Σημείωση: Οι πιο κάτω σκέψεις είναι η αρχή ενός κειμένου με τον ίδιο τίτλο που άρχισε να γράφεται (τον Μάϊο του 2019) με αφορμή την επίσκεψη του Μοράλες στην Αθήνα και την συνάντησή του με τον Τσίπρα. Το κείμενο εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά άλλα, όταν έφτασε τις 5000 λέξεις, και είχε χάσει την επικαιρότητά της η αφορμή του. Προσπαθώντας να γράψω μερικές σκέψεις μου σχετικά με τα τωρινά γεγονότα της Βολιβίας, με την ανατροπή της κυβέρνησης και την φυγή της στο Μεξικό, με ωθούν να δημοσιεύσω αυτές τις παλιότερες σκέψεις μου, που φωτίζουν μια πλευρά του φαινομένου της λεγόμενης "παγκοσμιοποίησης" που βρίσκεται σε δραματική εξέλιξη σήμερα.
(15/11/19)
-------------------------
Με την κλιμάκωση της σύγκρουσης στην Βενεζουέλα, και την αδυναμία είτε της μιας είτε της άλλης πλευράς να επικρατήσει, φωτίζεται αναδρομικά και αποκτά επικαιρότητα κατόπιν εορτής η επίσκεψη (στις 14 και 15 του περασμένου Μάρτη) του προέδρου της Βολιβίας Έβο Μοράλες στην Αθήνα και η συνάντησή του με τον Αλέξη Τσίπρα. Μια συνάντηση που μόνο απορίες προκαλούσε, γίνεται τώρα κατανοητή όχι μόνο ως γεγονός αλλά και ως προς την διπλωματική της υποβάθμιση καί ως προς την πολιτική της αποσιώπηση. Και όχι μόνο φωτίζεται και αποκτά νόημα η συγκεκριμένη συνάντηση αλλά γίνεται ξαφνικά οδηγός και για την κατανόηση της στατικής και της δυναμικής των κοινωνιών της Λατινικής Αμερικής και όλου του κόσμου, στην πορεία τους προς την συγκρότησης της παγκόσμιας κοινωνίας.
Τα παράξενα της συνάντησης άρχισαν με τον κύριο Τσίπρα να δηλώνει καταχαρούμενος για την επίσκεψη του Μοράλες, τον οποίο, λέει, είχε καλέσει από καιρό, ενώ ούτε χαρούμενος φαινόταν, ούτε πότε τον κάλεσε και γιατί τον κάλεσε μας είπε, ούτε αν τον κάλεσε σαν πρόεδρο του βολιβιανού κράτους ή σαν ομοϊδεάτη της βολιβιανής Αριστεράς.
Ήταν φανερό λοιπόν πως κάποιος "ξένος δάκτυλος" κουνήθηκε για να υποχρεωθεί η "κυβερνώσα" ομάδα Τσίπρα, σ' αυτήν την προφανώς διερευνητική συνάντηση, η οποία -- στην ακανθώδη προεκλογική κατάσταση που έχουν μπλέξει -- και με το πολιτικό σύστημα έτοιμο να καταρρεύσει, κανέναν δεν "βολεύει" από τους παράγοντες και παραγοντίσκους του, δεξιούς και αριστερούς, εξ ου και η φανερή αμηχανία όλων.
Αμήχανος όμως ήταν και "ξένος δάκτυλος" που θα προτιμούσε να είναι σίγουρος για τις στρατηγικές του επιδιώξεις αντί να εκβιάζει "διερευνητικές" συναντήσεις "ιθαγενών" σαν αυτή μεταξύ Μοράλες και Τσίπρα. Έτσι εξηγείται πως προέκυψε αυτό το μεσοβέζικο -- μεταξύ "επισημότητας" και "ξεπετάγματος" -- της υποδοχής του Έβο Μοράλες. Έτσι εξηγείται και η παράταιρη παρουσία σ' αυτήν του κ. Γιώργου Παπανδρέου, καθώς και το κωμικά απορημένο ύφος του "εξ απορρήτων" ψηφιακού υπουργού Νίκου Παππά.
