜΛ-ΚΚΕ που άνοιξε τον χορό των διασπάσεων στο Μαρξιστικό Λένινιστικό κίνημα, η κίνηση για την ενότητα της αριστεράς και την δημιουργία του "αριστερού" πόλου, με τους απογόνους του "ρεβιζιονισμού" ο αγώνας κατά του οποίου υπήρξε ο λόγος ύπαρξης της "αναγέννησης".
Ο πέμπτος λόγος και τελευταίος, για το παρόν κείμενο, που έχουμε για να προβάλουμε αυτά τα δύο κείμενα είναι γιατί με την στροφή που επιχειρείται στην ιστορία της δεκαετίας του '60, αργά ή γρήγορα θα χρειασθεί να εξηγηθεί η ανεξήγητη προς το παρόν εξαφάνιση της αριστεράς από το προσκήνιο της πολιτικής ζωής στην χώρα μας. Και η εξήγηση δεν μπορεί να δοθεί ερήμην της πραγματικής διάσπασης κομμουνιστικού κινήματος για την οποία είναι υπεύθυνη ολόκληρη η ηγεσία της σημερινής διαλυμένης πλέον Αριστεράς. Η ηγεσία αυτή επικράτησε, μετά από μια άγρια εσωτερική μάχη που διήρκεσε σε όλη τη δεκαετία του 40 και συνεχίστηκε, ανοιχτά πια, μετά τον θάνατο του Στάλιν, στη μέση της δεκαετίας του 50 και για την οποία κανένας από τους αριστερούς "ερευνητές" της πολιτικής ιστορίας δεν έχει πει μέχρι στιγμής την παραμικρή λέξη. Σ' αυτή τη μάχη ο Γιάννης Χοντζέας υπήρξε ο "άγνωστος πρωταγωνιστής" σε έναν ρόλο για τον οποίο ποτέ δεν θα ενδιαφερθούν ούτε οι "αναθεωρητές" της "εθνικής" πολιτικής μας ιστορίας, ούτε οι "θεματοφύλακές" της.
Μέσα όμως από αυτά τα κείμενα, καθώς και από όλα τα άλλα κείμενα του Γιάννη προβάλλει ένας ιδιόρρυθμος χαρακτήρας "πολιτικού προσώπου" που είναι ο ίδιος ο συγγραφέας τους. Χωρίς την μελέτη αυτού του χαρακτήρα, στοιχεία του οποίου υπάρχουν σε πολλούς σύγχρονους και παλαιότερους πολιτικούς της αριστεράς, αλλά στον Γιάννη συγκεντρώνονται προνομιακά και τον καθιστούν ένα σχεδόν συμβολικό πρόσωπο, ένα πρότυπο Έλληνα Μπολσεβίκου, δεν θα μπορέσει να καταλάβει κανείς το πολιτικό παιχνίδι που παίχτηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του 40 και την συνέχεια του μέσα στις επόμενες δεκαετίες με ιδιαίτερη βαρύτητα στις δεκαετίες του 60 του 80 και κατά τη γνώμη του γράφοντος στη δεκαετία που βιώνουμε σήμερα. Πρόκειται για ένα παιχνίδι προοπτικής που είτε παίζεται στο ταμπλό της ιστορίας είτε στο ταμπλό της πολιτικής, αφορά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και όλες τις κοινωνίες του κόσμου, που κατά τον πιο "παράδοξο" τρόπο ενώνονται σήμερα σε μια πραγματικά παγκόσμια κοινωνία.
Κατά τον τρόπο που περιγράφει η "προφητεία" ή το "παραλήρημα" του νεαρού Μαρξ που αποτελούν οι Grundrisse και κατά τον τρόπο που υπογραμμίζεται από τα "σημειώματα του μεταφραστή" Γιάννη Χοντζέα. Ενός ανθρώπου που συνήθως έγραφε ανώνυμα και τα γραφτά του πήγαιναν εδώ και εκεί, και που είχε το μεγαλείο όταν χρειάστηκε να υπογράψει, σε μια εποχή που στο κίνημα με το οποίο είχε συνδέσει τη ζωή του, έχανε η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα, υπέγραψε αυτά τα σημειώματα με ένα απλό γ.χ., με πεζά γράμματα.