Πολιτική | ΣΕΛΙΔΕΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ | hits: 2366
"Δεν πληρώνω - Δεν πληρώνω" σε νέες περιπέτειες.
άρθρο του Κωστή Παπαϊωάννου
Δευτ, 19 Απρ 2010

Έγραψα ήδη ένα μεγάλο άρθρο για να παρουσιάσω, από την δική μου θέση, το αφιέρωμα που παρουσιάστηκε, από τον "Δρόμο της Αριστεράς", σαν "απάντηση της Αριστεράς στο πρόβλημα του χρέους". Το αφιέρωμα αυτό με την δική μου λογική λειτουργεί σαν συγκάλυψη της πραγματικής σημασίας της κρίσης. Αυτής της κρίσης που κάθε άλλο είναι, παρά "πρόβλημα" και μάλιστα πρόβλημα χρέους. Η κρίση χρειάζεται σοβαρή μελέτη από έναν (ανύπαρκτο προς το παρόν) συλλογικό φορέα πολιτικής σκέψης και όχι από μερικούς (για να μην πω τίποτα χειρότερο) "ειδικούς" οι οποίοι ανεμίζουν τους τίτλους που τους έχει απονείμει το σύστημα για να κάνουν δήθεν "αντιπολίτευση" σ' αυτό.

Παρένθεση Ι: Ο τίτλος είναι τίτλος ιδιοκτησίας μιας θέσης. Σε μια εξουσιαστική - ιδιοκτησιακή κοινωνία, ο τίτλος είναι ένα εργαλείο για να βγάλει κανείς το μεροκάματό του. Αλλά  όταν κάποιοι μοστράρουν, μετά ιδιαζούσης θρασύτητας, τους τίτλους τους για να εξασφαλίσουν για την γνώμη τους περισσότερους πόντους από την γνώμη του Κόσμου της Αριστεράς, τότε έχουν ξεπεράσει τα όρια, ακόμα και της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας, της "καλύτερης δημοκρατίας που είχαμε ποτέ". Στις κρίσιμες συνθήκες που ζούμε σήμερα - αν δεν αντιμετωπιστούν με κριτική - γίνονται επικίνδυνοι για την κοινωνία.

Αυτή λοιπόν η "απάντηση της αριστεράς στο πρόβλημα του χρέους", σαν λογική αντιμετώπισης της κρίσης, είναι χρήσιμη μόνο ως παράδειγμα προς αποφυγή, επειδή αντίθετα από την ανεξάρτητη σκέψη που πρέπει να διακρίνει την Αριστερά, αυτή η απάντηση ήταν κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της επιχείρησης απάτης που διεξάγει αυτή την στιγμή η κυβέρνηση υπό τον τρίτο απόγονο της δυναστείας των παπατζήδων. Και επειδή η λογική του παπατζή δεν μπορεί να σταθεί χωρίς την αφέλεια του θύματος και χωρίς τους αβανταδόρους που τον βοηθάνε, πρέπει να πω ότι ο "Δρόμος της Αριστεράς" με την "απάντηση της αριστεράς στο πρόβλημα του χρέους" παίζει τον ρόλο του αβανταδόρου, που μας τραβάει απ' το μανίκι για να γίνουμε, εμείς οι αριστεροί, για τρίτη φορά, τα κορόιδα που θα πλησιάσουν το τραπεζάκι κάποιου Παπανδρέου, να "του τα πάρουν" και θα βρεθούν ξεβράκωτοι, πεινασμένοι και διωκόμενοι, ενώ οι αβανταδόροι θα ζητιανεύουν ένα ξεροκόμματο από την λεία της πολιτικής (δεν μιλάω για τα "σκάνδαλα") κομπίνας των παπατζήδων.

