Σαν καλλιτεχνικό δημιούργημα, η ταινία του Γαβρά «ενήλικες στο δωμάτιο» είναι επιεικώς μέτρια, κι αν ο θεατής δεν ξέρει τα πραγματικά συμβάντα, δεν καταλαβαίνει ποια είναι η υπόθεσή της. Τί μπορεί να πει λοιπόν κανείς για μια ταινία για την οποία το πολιτικοποιημένο (και άμεσα ενδιαφερόμενο) ελληνικό κοινό ουσιαστικά αδιαφόρησε, ενώ το ευρωπαϊκό κοινό, όπως λένε, την "λάτρεψε", όπως άλλωστε "λάτρεψε" και το βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη; Και πως να αντιμετωπίσει κανείς αυτή την ταινία; Σαν αποκαλυπτική καλλιτεχνική δημιουργία ή σαν δραματοποιημένη πολιτική καταγγελία;
Προφανώς η ίδια η ταινία "ήθελε" να είναι και τα δύο, μια ταινία και καλλιτεχνική και πολιτική. Έγινε όμως μια ανούσια καλλιτεχνική και πολιτική σαλάτα, που καταλήγει, "εν χορώ", στο συμπέρασμα που ακούγεται χρόνια τώρα, από όλα τα στόματα, σε όλες τις περιπτώσεις: «δεν γίνεται τίποτα, είμαστε χαμένοι από χέρι, το μέλλον είναι ανύπαρκτο»; Δεν βγαίνει επομένως κανένα νόημα, ούτε από την πλευρά της τέχνης ούτε από αυτήν της πολιτικής και ούτε λύνεται το μυστήριο της ανισόβαρης υποδοχής της.
Νόημα βγαίνει μόνο αν αντιμετωπιστεί η ταινία όχι σαν περιγραφή "συμβάντων" αλλά σαν ένα από τα "συμβάντα" και τα "συμβαίνοντα" σε όλη το διάστημα της εποχής μας. Μαζί με όσα πραγματικά έγιναν, μαζί με όσα οδήγησαν στην κατασκευή της, μαζί με όσα περιγράφονται, μαζί με το πώς περιγράφονται, μαζί με όσα ακολούθησαν την προβολή της, μαζί, τελικά, με όσα συμβαίνουν την ώρα που συζητάμε. Και όλα αυτά όχι στην στατική τους εικόνα αλλά στην δυναμική της εξέλιξής τους.
Τότε και μόνο το ανεξήγητο των αντιφάσεων εξηγείται και το νόημα βγαίνει αβίαστο: η ταινία του Γαβρά είναι ένα εύγλωττο τεκμήριο, ένα χαρακτηριστικό κομμάτι από το "τερατώδες" παζλ της εποχής μας. Γιατί ζούμε βεβαίως στην δική μας εποχή των τεράτων, όπως την εννοεί ο Αντόνιο Γκράμσι, αλλά σε μια εποχή τεράτων 3ης γενιάς. Ζούμε μια 3η τερατογένεση, μετά την 2η που περιέγραψε ο Γκράμσι και την 1η που δεν την περιέγραψε κανείς.
* * *
Με την λογική του Αντόνιο Γκράμσι τα "τέρατα" εμφανίζονται στα περάσματα της ιστορίας, από μια εποχή που "φεύγει" σε μια εποχή που "έρχεται". Η λογική παραμένει ίδια, αλλά τα "τέρατα" εξελίσσονται, το "παλιό" που φεύγει είναι αυτό που ήταν "καινούριο" στην προηγούμενης εποχής και το "καινούριο" που έρχεται είναι το "άγνωστο" που πρέπει να αποκαλυφθεί. Το αίνιγμα του "καινούριου" της δικής μας εποχής έχει -- επί ποινή θανάτου -- ήδη τεθεί από την "σφίγγα" που φυλάει το δικό μας πέρασμα και είναι ακόμα άλυτο.
Η ταινία του Γαβρά, όσο και το βιβλίο του Βαρουφάκη, οδηγεί στις "κλειδαρότρυπες" των δωματίων όπου συναντιόνται και αντιμάχονται τα μέλη των ετερόκλιτων "ελίτ" της εποχής μας. Αυτό που ήθελε η σκηνοθεσία του Γαβρά, ήταν να δουν οι θεατές μέσα στα "δωμάτια" του Μαξίμου, των Βρυξελών, της Ρίγας, τους "εκπρόσωπους" της ελληνικής κοινωνίας να εκλιπαρούν τους "άτεγκτους" εκπρόσωπους της εξουσίας να πουλήσουν στην ελληνική κοινωνία χρήμα σε χαμηλότερη τιμή, επικαλούμενοι την ελληνική εκδοχή της "ανθρωπιστικής κρίσης". Αυτό που στην πραγματικότητα είδαμε είναι Γκραμσιανά "τέρατα" στα δωμάτια μιας υποτιθέμενης εξουσίας.