Οι λόγοι εξ άλλου που εκφωνήθηκαν ταλαντεύτηκαν μεταξύ επαναστατικής φθοράς και αντεπαναστατικής αφθαρσίας, με τον κύριο Τσίπρα να επαινεί τον Έβο Μοράλες ως παράδειγμα του «επαναστατικού ρεαλισμού» της «κυβερνώσας Αριστεράς του 21ου αιώνα» και με τον Έβο Μοράλες να εξαίρει την σοφία του Αλέξη Τσίπρα ο οποίος «διόρθωσε την δεινή κατάσταση που παρέλαβε στην Ελλάδα» και με τους δύο μαζί να υμνούν μια "επαναστατική" πολιτική «σφοδρών (αλλά ανύπαρκτων) ρήξεων και οδυνηρών (αλλά πρόθυμων) συμβιβασμών».
Με άλλα λόγια, ο λόγος της συνάντησης τους δεν ήταν η ανταλλαγή επαναστατικής πείρας αλλά η ανταλλαγή τεχνικής γνώσης για την κάλυψη της υποταγής κάτω από μια ρητορεία "εθνικής" ανεξαρτησίας. Συναντήθηκαν "τύποι" πολιτικών προσώπων, διαφορετικοί μεταξύ τους, που όμως αμφότεροι βρέθηκαν κυβερνήτες των "χωρών" τους με την -- είτε απατηλή είτε βλακωδώς αφελή -- "υπόσχεση" ότι θα υπηρετήσουν την επαναστατική αλλαγή που έχει ανάγκη η τοπική τους κοινωνία αλλά υπηρετούν την αντεπαναστατική κατασκευή που έχει ανάγκη η παγκόσμια εξουσία.
Τα "μηνύματα" άλλωστε της συνάντησης φαίνονταν να απευθύνονται στους ανθρώπους της κοινωνικής βάσης, στην Ελλάδα και στην Βολιβία αλλά ουσιαστικά υποβάλλονταν (για έγκριση) στους ανθρώπους της εξουσιαστικής κορυφής για τους οποίους νομίζουν πως μπορούν να τους εξασφαλίσουν την θέση στην διακυβέρνηση των "χωρών" τους.
Η συνάντηση επομένως του Τσίπρα με τον Μοράλες δεν μπορεί να ερμηνευτεί, παρά μόνο στο πλαίσιο της λεγόμενης "παγκοσμιοποίησης". Σ αυτήν άλλωστε αναφέρθηκαν και οι δύο θεωρώντας την σαν ακαταμάχητη στρατηγική επιδίωξη των χειριστών του συστήματος, η οποία δεν "αντιμετωπίζεται" παρά μόνο με την υποταγή. Εκφράστηκε δηλαδή, η επικίνδυνη σύγχυση ανάμεσα στην ιστορική αναγκαιότητα της συνένωσης των κοινωνιών και στην εξουσιαστική πολιτική που αποπειράται να οικοδομήσει πάνω στο έδαφος αυτής της αναγκαιότητας την παγκόσμια αυτοκρατορία των αγορών.
Η σύγχυση είναι θεμελιώδης. Δημιουργεί την εντύπωση πως την ιστορική εξέλιξη την καθορίζει η πολιτική βούληση και όχι η ιστορική αναγκαιότητα ενώ στην πραγματικότητα το ζήτημα είναι η σχέση ανάμεσα στην υλικότητα και την υποκειμενικότητα της σύγχρονης κοινωνίας, ένα ζήτημα που μόνο η διαλεκτική σκέψη μπορεί να το αντιμετωπίσει. Τελικά η σύγχυση οφείλεται στον οπορτουνισμό των επιτελών και επιτελίσκων της Αριστεράς που έχουν εξοβελίσει την διαλεκτική σκέψη και έχουν θέσει "εκτός νόμου" κάθε συζήτηση για την ανάπτυξη μιας σύγχρονης επαναστατικής πολιτικής.
Το πραγματικό επομένως ερώτημα είναι σε τί οφείλεται αυτή η προσπάθεια εξοβελισμού της επαναστατικής σκέψης. Η απάντηση πως οφείλεται στην ενσωμάτωση της Αριστεράς των επιτελείων στο σύστημα, απαντάει στην υποκειμενική πλευρά του φαινομένου και μόνο. Αφήνοντας αναπάντητη την πραγματική πλευρά του φαινομένου, της οποίας η πολυπλοκότητα, πρέπει να παραδεχτούμε πως δεν επιτρέπει μια πρακτικά χρήσιμη απάντηση.
Ίσως για λόγους που δεν εξηγούνται ακόμα αυτή η απάντηση δεν απαιτείται.