Παρένθεση ΙΙ: Πρέπει να ξαναπώ άλλη μια φορά ότι η "Αριστερά" δεν είναι ένα πράγμα, είναι δύο πράγματα που παρουσιάζονται σαν ένα και πρέπει να γίνεται σαφές όταν λέμε Αριστερά για ποιό πράγμα μιλάμε κάθε φορά. Υπάρχει  η Αριστερά των αρχηγών και των επιτελείων, και υπάρχει επίσης ο κόσμος της Αριστεράς που θεωρείται -- και μπορεί προς το παρόν να είναι -- άθυρμα των αρχηγών και των επιτελείων. Έχουν όμως οι καιροί γυρίσματα... Τα κείμενα που υπάρχουν εδώ εννοούν ως Αριστερά αυτό που θεωρείται ως Αριστερά επισήμως, γιατί ο Κόσμος της Αριστεράς δεν έχει ακόμα αρχίσει να σχηματίζει έναν λόγο που ξεκόβει από την Αριστερά των Επιτελείων. Ο λόγος όμως που εκφέρεται μέσω αυτών των κειμένων απευθύνεται στον κόσμο της Αριστεράς (όπως είναι και ευρίσκεται) και επιδιώκει να ανταποκριθεί στα δικά του ερωτήματα, χωρίς να βιάζεται να δώσει εδώ και τώρα απαντήσεις.

Η "απάντηση της Αριστεράς" είχε δύο εκδοχές (η μία, να αυξηθεί το ΑΕΠ και η άλλη να μην πληρωθεί το χρέος) που είχαν από δύο εκδοχές η κάθε μία. Θα ασχοληθώ εδώ με την δεύτερη εκδοχή της δεύτερης εκδοχής. Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια "πρόταση" για "απάντηση της Αριστεράς", που την απευθύνει με αξιωματικό ύφος ο "ειδικός" (στην πολιτική - καθηγητής γαρ της ιστορίας στο τμήμα Πολιτικών Επιστήμων του ΑΠΘ) κύριος Σπύρος Μαρκέτος. Διαλέγω να απαντήσω στην δική του εκδοχή απάντησης όχι μόνο γιατί η πρότασή του είναι "πιασιάρικη" αφού είναι του (άκρως επικίνδυνου) στυλ "πες το και έγινε μωρό μου", αλλά και γιατί προκειμένου να προωθήσει την άποψή του, αναφέρεται υπαινικτικά αλλά και εκβιαστικά στον φασισμό, ως ενδεχόμενη απάντηση εναλλακτική στην απάντηση της αριστεράς. Παρουσιάζοντας δηλαδή τον φασισμό που πράγματι είναι ο κίνδυνος της κοινωνίας σαν μπαμπούλα για να προωθήσει την "επιπόλαια" (;) άποψή του.

Παρένθεση ΙΙΙ: Τον κ. Σπύρο Μαρκέτο, δεν τον ήξερα μέχρι που βρέθηκα σε μια εκδήλωση στο ΑΠΘ, με την ευκαιρία της 20ης επετείου της χούντας, όπου αυτός μίλησε για το αν είχε φασιστικό χαρακτήρα το καθεστώς της δικτατορίας. Μετά από την ομιλία του έκανα ένα σχόλιο λέγοντας ότι μιλούσε για φασισμό, όχι μόνο αυτός αλλά και άλλοι ομιλητές, χωρίς να κάνουν τον κόπο να εξηγούν, με κάποιον ορισμό, τι είναι ο φασισμός. Ο κ. Μαρκέτος έγινε έξω φρενών και άρχισε να λέει πως είμαι "κονφουζιονιστής" και πως αυτός έχει γράψει ένα ολόκληρο βιβλίο για τον φασισμό. Διάβασα και εγώ το βιβλίο, πως φίλησα τον Μουσολίνι λέγεται, όπου όπως λέει πολύ ευγενικά και ο κ. Γιώργος Μαργαρίτης στην βιβλιοκριτική του «... με εξαιρετικά γλαφυρό και πειστικό τρόπο περιγράφει τη γοητεία που άσκησε ο φασισμός στις πολιτικές ελίτ της χώρας μας σε όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου» (ΝΕΑ 05/01/2007) αλλά ορισμό για τον φασισμό δεν έχει. Έχει μια συνηθισμένη ακαδημαϊκή περιγραφή του φαινομένου από τα συμπτώματά του, μια περιγραφή απ' αυτές ακριβώς που χλεύαζε και ο μακαρίτης ο Φουκώ στα συγγράμματά του.