Τέρατα 3ης γενιάς γιατί δεν τα χαρακτηρίζει η απουσία του "παλιού" που έχει πεθάνει και του "νέου" που δεν έχει ακόμα γεννηθεί αλλά η παρουσία του "παλιού" που δεν θέλει να γεράσει και του "νέου" που δεν θέλει να ενηλικιωθεί. Το παλιό θεσμικό κοινωνικό σύστημα επιβιώνει μέσα στο νέο πραγματικό κοινωνικό σύστημα και το νέο πραγματικό σύστημα ασφυκτιά υποταγμένο στους όρους του παλιού θεσμικού συστήματος. Μια ταινία που θα νοηματοδοτούσε αυτούς τους όρους παλιό, νέο, θεσμικό, πραγματικό και θα παρουσίαζε τα τέρατα της εποχής μας θα ήταν διδακτική, η συγκεκριμένη ταινία προσπαθεί να τα κρύψει.
* * *
Αν όμως μπορέσουμε να αποβάλουμε την ιδιότητα του αιώνιου θεατή (ή του αιώνιου "παρατηρητή" που είναι τώρα της μόδας) των "τεράτων" της εξουσίας, θα αντιληφθούμε πως τα τέρατα δεν είναι μόνο μέσα στα δωμάτια, στους χώρους της εξουσίας αλλά και έξω από τα δωμάτια, στους χώρους της κοινωνίας. Δεν είναι λιγότερο "τέρατα" οι θεατές που παρακολουθούν χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, από συνήθεια, τα "τέρατα" στα δωμάτια.
Τα τέρατα ανάμεσα στο νέο και στο παλιό της δικής μας εποχής ζουν αποκλειστικά στην συνείδηση των ανθρώπων. Στην σφαίρα του πραγματικού τίποτα παλιό δεν ζει ακόμα και τίποτα νέο δεν είναι ακόμα αγέννητο. Αυτή είναι και η διαφορά των τεράτων της 3ης γενιάς, από τα τέρατα 2ης και 1ης γενιάς.
Στην εποχή του Γκράμσι το "νέο" είχε γεννηθεί στην συνείδηση μερικών ανθρώπων αλλά δεν είχε γεννηθεί στην πραγματικότητα με υλικούς όρους. Το παλιό "είχε" πεθάνει στην συνείδηση μερικών ανθρώπων αλλά ήταν ολοζώντανο στην πραγματικότητα. Όσο για τα τέρατα της 1ης γενιάς, αυτά ήταν πραγματικά, και (εξω βεβαίως από την σφαίρα της θεολογικής φιλοσοφίας) δεν υπήρχαν καθόλου, σε καμιά ανθρώπινη συνείδηση. Τα τέρατα τα 3ης γενιάς είναι τα τελευταία, στην δική μας εποχή η ιστορία τους θα τελειώσει ή αλλιώς θα τελειώσει η ιστορία της ανθρωπότητας.
Δεν είχα σκοπό να κάνω μια κριτική στην ταινία του Γαβρά σαν ένα έργο τέχνης. Θα μπορούσα όμως να πω ότι η ίδια η ταινία είναι ένα καλλιτεχνικό "τέρας". Η ταινία του Γαβρά είναι κακή γιατί και ο ίδιος, σαν μέλος του εξουσιαστικού συστήματος, όπως και οι ηθοποιοί του και όλοι οι παράγοντες του έργου έχουν μπερδέψει τί είναι το πεθαμένο που θέλουν να αναστήσουν και τί είναι το ζωντανό που θέλουν να θάψουν. Αν ήξεραν τι κάνουν και έκαναν συνειδητά και με ειλικρίνεια αυτό που θέλουν να κάνουν το έργο τους θα είχε αξία γιατί θα έδειχνε πως το πέρασμα από την μια εποχή στην άλλη είναι αναπόφευκτο.
Ωστόσο οι εποχές αλλάζουν ακόμα κι αν δεν το έχουμε καταλάβει ότι αλλάζουν ακόμα κι αν δεν ξέρουμε πώς αλλάζουν.