Όταν, το φθινόπωρο του 2015, το μνημονιακό "πείραμα" κατέληξε στην κυβέρνηση Τσίπρα - Καμένου, δεν έμεινε καμιά αμφιβολία για την αλήθεια, πως η πολιτική κατάσταση δεν αλλάζει με εκλογές, ούτε προς το καλύτερο ούτε προς το χειρότερο. Αντίθετα αποδείχτηκε, το εντελώς γνωστό, πως η κυβέρνηση προσαρμόζεται στις αλλαγές που έχουν ήδη επέλθει.
Και όμως, βλέπουμε σήμερα τον κόσμο της κοινωνικής βάσης να "τσιμπάει" στην "αγωνιώδη" προεκλογική έκκληση να συστρατευθεί ή με τις "δυνάμεις του φωτός" ή με τις "δυνάμεις του σκότους". Με την κάθε παράταξη να αυτοπροβάλλεται σαν ήλιος λαμπρός και να παρουσιάζει την άλλη σαν σκοτεινή μαύρη τρύπα. Αυτές οι παρατάξεις που στην ουσία τους αποτελούν ένα μείγμα αδιαχώριστο, μέσα στο οποίο διακρίνονται, μόνο τα ονόματα των αρχηγών τους.
Σε μια εποχή όπου οι μεγάλοι ηγέτες -- λαοπρόβλητοι ή λαομίσητοι -- έχουν γίνει οριστικά και αμετάκλητα μακρινό παρελθόν, παρουσιάζεται στην ελληνική πολιτική σκηνή το δίπολο Τσίπρας - Μητσοτάκης, σαν το δίπολο Βενιζέλου - Βασιλιά, του οποίου όμως οι διαφορές δεν θα λυθούν μέσα από πολέμους και καταστροφές αλλά μέσα από μια λεκτική αντιπαράθεση στο κοινοβούλιο.
Και όμως, οι ψηφοφόροι φαίνεται να έχουν πάρει στα σοβαρά τις ευρω-δημο-εκλογές που επίκεινται. Εκλογές στις οποίες κάποτε όλοι, είτε εκτονώνονταν ανέξοδα είτε απλώς έκαναν, επίσης ανέξοδα, την πλάκα τους, ξέροντας πως ο δρόμος των "εκπροσώπων" τους είναι προκαθορισμένος, τόσο στην κοινότητα της Άνω Ραχούλας όσο και στην κοινότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι ψηφοφόροι φαίνονται να τα έχουν χαμένα. Οι μεν θα ψηφίσουν Μητσοτάκη γιατί φοβόνται τον Τσίπρα, οι δε θα ψηφίσουν Αλέξη γιατί δεν μπορούν να ανεχθούν τον Κούλη. Ωστόσο η ελληνική κοινωνία δεν είναι το άθροισμα ανθρώπων που τα έχουν χαμένα. Σαν άνθρωποι σωστά τα έχουμε χαμένα, γιατί ούτε στον τομέα της οικονομίας, ούτε στον τομέα της πολιτικής μπορούμε να βρούμε κάτι που πρέπει να αλλάξει και μπροστά στην πολιτιστική αλλαγή που χρειάζεται δεν ξέρουμε τί πρέπει να αλλάξει.
Εντελώς επίκαιρα, οι εκλογές δίνουν την ευκαιρία στον μεν θίασο των υποψηφίων στην πολιτική σκηνή να ξαναπαίζει ένα έργο από καιρό παρωχημένο, στον δε θίασο των ψηφοφόρων στην σκηνή της κοινωνικής βάσης να παίζει ένα έργο προσαρμογής στην πολιτιστική πραγματικότητα της εποχής. Η αντιπαράθεση των δύο θιάσων! αυτή είναι η χρησιμότητα των άχρηστων εκλογών, τόσο στην κοινότητα της Άνω Ραχούλας όσο και στην κοινότητα της Ευρώπης.