Η πρόταση που απευθύνει στην Αριστερά ο κ. Μαρκέτος γενικά στηρίζεται στην γνωστή αναρχίζουσα ηθικολογική ρητορεία που ταλαιπωρεί τον Κόσμο της Αριστεράς. Κατ' αυτόν «Η παγκόσμια Αριστερά πρέπει ν' αλλάξει τούτο το [καπιταλιστικό] σύστημα, που εδραιώνει την ανισότητα και την οικονομική υποδούλωση των πολλών». Αυτή η ωραία φράση είναι χαρακτηριστικό δείγμα του κοπανιστού αέρα που κυκλοφορεί στην πολιτική. Πρώτα - πρώτα διότι το ερώτημα το οποίο (κακώς, αλλά τέλος πάντων) τίθεται και στο οποίο καλείται να μας διαφωτίσει ο κ. Μαρκέτος δεν είναι τι πρέπει να κάνει η "παγκόσμια Αριστερά", για την οποία προφανώς κανείς δεν ξέρει ούτε ποια είναι, αλλά τί πρέπει να κάνει η ελληνική αριστερά, που κι αυτή έχει καμιά πενηνταριά κομμάτια και κομματάκια και επομένως δεν υπάρχει ούτε καν σαν συμβολικός αποδέκτης προτάσεων. Το μόνο που υπάρχει είναι ο Κόσμος της Αριστεράς, χαμένος στο χάος της εποχής, που διψάει να καταλάβει τι σημαίνει κρίση και που βαδίζει η κοινωνία.

Και ιδού τι λέει ο κ. Μαρκέτος σ' αυτό τον κόσμο: «Η υπερχρέωση είναι πρόβλημα όλης της Ευρώπης στην πραγματικότητα όλης της λεγόμενης "Δύσης"» (δηλαδή όλου του Κόσμου δεδομένου ότι λεγόμενη υπαρκτή "Ανατολή" δεν υπάρχει, ευτυχώς γκρεμίστηκε και ξέρουμε σήμερα τί έκρυβε από κάτω) και επομένως συνεχίζει «αναπόφευκτα οδεύουμε προς στάση πληρωμών και αναδιαπραγμάτευση του χρέους. Θαυμάστε επιστημονική ιστορική - πολιτική σκέψη. Θαυμάστε λογική: Όλα τα κράτη του κόσμου που αντιπροσωπεύουν καλώς ή κακώς (νομικά) όλο τον πληθυσμό του πλανήτη, χρωστάνε στις τράπεζες και άρα κατά τον κύριο Μαρκέτο, δεν βαδίζουμε στην διάλυση των κρατών, δεν βαδίζουμε στην διάλυση του τραπεζικού συστήματος, δεν βαδίζουμε σε κάποια επαναστατική κοινωνική αλλαγή, δεν βαδίζουμε στην σφαγή, δεν βαδίζουμε σε κάποια καταστροφή της παγκόσμιας κοινωνίας, δεν βαδίζουμε τέλος πάντων σε κάποια σοβαρή εξέλιξη που δεν την ξέρουμε! Βαδίζουμε αναπόφευκτα σ' αυτό που προτείνει ο κ. Μαρκέτος: προς μια στάση πληρωμών και αναδιαπραγμάτευση του χρέους.

Έχει ήδη εξηγήσει ότι «το δημόσιο χρέος δημιουργείται από μηχανισμούς του καπιταλιστικού συστήματος» επειδή «τα κράτη δεν μπορούν να ξοδεύουν περισσότερα χρήματα από όσα εισπράττουν» και «όταν δημιουργούν έλλειμμα πρέπει να το καλύψουν με δανεισμό από (...) τράπεζες». Πού βρίσκουν οι τράπεζες το χρήμα που δανείζουν στα κράτη; Εδώ ο κ. Μαρκέτος τα μπερδεύει. Ρωτάει ρητορικά: «μπορούν, τώρα, οι τράπεζες να χορηγούν περισσότερα απ' όσα εισπράττουν;» για να απαντήσει με επιστημονική βεβαιότητα «φυσικά μπορούν, πολλές φορές περισσότερα (...) δανείζουν σήμερα περίπου εικοσαπλάσια από όσα έχουν στα ταμεία τους». Και συμπεραίνει αβίαστα ότι το χρήμα που δανείζουν οι τράπεζες είναι «πλασματικό».

Παρένθεση ΙV: Παρότι δεν θέλω να συζητήσω επιπόλαια το ζήτημα της κρίσης πρέπει να πω δυό λόγια πάνω στην σύγχυση που υπάρχει για τον σημερινό ρόλο του τραπεζικού συστήματος διότι εδώ βρίσκεται η ουσία της κρίσης τόσο από την οικονομική της πλευρά όσο και από την πολιτική της πλευρά. Βρίσκεται επίσης εδώ και το σημαντικό πρόβλημα της διαφοράς που έχει η παρούσα όξυνση της κρίσης από την προηγούμενη όξυνση του '29, τόσο από οικονομική όσο και από πολιτική άποψη. Οι τράπεζες δεν δανείζουν αυτά που "εισπράττουν", δανείζουν αυτά που "κατατίθενται". Δανείζουν χρήμα που δεν είναι καθόλου πλασματικό αλλά αντιπροσωπεύει ζωντανή εργασία και που μαζεύεται στις τράπεζες. Τυπικά οι τράπεζες απλώς εισπράττουν τον τόκο από το χρήμα που δανείζουν, που είναι προφανώς μεγαλύτερος από αυτόν που πληρώνουν στους καταθέτες. Οι γραφειοκράτες όμως των τραπεζών μέσα από αυτήν την τυπικά καθόλου μεμπτή διαδικασία ασκούν μια άθλια και επικίνδυνη πολιτική. Το γεγονός λοιπόν ότι οι δανειζόμενοι, είτε είναι κράτη (κατά το μέρος που ακόμα περιέχουν κοινωνικές λειτουργίες) είτε είναι ιδιώτες, δεν έχουν να επιστρέψουν τα δανεικά, αποτελεί πολιτικό πρόβλημα που δεν αφορά ούτε τους δανειζόμενους ούτε τους δανειστές αλλά το τραπεζικό σύστημα και γενικά το (εξουσιαστικό) σύστημα των κοινωνικών σχέσεων.

Ο κ. Μαρκέτος χρησιμοποιεί το βαρύ πυροβολικό της ρητορικής του, με την επίθεση εναντίον του "άδικου καπιταλιστικού συστήματος" και με την προτροπή προς την "παγκόσμια (!) αριστερά" να "αλλάξει (!) το σύστημα", στηρίζοντας τα κανόνια του πάνω σε μια βάση αφελούς κατανόησης της πραγματικής λειτουργίας του συστήματος. Και όλος αυτός ο ξαφνικός ερασιτεχνικός διεθνισμός για να πεισθεί η "ελληνική αριστερά", να βγάλει τον κόσμο στο δρόμο για να πείσει την κυβέρνηση να ακολουθήσει την συνταγή "δεν πληρώνω - δεν πληρώνω", του "αναρχικού" Ντάριο Φο που χτύπησε ένα Νόμπελ για την επαναστατική του τέχνη. Αλλά είτε πεισθεί είτε δεν πεισθεί η κυβέρνηση, προφανώς ούτε το πρόβλημα θα λυθεί, αφού οι μηχανισμοί του δανεισμού θα συνεχίσουν να λειτουργούν σωρευτικά, ούτε το "άδικο" καπιταλιστικό σύστημα θα φύγει από την θέση του, ούτε οι κυβερνήσεις που το υπηρετούν θα πάψουν να το υπηρετούν, ούτε η κοινωνία που πληρώνει θα πάψει να πληρώνει. Σε τι του χρειάστηκε λοιπόν η ρητορεία της αλλαγής του συστήματος και όλη αυτή την φανφάρα πως τάχα η «ελληνική Αριστερά έχει τώρα μια ιστορική ευκαιρία να προσεταιριστεί τα χειμαζόμενα μεσοστρώματα, να σώσει τη δημοκρατία και συνάμα ν' απελευθερώσει το δημόσιο απ' το βρόχο του χρέους». Ποιόν συμβουλεύει τελικά ο κ. Μαρκέτος; Την Αριστερά της φαντασίας του ή τα πραγματικά επιτελεία της Αριστεράς και μέσω αυτών το εξουσιαστικό σύστημα, στο ακαδημαϊκό τμήμα του οποίου, κοτζάμ επίκουρος καθηγητής, ανήκει ο ίδιος;

Αλλά ο κ. Μαρκέτος, είναι ακαδημαϊκός. Είναι "λογικό" η πολιτική του να είναι μια άσκηση επί χάρτου, που έχει στόχο να εντυπωσιάσει το κοινό και να κατακτήσει μια πιο ευήλια και ευάερη θέση στον κόσμο του εξουσιαστικού συστήματος. Αυτό το μπλέξιμο όμως, των εννοιών, των υποκειμένων, των ρόλων, των νοημάτων και τελικά των κοινωνικών και πολιτικών διαδικασιών έχει καταντήσει μάστιγα για την κοινωνία. Για την ζημιά που θα προκαλέσει στις μέρες που έρχονται αυτό το ρητορικό κομφούζιο, δεν έχει κανένα νόημα να κατηγορούνται αυτοί που ρητορεύουν, και μάλιστα όταν είναι ακαδημαϊκοί, αλλά αυτοί που δέχονται να καταπίνουν αμάσητη, δηλαδή χωρίς ίχνος κριτικής διάθεσης, την ρητορεία τους. Αυτή η τεράστια σύγχυση θα ήταν πραγματικά για γέλια αν η άκριτη αποδοχή της δεν οδηγούσε την κοινωνία κατ' ευθείαν στα νύχια του φασισμού. Ο κ. Μαρκέτος διδάσκει σε μια σχολή πολιτικών επιστημών και εμφανίζεται σαν ειδικός "στα φιλιά με τον Μουσολίνι" επομένως κανονικά δεν δικαιούται να μην ξέρει ή τουλάχιστον να μην ψυλλιάζεται την πραγματική σημασία των λεγομένων του, όταν μάλιστα η κατακλείδα της πρότασης του είναι η υπαινικτική αλλά σαφέστατη παρουσίαση του φασισμού σαν απειλή για την Αριστερά.

Λέει ο κ. Μαρκέτος: «Ο βαθμός ελάφρυνσης του χρέους είναι συνάρτηση της μαζικής κινητοποίησης».  Και φέρνει σαν παράδειγμα τις περιπτώσεις της Ρωσίας και της Αργεντινής όπου ο "φόβος των αντιδράσεων" και η "λαϊκή εξέγερση" αντίστοιχα, οδήγησε στην αναδιαπραγμάτευση των χρεών. Δεν λέει όμως ότι δεν οδήγησε ούτε στην αλλαγή του συστήματος, ούτε στην σωτηρία της δημοκρατίας, ούτε στην απελευθέρωση του δημοσίου από τον βρόγχο του χρέους. Δεν λέει δηλαδή ότι καμιά χώρα δεν οδηγήθηκε, μέσω της παύσης πληρωμών, σε τίποτα από αυτά που ο ίδιος υποστήριζε ότι θα εξασφαλίσει η αναδιαπραγμάτευση των χρεών. Κανένα λόγο δεν έχει λοιπόν η Αριστερά να κινητοποιεί τον κόσμο για να "πιέζει" τις κυβερνήσεις (γιατί αυτή είναι η ουσία όλων των πολιτικών προτάσεων και μαζί και της πρότασης του κ. Μαρκέτου) προσπαθώντας να τους υπαγορεύσει τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουν το χρέος. Και επειδή το ξέρει αυτό ο κ. Μαρκέτος πετάει το τελευταίο χαρτί του: «Αν η Αριστερά δεν επιβάλει τέτοιες λύσεις, θα το κάνουν άλλες δυνάμεις. Οι οποίες συνάμα θα προωθήσουν τα δικά τους ιδεολογήματα, εδραιώνοντας έτσι μια νέα συντηρητική ηγεμονία τις ερχόμενες δεκαετίες».

Μας διδάσκει λοιπόν ο κ. Μαρκέτος ότι ο φασισμός δεν είναι μια πραγματική πολιτική αλλά η προώθηση κάποιων ιδεολογημάτων που συνοδεύουν την πραγματική πολιτική η οποία είναι κοινή για όλους. Ούτε λίγο ούτε πολύ μας λέει ο κ. Μαρκέτος ότι αν η Αριστερά δεν προλάβει να υιοθετήσει τις προτάσεις του θα προλάβουν να τις αρπάξουν οι φασίστες. Υπάρχει όμως και η αντίστροφη λογική. Αν οι "τέτοιες λύσεις" μπορούν να υιοθετηθούν από τους φασίστες, αυτό σημαίνει ότι η πολιτική μιας παύσης πληρωμών εκ των άνω χωρίς καμιά αλλαγή του συστήματος (το βαρύ πυροβολικό της ρητορικής "αλλαγής του συστήματος" δημιούργησε τους συνειρμούς που ήθελε ο κ. Μαρκέτος και σίγησε μετά την πρώτη παράγραφο του κειμένου του) και χωρίς καμιά προετοιμασία της κοινωνίας, είναι μια πολιτική φασιστική.

Ωστόσο ακριβώς γι αυτό οι προτάσεις του κ. Μαρκέτου είναι πολύ χρήσιμες. Μας δείχνουν πόσο κοντά μπορούν να φτάσουν τα επιτελεία της Αριστεράς, στον φασισμό. Η αναδιαπραγμάτευση των χρεών και γενικά των σχέσεων ανάμεσα στις διαφορετικές κοινωνίες δεν είναι απλώς χρήσιμη είναι αναγκαία, είναι όπως λέει ο ίδιος ο κ. Μαρκέτος αναπόφευκτη. Η αναδιαπραγμάτευση όμως μπορεί να γίνει με όρους φασισμού όπως γίνεται ήδη αυτή την στιγμή και μπορεί να γίνει με όρους επαναστατικούς. Η Αριστερά, όχι αυτή των επιτελείων αλλά αυτή που θα προκύψει από την απαξίωσή τους, δεν θα έχει κανένα λόγο ούτε να συμμετέχει σε κυβερνήσεις, όπως ορέγονται οι μαθητές του Κύρκου, ούτε να κάνουν "προγραμματική αντιπολίτευση" όπως ονειρεύονται οι συνιστώντες επιτελείς, με ή χωρίς τον Πρόεδρο Τσίπρα. Ο καθένας, που ανήκει εκ των πραγμάτων στον Κόσμο αυτής της Αριστεράς, έχει λόγους να οργανωθεί, να σκεφτεί, να ενσωματωθεί στο κοινωνικό σύστημα, διατηρώντας την επαφή με όλους τους άλλους αυτού του κόσμου. Η τέτοια οργάνωση της Αριστεράς θα είναι ταυτόχρονα οργάνωση της κοινωνίας και θα την βοηθήσει να προστατεύεται από τους κινδύνους που έρχονται και να προετοιμάζεται ώστε να αντιμετωπίσει γρήγορα και αποτελεσματικά την κατάρρευση του συστήματος.